Ο διαγωνισμός της ΔΕΗ για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων κατέληξε άγονος, επειδή έγινε το 2019. Επειδή τέσσερα χρόνια τώρα στρέφουμε εμμονικά το βλέμμα στο παρελθόν.
Γιατί έφταιξε το 2019
Ο βασικός λόγος της αποτυχίας –πέραν των τεχνικών λεπτομερειών- ήταν το έτος του διαγωνισμού. Το 2019!
Στο διάγραμμα Ι βλέπετε την εξέλιξη της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων τα τελευταία πέντε χρόνια. Υπενθυμίζω ότι τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων είναι ευρωπαϊκός μηχανισμός που βασίζεται στη λογική «ο ρυπαίνων πληρώνει» και αποθαρρύνει με οικονομικά αντικίνητρα τη λειτουργία ρυπογόνων ανθρωπογενών δραστηριοτήτων.
H τιμή των ρύπων τετραπλασιάστηκε τον τελευταίο χρόνο. Οι παλιές και πολύ ρυπογόνες λιγνιτικές μονάδες ξοδεύουν πλέον πολύ περισσότερα για να αγοράσουν πολλά και ακριβά δικαιώματα εκπομπής ρύπων. Η τιμή των δικαιωμάτων από 5€/τόνο (μέση τιμή 2017) αυξήθηκε σε 22,8 €/τόνο (μέση τιμή 1/1/19-10/2/19) και εξοντώνει οικονομικά τις παλιές λιγνιτικές μονάδες.
Η οικονομική έκθεση της ΔΕΗ για το 1ο εξάμηνο 2018 παρουσιάζει χωριστά τα οικονομικά αποτελέσματα των μονάδων που πωλούνται (εδώ, σελ. 80). Έτσι μάς επιτρέπει να ποσοτικοποιήσουμε το μέγεθος της ζημιάς από την αύξηση των δικαιωμάτων.
Το 1ο εξάμηνο του 2017 οι πωλούμενες μονάδες κατέγραψαν έσοδα 97 εκατ.€ από την πώληση ηλεκτρικού ρεύματος στη χονδρική και έξοδα 16 εκατ.€ για αγορά δικαιωμάτων ρύπων. Αν η τιμή των δικαιωμάτων δεν ήταν 5 αλλά 23€/τόνο, όπως είναι φέτος, τότε οι λιγνιτικές μονάδες θα ξόδευαν το 75% των εσόδων τους (73 εκατ.€), μόνο για αγορά δικαιωμάτων ρύπων!
Η ζημιά, δηλαδή, που προκαλεί στα οικονομικά αποτελέσματα των πωλούμενων μονάδων η εκτόξευση της τιμής των δικαιωμάτων ρύπων είναι 57 εκατ.€/ εξάμηνο ή 342 εκατ.€ σε μια τριετία! (Όλα τα μεγέθη εξαρτώνται από την ετήσια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας των μονάδων. Ο υπολογισμός βασίστηκε σε μέση εξαμηνιαία παραγωγή ~ 1,5 TWh ίση με την παραγωγή του 1ου εξαμήνου του 2017.)
Άρα, ο υποψήφιος επενδυτής το 2019 υπολογίζει ότι την επόμενη τριετία η λειτουργία των μονάδων θα επιβαρυνθεί με επιπλεόν 342 εκατ.€ απ΄ όσα θα υπολόγιζε αν ο διαγωνισμός γινόταν δύο ή τρία χρόνια νωρίτερα. Και, φυσικά, προσαρμόζει (μειώνει) αναλόγως το προσφερόμενο τίμημα.
Ανθρακες ο Θησαυρός!
Όπως προέκυψε από το διαγωνισμό, τα ασημικά του ελληνικού λαού, τις λιγνιτικές μονάδες και το πλούσιο σε λιγνίτη υπέδαφος δεν τα θέλει κανείς. Άνθρακες ο Θησαυρός!
Οι ιδιώτες που συμμετείχαν στο διαγωνισμό αποτίμησαν την αξία των λιγνιτικών μονάδων περίπου στο μηδέν. Για την ακρίβεια, υπό το μηδέν! Δεν υπερβάλλω. Διότι, για να πουλήσει τις μονάδες η ΔΕΗ, δεσμευόταν να μειώσει τους εργαζομένους από 1248 σε 600 αναλαμβάνοντας να απορροφήσει αλλού κάποιους και να καλύψει το κόστος της εθελουσίας εξόδου των υπολοίπων 648 εργαζομένων εδώ. Αν αφαιρέσουμε, λοιπόν, το κόστος της μισθοδοσίας/εθελουσίας των 648 από το χαμηλότατο τίμημα που πρόσφεραν οι ιδιώτες για την εξαγορά των μονάδων, αυτό που μένει είναι αρνητικό. Δηλαδή, η αξία των μονάδων, όπως λειτουργούν σήμερα, αποτιμήθηκε από την αγορά αρνητική1!
Πιο απλά, ούτε μια πεντάρα (κυριολεκτικά) δεν δίνουν οι ιδιώτες επενδυτές σήμερα, για να πάρουν και να λειτουργήσουν τις λιγνιτικές μονάδες με τους όρους (και το προσωπικό) που τις λειτουργεί η ΔΕΗ.
Και μη φανταστείτε ότι οι υποψήφιοι αγοραστές είναι αεριτζήδες ή αλεξιπτωτιστές που δεν διαθέτουν κεφάλαια ή διάθεση να επενδύσουν. Και οι δύο όμιλοι που συμμετείχαν στη διαδικασία ανακοίνωσαν σημαντικές επενδύσεις σε ανταγωνιστικές μονάδες με διαφορετικό καύσιμο (φυσικό αέριο). Επένδυση 300 εκατ.€ για την κατασκευή μονάδας ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, ισχύος 665MW ανακοίνωσε πέρυσι ο Ομιλος Μυτιληναίου εδώ (έχει ήδη αδειοδοτηθεί από τη ΡΑΕ) και αντίστοιχη επένδυση για μονάδα 660MW ανακοίνωσε πολύ πρόσφατα ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ εδώ. Αρα, λεφτά για μονάδες ηλεκτροπαραγωγής υπάρχουν! Για λιγνίτη δεν υπάρχουν.
Όμως, δεν ήταν πάντα μηδενικής αξίας1 οι λιγνιτικές μονάδες. Όταν τα δικαιώματα ρύπων κόστιζαν 5€/τόνο, η δαπάνη αγοράς δικαιωμάτων ήταν σχετικά χαμηλή και υπήρχαν περιθώρια κερδοφορίας. Μέχρι το 2017 οι λιγνιτικές μονάδες είχαν ακόμα κάποια αξία, τώρα πια όχι.
Γιατί φταίει η Κυβέρνηση
Η Κυβέρνηση ευθύνεται επειδή καθυστέρησε σκόπιμα. Αντιστάθηκε σθεναρά στην «εκποίηση» λιγνιτικών μονάδων, χάθηκε πολύτιμος χρόνος και όταν βγήκαν προς πώληση ήταν πια αργά – οι τιμές των δικαιωμάτων ρύπων είχαν αυξηθεί πολύ. Μπορούσε να προβλεφθεί η αύξηση; Ναι, η αύξηση της τιμής των ρύπων ήταν αναμενόμενη, προβλέψιμη, ενταγμένη στο διακηρυγμένο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρώπης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τη μείωση της εκπομπής ρύπων και τη μετάβαση σε καθαρότερες μορφές ενέργειας.
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν ήταν «αν» αλλά «πόσο πολύ και πόσο γρήγορα» θα αυξηθεί η τιμή των δικαιωμάτων. Η οποία, σε μεγάλο βαθμό, διαμορφώνεται από την προσφορά –το διαθέσιμο στοκ- που, με τη σειρά της, καθορίζεται από τις ρυθμιστικές αρχές. Η πορεία ήταν και παραμένει προδιαγεγραμμένη. Προϊόντος του χρόνου, η προσφορά δικαιωμάτων ρύπων θα μειώνεται, ώστε το κόστος των ρύπων να αυξάνεται και να αποθαρρύνονται ακόμα περισσότερο, να καθίστανται οικονομικά μη βιώσιμες, οι πιο ρυπογόνες δραστηριότητες όπως οι λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής.
Άρα, όσο καθυστερούσε η πώληση των λιγνιτικών μονάδων, τόσο αυξανόταν το κόστος των δικαιωμάτων, τόσο έπεφτε η αξία των μονάδων.
Εσείς, αν είχατε προς πώληση μια σοδειά παραγινωμένων φρούτων, θα τα βγάζατε στην αγορά αμέσως ή θα περιμένατε μέχρι να σαπίσουν; Η κυβέρνησή μας περίμενε να σαπίσουν! Ατυχία, λοιπόν, ο άγονος διαγωνισμός;
Κατά τη γνώμη μου, όχι! Ήταν αποτέλεσμα σχεδιασμένης κωλυσιεργίας της κυβέρνησης. Εξαρχής, άλλωστε, ήταν απολύτως αρνητική σε οποιαδήποτε αποεπένδυση από το λιγνίτη, σε οποιαδήποτε αναδιάρθρωση της επιχείρησης. Ακύρωσε το σχέδιο αναδιάρθρωσης που είχε εκπονήσει η προηγούμενη κυβέρνηση2 χωρίς να το αντικαταστήσει με άλλο και ξεκίνησε κλεφτοπόλεμο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να μην αλλάξει τίποτα στη ΔΕΗ.
Με το κυβερνητικό παιχνίδι των καθυστερήσεων, η ΔΕΗ δεν έχασε απλώς 300 ή 400 εκατ.€3 που θα μπορούσε, ίσως, να εισπράξει από την έγκαιρη πώληση λίγα χρόνια νωρίτερα. Έχασε και τουλάχιστον άλλα τέσσερα χρόνια: η απολύτως αναγκαία αναδιάρθρωση της επιχείρησης δεν έγινε, τα λειτουργικά και χρηματοοικονομικά της προβλήματα επιτείνονται και την παραδίδουν στην πλήρη απαξίωση. Αυτή η απαξίωση αποτυπώνεται στη καταρρέουσα χρηματιστηριακή αξία της.
Η υστέρηση της ΔΕΗ
Οι ΑΠΕ ήταν για την αγορά ενέργειας ό,τι ήταν η κινητή τηλεφωνία για τις τηλεπικοινωνίες τη δεκαετία του ‘90. Επανάσταση! Το Μέλλον! Αλλά η ΔΕΗ έχασε το τρένο. (Δείτε εδώ τη σύγκριση με την πορτογαλική ΔΕΗ, πόσο δραματικά υστερεί η δική μας).
Η ανάπτυξη και ο «εκσυγχρονισμός» του ενεργειακού μείγματος της ΔΕΗ καθυστερούν δραματικά. Η καθυστέρηση της ΔΕΗ έχει την ίδια αιτία με την υστέρηση της χώρας: αλλεργία στις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή στις αναγκαίες θεσμικές & στρατηγικές αλλαγές που επιτρέπουν σε μια κοινωνία και μια επιχείρηση να προσαρμόζεται σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία.
Αλλάζουμε τους κανόνες, επειδή αλλάζουν οι συνθήκες. Όπως είχαν αλλάξει και τα δημογραφικά δεδομένα αλλά εμείς αγνοήσαμε για δεκαετίες την αναπόδραστη ανάγκη για μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, ενώ το αδιέξοδο ήταν ορατό και μετρήσιμο. Το ίδιο έκανε και η ΔΕΗ με το λιγνίτη. Αγνόησε τη νέα πραγματικότητα που διαμόρφωνε η πολιτική της Ευρώπης για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, και ενώ ήταν ορατό το μελλοντικό αδιέξοδο, παρέμεινε αδρανής μέχρι την πλήρη απαξίωση.
Η κρίση ήταν ένας καθρέφτης, μπορούσαμε να δούμε πόσο στραβά αρμενίζαμε. Εμείς αποφεύγαμε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη αλλά οι δανειστές μάς ανάγκασαν. Έτσι προέκυψε η λύση της μικρής ΔΕΗ2 το 2014. Αλλά τον Γενάρη του 2015 άλλαξαν όλα. Η νέα κυβέρνηση είχε μια οπισθοδρομική, αντιμεταρρυθμιστική ατζέντα. Όχι μόνο για τη ΔΕΗ, παντού! Κάποια ζητήματα με άμεσες δημοσιονομικές συνέπειες προχώρησαν λόγω πιέσεων των δανειστών αλλά η κυβέρνηση, όπου μπορούσε, εφάρμοσε τη σκληρή αντιμεταρρυθμιστική ατζέντα της. Η εκπαίδευση είναι ένα εύγλωττο παράδειγμα, όπως και η ΔΕΗ. Γι’ αυτό η χώρα έμεινε στάσιμη, γι’ αυτό η ΔΕΗ επενδύει ακόμα στο λιγνίτη, γι΄αυτό καταργείται ουσιαστικά το ΑΣΕΠ, γι΄αυτό ξηλώθηκε ο νόμος Διαμαντοπούλου, γι’ αυτό δεν προχωρά η αξιολόγηση στο Δημόσιο. Γι’ αυτό η χώρα δανείζεται ακόμα ακριβά από τις αγορές, με spreads σχεδόν ίδια με το 2014.
Το μοιραίο λάθος του 2015
Η Ευρώπη εγκαταλείπει το λιγνίτη εδώ. Η Γερμανία, η μεγαλύτερη παραγωγός ενέργειας από λιγνίτη στην Ευρωζώνη (η Ελλάδα είναι στη 2η θέση) σχεδιάζει μέχρι το 2038 να έχει αποσύρει όλες τις λιγνιτικές και ανθρακικές μονάδες εδώ.
Αλλά η ελληνική κυβέρνηση το 2015 -μόνη αυτή- διέκρινε ΤΗΝ ευκαιρία που δεν έβλεπαν οι άλλοι. Και με την υπογραφή του Π. Λαφαζάνη, που λειτουργούσε ως εκπρόσωπος του κύριου μετόχου, δηλαδή του έλληνα φορολογούμενου, η ΔΕΗ, αν και μαστίζεται από οικονομικά προβλήματα ήδη από το 2015, ξεκινά μια κολοσσιαία «επένδυση στο παρελθόν» την κατασκευή λιγνιτικής μονάδας ισχύος 660 MW, την «Πτολεμαΐδα V», ύψους 1,5 δισ.€. Η επένδυση θα ολοκληρωθεί το 2020 και υπό κανονικές συνθήκες έχει χρόνο απόσβεσης τα 40 έτη! Όταν όλοι γνωρίζουν ότι τα λιγνιτικά φουγάρα στην Ευρώπη θα έχουν σβήσει αρκετά χρόνια νωρίτερα.
Αν η ΔΕΗ επιχειρούσε αύριο να πουλήσει την καινούργια μονάδα της, αμφιβάλλω αν υπήρχε αγοραστής που θα πρόσφερε το 1/3 του κόστους κατασκευής της. Τα λέει καλύτερα ο ίδιος ο πρόεδρος της ΔΕΗ, ο κ. Παναγιωτάκης, που –υποθέτω- υπέγραψε την υλοποίηση της επένδυσης (Συνέδριο Economist, Νοέμβριος 2016 εδώ και εδώ):
«Αν με ρωτάτε αυστηρά επιχειρηματικά, δεν είναι καθόλου κερδοφόρο να επιδοτούνται τέτοιες επενδύσεις. Αντί να δώσουμε 1,5 δισ. ευρώ για την Πτολεμαΐδα V θα δίναμε τα μισά λεφτά και θα είχαμε ίση, ίσως και περισσότερη ισχύ και πολύ πιο γρήγορα σε μονάδες φυσικού αερίου. Όμως αυτές είναι οι αποφάσεις της πολιτείας, με τις οποίες δεν διαφωνώ. Η ΔΕΗ υποχρεώνεται εκ του ρόλου της να παίζει κι έναν δεύτερο γενικότερο ρόλο …»
Ούτε καν τα μισά, κύριε πρόεδρε! Στο 1/5 (300 εκατ.€) προϋπολογίζουν οι ανταγωνιστές της ΔΕΗ το κόστος κατασκευής μονάδας φυσικού αερίου ισοδύναμης ισχύος4.
Σύμφωνα με την ομολογία του προέδρου, η επένδυση δεν είναι προς το συμφέρον της ΔΕΗ αλλά εξυπηρετεί «ένα δεύτερο γενικότερο ρόλο». Πιθανότατα, υπονοεί τις θέσεις εργασίας και τις τοπικές κοινωνίες που εξαρτώνται οικονομικά από το λιγνίτη. Γι΄αυτό, ίσως, η ΔΕΗ λειτουργεί τις προς πώληση λιγνιτικές μονάδες μέχρι σήμερα με διπλάσιο αριθμό εργαζομένων (1248) από εκείνον που θεωρούν ικανοποιητικό οι ιδιώτες επενδυτές (600).
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για θέσεις εργασίας. Οι μόνες θέσεις εργασίας που απειλούνται από την «απόσυρση» του λιγνίτη είναι των εργαζομένων στα λιγνιτορυχεία της ΔΕΗ5. Συνολικά 3.417 εργαζόμενοι το 2014 ή 3.445 το 2017 (Ετήσια έκθεση ΔΕΗ 2014 σελ. 15 & 2017 σελ.17). Σε 40 χρόνια όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι θα έχουν συνταξιοδοτηθεί. Άλλοι σε 5 ή 10, άλλοι σε 30 ή 35, κατά μέσο όρο σε 20 χρόνια. Ο μέσος υπάλληλος του Δημοσίου κοστίζει στο κράτος κατά μέσο όρο 22 χιλιάδες ευρώ (συμπεριλαμβάνονται και οι ασφαλιστικές εισφορές).
Συμπέρασμα: 1,5 δισ.€, όσο το κόστος κατασκευής της «Πτολεμαΐδα V», είναι υπεραρκετά χρήματα, ώστε να καταβάλλεται σε κάθε υφιστάμενο εργαζόμενο στα ορυχεία της ΔΕΗ ποσό ίσο με το μέσο μισθό του Δημοσίου (συν εισφορές) για όσα χρόνια χρειαστεί μέχρι την συνταξιοδότησή του. Σημειωτέον, οι 3400 εργαζόμενοι στα ορυχεία σήμερα στηρίζουν τη λειτουργία όλων των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ (ισχύος ~4000 MW). Ενώ η «Πτολεμαΐδα V» δημιουργεί θέσεις εργασίας στα ορυχεία για όσους εργαζόμενους απαιτεί η τροφοδοσία μιας λιγνιτικής μονάδας 660 MW.
Το παραπάνω ακραίο παράδειγμα αποδεικνύει ότι η άσκηση κοινωνικής πολιτικής μέσω μη βιώσιμων επενδύσεων είναι διπλό λάθος.
Διότι α) πρόκειται για πολύ δαπανηρή μέθοδο επιδότησης-δημιουργίας θέσεων εργασίας και β) εκτός από την κατασπατάληση πολύτιμων πόρων εγκλωβίζει την επιχείρηση (ΔΕΗ) σε ένα παρωχημένο μοντέλο ανάπτυξης, σ’ ένα φαύλο κύκλο οικονομικής και λειτουργικής απαξίωσης.
Time is over!
Με τη δεδομένη πλέον οικονομική απαξίωση των λιγνιτικών μονάδων, όπως καταγράφηκε στον πρόσφατο άγονο διαγωνισμό, τελειώνουν και τα προσχήματα.
Όλα τα όμορφα λόγια για την προστασία του εθνικού πλούτου και του εθνικού καυσίμου (λιγνίτη) δεν ήταν παρά συγκεκαλυμμένη άρνηση να αναγνωρίσουμε ότι γεννιέται ένας νέος κόσμος και να προετοιμαστούμε για τον τοκετό. Πίσω από την αγωνία των εργαζομένων για τις θέσεις εργασίας στοιχήθηκε και η ανεύθυνη λαϊκιστική πλειοδοσία συνδικαλιστών και πολιτικών όλων των αποχρώσεων. Μαζί τους και όλοι εκείνοι που ωφελούνται από την υστέρηση της ΔΕΗ, υπεργολάβοι και προμηθευτές της ΔΕΗ που εμπλέκονται στην αλυσίδα της εξόρυξης και της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων.
Σήμερα, ως νέος εθνικός πλούτος προβάλλονται τα υδροηλεκτρικά της ΔΕΗ. Κυβέρνηση, διοίκηση της επιχείρησης και συνδικαλιστές θεωρούν την πώλησή τους μια ακόμη κόκκινη γραμμή. Όμως τα δάκρυα είναι κροκοδείλια, άλλο ένα, το τελευταίο, πρόσχημα για να μην αλλάξει τίποτα. Γιατί αυτό που, πρωτίστως, ενδιαφέρει είναι να παραμείνουν στον ίδιο κουβά οι προβληματικές (λιγνιτικές) και οι προνομιακές/κερδοφόρες (υδροηλεκτρικές) μονάδες. Για να μπορεί η επιχείρηση με την κερδοφορία της μιας τσέπης να χρηματοδοτεί τη ζημιά της άλλης τσέπης.
Για να μπορεί, βρε αδελφέ, η επιχείρηση να καίει λιγνίτη και να πληρώνει πανάκριβα δικαιώματα ρύπων, μέχρις να στερέψει από νερά ή από λιγνίτη η ελληνική γη.
Το πολύτιμο «κεφάλαιο» που λέγεται «Υδροηλεκτρικά», αντί να θυσιαστεί στον λιγνιτικό Καιάδα, πρέπει να αξιοποιηθεί για τη λειτουργική ανάπτυξη της ΔΕΗ και την δραστηριοποίησή της στο νέο ενεργειακό τοπίο.
Δεν αρέσει σε κανέναν η πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων. Αλλά πώς θα βγει η ΔΕΗ από τα αδιέξοδα που έχει περιέλθει; Με τι κεφάλαια θα χρηματοδοτήσει την ανάπτυξή της;
Ωραίες και ηρωικές οι κόκκινες γραμμές, αρκεί να μην οδηγούν στη λειτουργική απαξίωση! Κι από την άλλη μεριά, αν η θυσία της βασίλισσας είναι αναγκαία για να σωθεί η παρτίδα, γιατί όχι; Φυσικά υπάρχει(;) και η επιλογή του στρατηγικού επενδυτή που θα βάλει νέα κεφάλαια. Αλλά γρήγορα. Οι παλινωδίες και τα λάθη της τελευταίας 4ετίας έφεραν την επιχείρηση σε δεινή οικονομική θέση. Η αύξηση της τιμής των ρύπων στέλνει σε όλους – κυβέρνηση, διοίκηση και συνδικαλιστές- το μήνυμα «Time is over!».
Σημειώσεις
1Δεν είναι όλες οι λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ μηδενικής αξίας. Υπάρχουν λιγνιτικές μονάδες πιο νέες και καθαρές, σε σύγκριση με τις παλιές που πωλούνται και γι’ αυτό λιγότερο ευάλωτες στην αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων των ρύπων.
2Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προέβλεπε τη δημιουργία και πώληση μιας «μικρής ΔΕΗ» κατ΄ εικόνα και ομοίωση της «μεγάλης ΔΕΗ», η οποία θα κατείχε το 30% των παραγωγικών μονάδων (λιγνίτες, υδροηλεκτρικά, κ.λπ), των πελατών και των δανειακών υποχρεώσεων της επιχείρησης. Με την πώλησή της θα λυνόταν το πρόβλημα της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ στον τομέα της προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και στον τομέα της λιγνιτικής παραγωγής, ενώ τα έσοδα της πώλησης θα ενίσχυαν κεφαλαιακά τη ΔΕΗ για να χρηματοδοτήσει τη δυναμική ανάπτυξη στις νέες ενεργειακές αγορές (ΑΠΕ).
3Η εκτίμηση του ποσού είναι ενδεικτική.
4Ο ένας εξ αυτών (όμιλος ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ), πιθανότατα, θα χρηματοδοτήσει μέρος της κατασκευής της μονάδας φυσικού αερίου που σχεδιάζει με έσοδα από το εργολαβικό κέρδος που θα αποκομίσει από την κατασκευή της «Πτολεμαΐδας V», όπου λειτουργεί ως εργολάβος της ΔΕΗ!
5Η μονάδα παραγωγής απασχολεί εργαζόμενους είτε χρησιμοποιεί για καύσιμο το λιγνίτη είτε το φυσικό αέριο.