«Με φτιάχνει να φαντασιώνομαι ότι κάνω σεξ πάνω στο τραπέζι ενός εστιατορίου, ενώ γύρω μας οι άλλοι σταματάνε να τρώνε και μας κοιτάνε με ζήλια. Είναι φυσιολογικό αυτό; Τι λέει για τον χαρακτήρα μου;» ρωτούσε με αγωνία η Κ.
Στους ψυχαναλυτικούς καιρούς που ζούμε, όπου όλα υποτίθεται ότι έχουν κρυφά αίτια που ανάγονται σε εμπειρίες χαμένες στα βάθη της παιδικής μας ηλικίας, θεωρούμε απολύτως βέβαιο ότι οι σεξουαλικές φαντασιώσεις μας αποκαλύπτουν φοβερά (ή έστω ενδιαφέροντα) πράγματα για την προσωπικότητά μας. Τελικά τι αποκαλύπτουν οι φαντασιώσεις σου για σένα;
Τίποτα! Εννοώ τίποτα το άμεσα αξιοποιήσιμο και σίγουρα τίποτα το επαληθεύσιμο.
Ξεχνάμε ότι οι φαντασιώσεις μας είναι ακριβώς αυτό: φαντασία. Φτιαχτές ιστορίες, στις οποίες εμείς είμαστε ο αποκλειστικός σκηνοθέτης, σεναριογράφος, υπεύθυνος για τη διαλογή ηθοποιών, μακιγιέρ, ηχολήπτης, μοντέρ κτλ. Στις φαντασιώσεις μας γίνεται ακριβώς αυτό που θέλουμε, πάντα! Δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα και σίγουρα όχι με το πραγματικό σεξ, όπου πολύ συχνά τα πράγματα δεν γίνονται ακριβώς όπως τα θέλουμε (ενίοτε ούτε καν πλησιάζουν).
Μπορεί να με φτιάχνει να φαντασιώνομαι ότι με κρεμάνε ανάποδα και μου κάνουν στοματικό δεκαοχτώ κοκκινομάλληδες δικηγόροι αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θέλω να συμβεί στην πραγματικότητα. Σύμφωνα με έρευνες, το 30-60% των γυναικών έχει φαντασιώσεις «βιασμού», ένα εύρημα που αντιβαίνει στον δυναμισμό πολλών γυναικών. Ξεχνάμε, όμως, ότι ο βιασμός σαν φαντασίωση δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον πραγματικό βιασμό. Στον φαντασιωσικό βιασμό, η γυναίκα (ή, γιατί όχι, ο άντρας) επιλέγει εκείνη τον βιαστή, την εμφάνισή του, το σκηνικό, την πράξη, την «παράσταση βίας» – δηλαδή ακριβώς το αντίθετο που συμβαίνει σ’ έναν πραγματικό βιασμό, όπου η γυναίκα δεν έχει καμία επιλογή. Η φαντασίωση βιασμού δεν είναι παρά μια σκηνοθετημένη παράσταση, η οποία μας φτιάχνει, ξέροντας καλά ότι δεν είναι αλήθεια κι ούτε θα θέλαμε να είναι αλήθεια. Όπως σε μια ταινία που βλέπουμε κάποιον να ξεκοιλιάζεται και γουστάρουμε, χωρίς να θέλουμε να το δούμε ποτέ αυτό στην πραγματικότητά μας.
Το ίδιο συμβαίνει με τις σεξουαλικές φαντασιώσεις. Γνωρίζω ότι κυκλοφορούν διάφορες (αναπόδεικτες) θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες οι φαντασιώσεις μας αντλούν προέλευση από τα πρώτα μας σεξουαλικά σκιρτήματα στην παιδική ηλικία. Ακόμα κι αν ισχύει, τι μ’ αυτό; Πειράζει; Τι μας ενοχλεί αν καυλώνουμε με κάποια μη αναμενόμενη εικόνα στο μυαλό μας – από τη στιγμή που δεν βλάπτουμε κανέναν;
Η ιδέα πως η συμπεριφορά μας μπορεί να εξηγηθεί και/ή να δικαιολογηθεί με βάση τα πρώιμα βιώματά μας είναι πολύ θελκτική. Αυτή η διερεύνηση, όμως μόνο αθώα δεν είναι· τέτοιες εξηγήσεις αναζητούμε για πράγματα που θεωρούμε προβληματικά. Π.χ. δεν μπαίνω στον κόπο να ψάξω ποτέ γιατί είμαι τόσο γενναιόδωρος ή καλός ακροατής. Αντιθέτως, τις φαντασιώσεις μας τις ψαχουλεύουμε επειδή, ορμώμενοι από τον αρνητισμό προς το σεξ, αναζητούμε τρόπο να τις ξορκίσουμε ή επιβεβαίωση ότι είμαστε φυσιολογικοί. Αλλά ποιες είναι, στο κάτω κάτω, οι «φυσιολογικές» φαντασιώσεις σε αντίθεση με τις «μη φυσιολογικές» (που υποτίθεται ότι αποκαλύπτουν πράγματα και θάματα για μας);
Το 50% των γυναικών, λέει μια άλλη έρευνα, έχει σεξουαλικές φαντασιώσεις με άλλες γυναίκες. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι κρυφογκέι, αμφί ή μπερδεμένες. Το να φαντασιώνομαι κάτι δεν σημαίνει ότι θέλω να συμβεί στ’ αλήθεια – ούτε στο σεξ ούτε αλλού. Πόσες φορές έχουμε φαντασιωθεί ότι πλακώνουμε στα χαστούκια τον μπροστινό μας οδηγό; Θέλουμε πραγματικά ν’ ασκήσουμε βία; Ή απλώς εκτονώνουμε θυμό μ’ έναν υγιή τρόπο; Βέβαια, αν ο μόνος τρόπος για να τελειώσω είναι να φαντασιώνομαι ότι κάνω σεξ με γυναίκες, τότε μάλλον έχω ένα θεματάκι προς διερεύνηση.
Οι σεξουαλικές φαντασιώσεις μας είναι ένα γόνιμο και δημιουργικό πεδίο και είναι εντάξει να το αφήσουμε αλογόκριτο. Μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι το σεξ που κάνουμε με τους συντρόφους μας συχνά είναι λιγότερο εντυπωσιακό απ’ τις εικόνες, τις σκέψεις και τις φαντασιώσεις που έχουμε στο μυαλό μας. Κι όπως έχω ξαναγράψει, σεξ κάνουμε μόνο με το μυαλό μας, όχι με το σώμα μας.