Να μπεις. Να μπεις για να νιώσεις τι νιώθει. Γιατί αν δεν συναισθανθείς, θα ξεχάσεις. Έτσι συμβαίνει συνήθως.
Δεν θα είναι το τελευταίο το τροχαίο της περασμένης Κυριακής. Στατιστικά και δυστυχώς θα υπάρξουν κι άλλα. Ξαναθυμήθηκα τα «Νεανικά Τροχαία» των Πρωταγωνιστών. Να ανοίξουν τα νοσοκομεία και το ΚΑΤ για να βλέπουν όλοι την κατάληξη της μέθης, της ταχύτητας, της επιπολαιότητας, της ανευθυνότητας, επεσήμαινε. Διασείσεις, σπασίματα, ανοιγμένα κεφάλια, παραλύσεις, θάνατοι. Και επιπλέον: να λειτουργήσει η πρόληψη πριν από την θεραπεία.
Στο πάρτι της Λίνδου, στη 1:30 τα ξημερώματα, ήταν εκεί ένα περιπολικό με δύο τροχονόμους στην κάτω πλατεία του χωριού. Στις 5:30 που έφευγαν οι περισσότεροι σαν τρελοί, μεθυσμένοι, τρεκλίζοντες και μαστουρωμένοι, ήταν απόντες. Όλοι οι τροχαίοι. Μια ανηφόρα και μοναδική είναι η έξοδος από την πλατεία προς την κεντρική αρτηρία του νησιού. Απόντες άπαντες. Κανένα αλκοτέστ, κανένας έλεγχος, καμία προστασία όχι μόνο στον μεθυσμένο, αλλά και στον ξεμέθυστο που κυκλοφορεί για να πάει στη δουλειά του ή που επιστρέφει από τη δουλειά του.
Η διαδικασία ενός τροχαίου «ωραιοποιείται» και από το επίσημο κράτος. Βεβαίως και γίνεται αυτόφωρη σύλληψη για λίγες ώρες στην περίπτωση δυστυχήματος. Έξι μήνες χρειάζονται για να σχηματιστεί η δικογραφία του τροχαίου (δυστυχήματος), τρία με τέσσερα χρόνια για να γίνει το δικαστήριο, και η ποινή «παίζει» όταν φταις από αφαίρεση διπλώματος μέχρι και εξαγοράσιμη φυλάκιση. Αυτά λέει ο νόμος. Αυτά λένε -και τους βολεύει να μην σπάσουν αυγά- και οι επίσημοι. Διοικητές και οι συμπαρομαρτούντες. Γιατί κάποιοι θέλουν την καρέκλα και τα επ’ ώμου γαλόνια.
Δεν γνωρίζω αν κάποιος από αυτούς που έχουν θέσεις κλειδιά, είτε στο νομοθετικό κομμάτι, είτε στο διοικητικό της Τροχαίας, βρέθηκαν στη θέση εκείνου που μετρούσε την απώλεια της ανθρώπινης ζωής. Υποθέτω πως δεν θα αντιμετώπιζαν τόσο χαλαρά το ζήτημα. Γιατί να χάνεις άνθρωπο από τη μια στιγμή στην άλλη επειδή κάποιος άλλος δίπλα ή απέναντι οδηγεί μεθυσμένος ή τρέχει, δεν καταπίνεται, ούτε ξεχνιέται. Τούτη η χώρα η φτωχή, όμως, πάλευε πάντα με τα ντουβάρια. Για όλα φταίνε οι δρόμοι που δεν είναι καλοί. Όχι το μπετόν που βάλαμε στο κεφάλι μας. Διότι ανέκαθεν, αυτό πιστεύαμε πως ήταν το πρόβλημά μας: οι κακοί δρόμοι. Όταν άλλοι λαοί δημιουργούν μέσω της εκπαίδευσης χειριστές οχημάτων με οδική συνείδηση, εμείς στην Ελλάδα φτιάχνουμε δρόμους και μυαλά από μπετόν, που στρουθοκαμηλίζουν και «εγωπαθιάζονται». Και παράλληλα, το δημόσιο σύστημα προστασίας του πολίτη -νομοθετικό και τροχονομικό/αστυνομικό- χρεώνει την ανθρώπινη ζωή με εξάμηνη εξαγοράσιμη φυλάκιση για τον υπαίτιο του δυστυχήματος.
Μάλιστα!
Να μπαίναμε στη θέση των άλλων!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News