| CreativeProtagon
Απόψεις

Μπουκωμένοι με αντικαταθλιπτικά

Από το 2015 η κατανάλωση ψυχοτρόπων φαρμάκων έχει απογειωθεί στη χώρα μας, μαζί με την κατανάλωση κάνναβης. Ωστόσο, αποφεύγουμε τη δημόσια συζήτηση για την ψυχική υγεία. Είναι ταμπού. Και αν την ανοίξει η οργανωμένη πολιτεία, θα της πούμε ότι πάει να μας βγάλει τρελούς...
Κώστας Γιαννακίδης

Η σεροτονίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής. Παράγεται στο λεπτό έντερο και στον εγκέφαλο. Είναι μία ουσία που, όσον αφορά την εγκεφαλική λειτουργία, θεωρείται ότι παίζει ρόλο στη διάθεση και στη ρύθμιση του άγχους. Οταν έχεις κατάθλιψη, τα επίπεδα της σεροτονίνης στο εγκέφαλο υποχωρούν. Ενδέχεται, δε, να ευθύνεται η μείωση της σεροτονίνης για την εκδήλωση κατάθλιψης ή αγχώδους διαταραχής.

Για την αντιμετώπιση αυτής της συνθήκης, οι ψυχίατροι χορηγούν αντικαταθλιπτικά χάπια που ρυθμίζουν τα επίπεδα της σεροτονίνης και, κατά συνέπεια, τη διάθεση. Αν και πρόκειται για ψυχοφάρμακα, τα αντικαταθλιπτικά διατίθενται από τα φαρμακεία χωρίς συνταγή, καθώς, θεωρητικά, δεν προκαλούν εξάρτηση. Υπάρχουν πολλά σκευάσματα και, τις περισσότερες φορές, ο ψυχίατρος καλείται να μαντέψει (χωρίς εισαγωγικά) ποιο είναι το ιδανικό για κάθε ασθενή. Είναι δε πολύ πιθανό η έναρξη της θεραπείας να συνοδευτεί από επιδείνωση των συμπτωμάτων. Μάλιστα, το φύλλο οδηγιών κάποιων φαρμάκων προειδοποιεί τον ασθενή ότι ενδέχεται να εκδηλώσει ως και αυτοκτονική διάθεση.

Κάθε χρόνο οι Ελληνες ξοδεύουν περίπου μισό δισεκατομμύριο ευρώ για την αγορά αντικαταθλιπτικών, ηρεμιστικών και υπνωτικών, με σκοπό την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και του άγχους. Είναι τα φάρμακα της μέσης ηλικίας. Στο ηλικιακό φάσμα 45-59, τα ψυχοφάρμακα ακολουθούν τα σκευάσματα για την αντιμετώπιση της χοληστερίνης. Την τελευταία εξαετία στην ηλικιακή ομάδα 15-29 η συνταγογράφηση ψυχοτρόπων φαρμάκων έχει διπλασιαστεί. Η χορήγηση αντικαταθλιπτικών τετραπλασιάστηκε. Και μιλάμε για αυτά που καταγράφονται μέσω συνταγογράφησης. Είπαμε, τα αντικαταθλιπτικά χορηγούνται και χωρίς συνταγή γιατρού, δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι που αγοράζουν σκευάσματα είτε επειδή άκουσαν τη συμβουλή φίλου είτε επειδή ζητούν βοήθεια από τον φαρμακοποιό.

Στην υπερκατανάλωση ψυχοτρόπων σκευασμάτων πρέπει να προστεθεί και κάτι ακόμα, που συνήθως δεν συνυπολογίζεται στο τελικό άθροισμα. Είναι η κατανάλωση αλκοόλ και κάνναβης. Τα λύματα στην Ψυττάλεια μας δείχνουν ότι κάθε εβδομάδα στην Αθήνα καταναλώνονται 400 κιλά κάνναβη –νόμιμη, διά των προϊόντων που κυκλοφορούν στα περίπτερα, αλλά και παράνομη. Η φούντα που καπνίζεται στην Αθήνα θα μπορούσε να φτιάξει κάτι σαν ατομικό μανιτάρι πάνω από την πόλη, που στο κέντρο του σχηματίζεται το πρόσωπο του προβλήματος.

Ας μην το πούμε επιστημονικά. Ας το πούμε απλά. Ενα πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, εμείς οι ίδιοι αν θέλετε, δεν αισθανόμαστε καλά. Και αν δεν το καταλάβεις στο φαρμακείο, θα σου το πει, εμμέσως πλην σαφώς, το δελτίο ειδήσεων. Λέμε ότι ο κόσμος δεν πάει καλά. Σωστό. Εχει κατάθλιψη, αγχώδη διαταραχή, ψυχαναγκασμούς και φοβίες. Και καταφεύγει σε χάπια και ουσίες, ανταλλάσσοντας έναν καλό ύπνο με μία σειρά από παρενέργειες. Κάποιοι επιδεινώνουν την κατάστασή τους καταναλώνοντας σκευάσματα που δεν ενδείκνυνται για την κατάστασή τους. Δεν θα επισκεφτούν ψυχίατρο, επειδή το θεωρούν ταμπού. Βασανίζονται. Δεν περνάνε καλά στα καμαρίνια της ζωής τους και αυτό βγαίνει προς τα έξω.

Και εδώ πάντα μπαίνει το ερώτημα. Τι κάνουμε ως οργανωμένη κοινωνία, ως κράτος και πολιτεία; Ναι, έχουμε υφυπουργείο αρμόδιο για θέματα ψυχικής υγείας. Σωστό βήμα. Αλλά, αν δεν συζητήσουμε δημόσια για το μέγεθος του προβλήματος και τρόπους για τον έλεγχο ή τον περιορισμό του, αυτό θα μεγαλώσει περισσότερο, θα βγάλει και άλλα δόντια. Για σκεφτείτε το. Υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής νόσου και όμως δεν γίνεται δημόσια κουβέντα, δεν συζητάμε για την υποστήριξή τους από δομές που πρέπει να δημιουργηθούν.

Αλλά ποιος θα βγει και θα μιλήσει στον γενικό πληθυσμό για την ψυχική υγεία του; Η κυβέρνηση; Θα της πουν ότι πάει να μας βγάλει τρελούς, ότι μας προσβάλλει. Οι ψυχίατροι; Θα τους κατηγορήσουν για άγρα πελατείας. Είναι ταμπού. Και εν τέλει, χάπια υπάρχουν.