Δεν είναι κατά συνθήκη ψεύδη, είναι ωμές, χοντροκομμένες, πρόστυχες αλλοιώσεις της πραγματικότητας. Όχι της υποκειμενικής, της αντικειμενικής, ναι υπάρχει και αυτή. Αρκετά από αυτά αρνούμαστε να τα αποκαλύψουμε δημόσια –παρά μόνο στον εαυτό μας και στις στενές μας παρέες, συνήθως χαριτολογώντας- από τον φόβο μην χαρακτηριστούμε ως κάτι που το φοβόμαστε σαν τον διάολο.
Για παράδειγμα, τα δημοψηφίσματα. Τα δημοψηφίσματα γίνονται όταν διακυβεύεται κάτι πραγματικά πολύτιμο, είναι διαφορετικά από τις εκλογές, στις οποίες οι κάλπες δεν κρύβουν καμία έκπληξη και πάντα έρχεται μία η άλλη, όποιος και να βγει. Ένα δημοψήφισμα όμως για βασικές διατάξεις του Συντάγματος ή για αλλαγές στο πολίτευμα, είναι μία ιστορία που δεν την αφήνεις στην τύχη και στην ψήφο απολίτικων και χουλιγκάνων. Αυτά συμβαίνουν μόνο στις δημοκρατίες, και προϋποθέτουν ενημερωμένους πολίτες με κριτική σκέψη και ικανότητα σύνθεσης, ενεργούς πολίτες. Τέτοιες δημοκρατίες δεν υπάρχουν. Πες μου την αλήθεια, πόσες φορές βλέποντας τους χουλιγκάνους στα γήπεδα, τους σκυλάδες της παραλιακής, τις γιαγιάδες στο χωριό, δεν έχεις σκεφτεί την φράση «Χριστέ μου η ψήφος τους μετράει ίσα με την δική μου!». Δεν το λες παραέξω γιατί θα σε πουν από ελιτίστα μέχρι ρατσιστή. Ορθώς θα σε πούνε, το αυγό του φιδιού δεν το πιάνει το μάτι σου και δεν το αισθάνεσαι ακόμη κι όταν το γεννοβολάς ο ίδιος. Όμως το έχουμε σκεφτεί όλοι!
Και το αδιαμφισβήτητο γεγονός πως για την αμορφωσιά και την σκυλονοοτροπία των πολλών ευθύνονται εκείνοι οι λίγοι που «ξέρουν», οι «μορφωμένοι», οι λογής λογής υπεύθυνοι αυτού του τόπου δεν αναιρεί δυστυχώς τον τρόμο σου μην τυχόν και «μετρηθούμε» μαζί τους σε κάποιο δημοψήφισμα στο οποίο θα παίζεται κυριολεκτικά το μέλλον μας.
Από την άλλη βέβαια, έχουμε τους γνωρίζοντες, τους χιλιοσπουδαγμένους, τους ενεργούς, τους πνευματικούς και μη, τους πολιτικούς, τους επιχειρηματίες, τους ταγούς. Δεν είναι αμόρφωτοι, δεν είναι χουλιγκάνοι –με την στενή έννοια. Τους εμπιστεύεσαι; Θα προτιμούσες να «μετρηθείς» μαζί τους; Μα τόσα χρόνια μετριόμαστε και τρώμε το ένα γκολ μετά το άλλο. Μεγάλη η ευθύνη τους για την εθνική κατάθλιψη, για την σχεδόν οριστική ήττα. Συντάσσεσαι μαζί τους όταν μιλάνε για Εθνικό συμφέρον; Πραγματικά πιστεύεις πως το συμφέρον μας είναι κοινό; Το να έχουμε να πληρώσουμε συντάξεις τον Ιούλιο; Εκεί εξαντλείται το κοινό μας συμφέρον σύμφωνα με την ρητορική τους.
Ο Αριστοτέλης –αν θυμάμαι καλά, έχουν περάσει χρόνια που το διάβασα- είχε πει πως η Δημοκρατία είναι το τέλειο πολίτευμα για κοινωνίες μέχρι δέκα χιλιάδες νοματαίους. Από κει και πέρα η μπάλα χάνεται. Είναι εξαιρετικά εύκολο να δημιουργηθούν πλειοψηφίες από όχλο, όπως και πλειοψηφίες από σπουδαγμένους αμοραλιστές. Δεν προτείνω βέβαια να ξαναγυρίσουμε στις πόλεις- κράτη (αν και είναι η μόνη ορατή προοπτική για να ξαναβρεί τις αντιστοιχίες της η Δημοκρατία) ούτε να περιμένουμε να γεμίσουμε από πολίτες με κοφτερή σκέψη και βαθιά παιδεία. Έτσι κι αλλιώς –για να μην παρεξηγηθώ- τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ίδια για όλους ανεξαιρέτως, είτε πετάς μπουκάλια και καδρόνια σε διαιτητές είτε ανακαλύπτεις το εμβόλιο για την ιλαρά. Και όσο κι αν θεωρηθεί λαϊκίστικο από κάποιους, περισσότερη ανάγκη έχουμε να ακουστεί ο θρήνος του σακατεμένου των 400 ευρώ τον μήνα, παρά το χαμόγελο του Γιώργου Παπακωνσταντίνου. (Φιλική συμβουλή: είσαι κι εσύ άνθρωπος όπως όλοι, αλλά μην ξαναχαμογελάσεις δημόσια ποτέ! Για κανέναν λόγο. Ούτε σε ανέκδοτο. Απλά απαγορεύεται! Είναι εικαστική πρόκληση. Δεν το καταλαβαίνεις και μόνος σου μωρέ;)
Είναι σαφές πως δεν έχω πρόταση. Μόνο τον φόβο μου για τα δημοψηφίσματα σε τέτοιες «δημοκρατίες». Θα τεθεί με τέτοιον τρόπο η ερώτηση που ο βλάκας, ο χουλιγκάνος, ο σκυλάς, θα ψαρώσουν. Δεν είμαι τίποτα σημαντικότερο από αυτούς, τίποτα καλύτερο ή ανώτερο. Απλά τους φοβάμαι. Πολύ.
Κι όταν με κυριεύει εκείνο το δηλητήριο πως η ψήφος μου πρέπει να μετράει περισσότερο από την δική τους –γιατί άραγε ρε μεγάλε;- προσπαθώ να το καταπιώ και να μην το φτύσω έξω. Μακάρι να καταφέρω μέχρι τέλους να υπερασπίζομαι την ισότητα ακόμη κι όταν στρέφεται εναντίον μου και εξαρθρώνει τον κόσμο μου. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος.
Θεέ μου, τι μπερδεμένο κείμενο! Τι εποχή…