Τον Μάρτιο του 2010, δούλεψα στον ελληνικό προκριματικό για το τραγούδι που θα εκπροσωπούσε την Ελλάδα στον διαγωνισμό της Eurovision. Την πρόκριση πήρε το «Opa», του Γιώργου Αλκαίου. Τις εντυπώσεις, όμως, έκλεψε ένα κορίτσι-φωτιά, που τραγουδούσε, χόρευε και εκτόξευε σε χορευτικά ύψη την Κρητικο-ντανς-χοπ «Κιβωτό του Νώε» του Μάνου Πυροβολάκη. Ήταν φανερό ότι είχε γεννηθεί ένα αστεράκι εκείνο το βράδυ. Απλώς, περίμενε τη στιγμή του για να λάμψει. «Φουρέιρα», μουρμουρούσε ο μάλλον αλλεργικός στην επιφάνεια της Eurovision σύζυγός μου, μαγεμένος από τα θέλγητρα της δεσποινίδος. «Φουρέιρα», βρυχήθηκε κάτω από τα μουστάκια που (δεν) είχε ο Τζόνι Καλημέρης, όταν τον ρωτούσα off the record τι «έβλεπε» για την επόμενη χρονιά στον διαγωνισμό. Ελένη Φουρέιρα, ένας ιδιαίτερος συνδυασμός, κάτι ανάμεσα σε πιτσιρίκα Βίσση και καινούρια Παπαρίζου. Ποπ, με όλη τη σημασία της λέξης, προικισμένη με ρυθμό, φωνή, γοητευτικό χαμόγελο και τσαχπινιά. Δεν βγαίνει αυτό το καλούπι κάθε μέρα. Ενθουσιάστηκα.
Την καλέσαμε στο πρόγραμμα που στήναμε τότε στην (να ζήσουμε να τη θυμόμαστε) ΕΡΤ. Ήμουν πολύ χαρούμενη που θα την υποδεχόμαστε.
«Και τι όνομα είναι αυτό το Φουρέιρα; Από πού είσαι; Σαν ισπανικό μου ακούγεται, ή βραζιλιάνικο; Πάντως, μιλάς τέλεια ελληνικά», σχολίασα η άσχετη, η πανηλίθια, η ανυποψίαστη, στο κοριτσάκι που καθόταν απέναντί μου, στη ζωντανή εκπομπή.
Το παιδί -γιατί παιδί ήταν- χλόμιασε. Πάνιασε. Έγινε σταχτί κάτω από το ψεύτικο μπρονζέ σολάριουμ, το θυμάμαι σαν να είναι τώρα. Η παύση που ακολούθησε μου φάνηκε αμήχανος αιώνας, ήταν κι εκείνα τα τεράστια μάτια καρφωμένα επάνω μου, με μια αγωνία ελαφίνας πριν φάει τη σφαίρα του δίκαννου στο δόξα πατρί.
«Αλλαξε θέμα συζήτησης τώρα αμέσως», ήρθε ο από μηχανής θεός από το ακουστικό. «Δεν το βλέπεις; Τη φέρνεις σε δύσκολη θέση».
Αλλαξα θέμα, και άλλαξα συζήτηση, και άλλαξα καλεσμένη, μέρα, εκπομπή, κανάλι, δουλειά, χώρα, ήπειρο, ζωή. Και ποτέ δεν ασχολήθηκα ξανά με την Ελένη -από που είσαι εσύ- Φουρέιρα. Ούτε οι δρόμοι μας συναντήθηκαν ποτέ. Το μόνο που ήξερα ήταν πως εκείνη η κοπέλα με το ταλέντο και το γοητευτικό χαμόγελο δεν έγινε ποτέ η νέα Βίσση. Ούτε καν η νέα Παπαρίζου.
Πέρασαν σχεδόν πέντε χρόνια. Χτες, έλαβα την κοινοποίηση ενός καλλιτεχνικού ρεπορτάζ, στο οποίο η Ελένη Φουρέιρα αποκάλυπτε ότι είναι Αλβανίδα και το έκρυβε γιατί θα της έκλειναν όλες οι πόρτες – «οι δισκογραφικές ούτε που ήθελαν να ακούσουν τέτοιο πράγμα», φέρεται να δήλωσε.
Μου ξανάρθαν όλα. Δεν είχα ξεχάσει τίποτα, τελικά. Σπάνια έχω νιώσει τόσο έντονα τη διάθεση να ορμήξω στους λεπτοδείκτες του χρόνου και να τον γυρίσω με βρισιές και κατάρες προς τα πίσω. Να ήξερα ότι η κοπέλα ήταν από την Αλβανία. Πώς να φανταστώ ότι ντρεπόταν να το πει; Ούτε που μπορούσα να το διανοηθώ. Να μου το είχε πει κάποιος, έστω κι εκείνος ο ρημάδης από το ακουστικό, που ήξερε, αλλά από τακτ δεν μου το σφύριξε το ίνφο.
Θα τη βούταγα από τα εξτένσιονς -αλλά τρυφερά, σαν μαμά. «Τι κάνεις;» θα της έλεγα -όχι στον αέρα, αλλά ιδιαιτέρως, από πριν. «Γιατί κρύβεις την καταγωγή σου; Σ’ έχουμε δει, σε έχουμε ακούσει εκατοντάδες άτομα τους δύο τελευταίους μήνες, και ούτε μισός, μ’ ακούς κοπελιά, ούτε μισός, ούτε ο πιο ψείρας, ούτε ο πιο σκατόψυχος, δεν έχει ασχοληθεί με το πού γεννήθηκες, πού μεγάλωσες, από πού έρχεσαι, από την Ελλάδα, την Ισπανία, το Δυρράχιο ή το Ταμ-τουμ με τις μαϊμούδες. Όλοι συζητάμε πόσο κούκλα είσαι, πόσο αστεράκι είσαι, πόσο θηλυκό είσαι. Τι κάνεις; Γιατί πας να καταστραφείς;».
Τα ένοχα μυστικά στις σόου μπίζνες, στην πολιτική, στην προσωπική ζωή είναι φαρμακερά βαρίδια: Σου σκοτεινιάζουν το βλέμμα, σου μικραίνουν την ψυχή. Κρίμα να τ’ αφήνεις να σε τραβάνε στον πάτο, ειδικά όταν δεν υπάρχει λόγος να τα έχεις μυστικά – πόσο μάλλον «ένοχα».
Εκείνη τη στιγμή θύμωσα με την Ελένη Φουρέιρα.
Μέσα στην ασχετοσύνη μου νόμιζα ότι η κοπέλα ήταν από Ισπανό ή Λατινοαμερικανό πατέρα και Ελληνίδα μητέρα. Γι’ αυτό ξεφούρνισα τέτοιες αηδίες, κι εκείνη -τώρα καταλαβαίνω, Θεέ μου- θα νόμιζε ότι την ειρωνευόμουν! Κοκκινίζω και που το σκέφτομαι. Ήταν ένα αθώο λάθος, Φουρέιρα. Δεν ήταν το πρώτο παιδί τέτοιου ζευγαριού που έχω γνωρίσει και δεν θα είναι, ελπίζω, το τελευταίο… Αν με διόρθωνε και μου έλεγε «όχι, βρε Ρίκα, από την Αλβανία είμαι, μα τι σενάρια φτιάχνεις;» και σκάγαμε στα γέλια και οι δύο; Αν; Είμαι σχεδόν σίγουρη ότι η ιστορία της Ελένης θα ήταν σήμερα -κάπως- διαφορετική.
Το νεανικό κοινό, η ποπ πελατεία αγάπησε την Ελένη, αλλά δεν την αγάπησε ανεπιφύλακτα, σαν σταρ. Όχι επειδή αποστράφηκε την αλβανική της καταγωγή, αλλά επειδή η ίδια δίστασε στο ξεκίνημα της καριέρας της να την αποδεχτεί. Επειδή δεν είπε ακριβώς ψέματα, αλλά έκανε μια διακριτική γαργάρα την ιστορία της: Γονείς, πατρίδα, παιδικά χρόνια, σόγια, προσωπικές ιστορίες, όλα αυτά που συνθέτουν την περσόνα ενός ποπ σταρ. Κι όλα αυτά προς τι; Προς χάριν μιας προσπάθειας να γίνει αποδεκτή σαν «τσόντα» στο πρώτο πρόγραμμα μιας λαϊκής πίστας, ενώ θα μπορούσε να είναι -πολύ γρήγορα- η φίρμα αυτής της πίστας.
Η Τζένιφερ Λόπεζ έχτισε μια αυτοκρατορία πάνω στην περσόνα τής «Jennie from the block», του κοριτσιού του χισπάνο γκέτο. H Φουρέιρα είχε στα χέρια της μια παρόμοια ευκαιρία να ξεχωρίσει – και την κλώτσησε, σ’ ένα σπαραχτικά άδικο αυτογκόλ.
Το θετικό σ’ αυτήν την ιστορία είναι ότι εκείνο το παιδί που γνώρισα πριν πέντε χρόνια είναι τώρα μια νεαρή κυρία. Πολύ νεαρή – ίσως δεν είναι ακόμα αργά. Ίσως αυτή η λυτρωτική αποκάλυψη -που μόνο την ίδια λύτρωσε (εμείς, δεν τραβούσαμε κανένα ζόρι με το πούθε κρατάει η σκούφια της)- να είναι το σημάδι ενός καινούριου ξεκινήματος.
Αλλά κι αν είναι κάπως αργά για την Ελένη, δεν είναι αργά για την επόμενη Ελένη. Ή για τον επόμενο καλλιτέχνη, επιστήμονα, συγγραφέα, χορευτή, πολιτικό, κλόουν, σεφ, δεν με νοιάζει ποιαν ή ποιον. Που να έχει γεννηθεί στο εξωτερικό, κι αυτό το εξωτερικό να μην είναι οι ΗΠΑ, ο Καναδας, ή η… Γαλλία – ή οποιαδήποτε από τις «γκλάμορους» χώρες. Έναν άνθρωπο που θα δοκιμάσει το δημόσιο δρόμο του χωρίς να κομπλεξάρεται από την καταγωγή του. Η Ελλάδα έχει προχωρήσει. Κανείς, νομίζω, δεν χαλιέται μαθαίνοντας από πού μας έρχεται ένας ταλαντούχος νέος άνθρωπος -εκτός από κάτι μπαμπουίνους κατωτέρας εγκεφαλικής υποστάθμης- αλλά αυτοί υπάρχουν, δυστυχώς, απανταχού της γης.
Η καταγωγή μας είναι το πιο φυσικό πράγμα, είναι φοβερό να την κρύβουμε ή να την τροποποιούμε, επειδή ανησυχούμε μήπως δεν μας δεχτούν σε κάποιο σαλόνι.
Μακάρι η ιστοριούλα που σας αφηγήθηκα σήμερα να γίνει αφορμή να ξε-αγχωθεί το επόμενο νέο παιδί που ανοίγει τώρα τα φτερά του. Έστω και ένα να το νιώσει, θα ξέρω πως όλο αυτό το στενάχωρο δεν έγινε τζάμπα.
Θα ξέρω πως, κι αν δεν μπορώ να γυρίσω πέντε χρόνια πίσω, θα μπορέσει η Ελένη Φουρέιρα να με συγχωρέσει για την τότε αστοχία μου. Και πριν συγχωρέσει εμένα, πρωτίστως να συγχωρήσει φυσικά, την Ελένη Φουρέιρα για τη δική της…