Protagon A περίοδος

Σtella, εδώ και τώρα

Είναι ευγενική, παράξενα προσγειωμένη, έχει μια χαρακτηριστική συστολή, όπως και στη σκηνή.

Έλενα Παπαδημητρίου

Αν θέλεις να βασανίσεις έναν καλλιτέχνη, να τον βάλεις να ξυπνήσει πρωί για να σου μιλήσει. Οι περισσότεροι είναι νυχτοπούλια, περιπλανιούνται τις νύχτες ανάμεσα σε μελωδίες και στίχους, απολαμβάνουν την ησυχία, μας φυλάνε όσο κοιμόμαστε. Τη Σtella, τη Στέλλα Χρονοπούλου δηλαδή, καθόλου δεν ήθελα να τη βασανίσω όταν της ζήτησα να κάνουμε έναν πρωινό περίπατο σε μέρος της δικής της επιλογής αφού ήξερα πως είναι πρωινός τύπος. Ή μάλλον και πρωινός τύπος. Και βραδινός δηλαδή καθώς εκείνη, η έμπνευση τη συναντά χωρίς ραντεβού, απροειδοποίητα, ό,τι ώρα να 'ναι.

Μπήκαμε στο ρημαγμένο, κατά τόπους, Πεδίον του Άρεως, στη γειτονιά που μένει, εκεί που τριγυρνούσε ως παιδάκι όταν την έπαιρνε στο ιατρείο ο πατέρας της, σε μια γωνιά του κέντρου της Αθήνας που ενώ για πολλούς έχει αλλάξει, έχει αγριέψει, η Στέλλα περπατάει με την ίδια ανεμελιά που είχε μικρή. Είναι ευγενική, παράξενα προσγειωμένη, έχει μια χαρακτηριστική συστολή, όπως και στη σκηνή. Από το 2010 οπότε και την παρακολουθώ ως τραγουδίστρια των Expert Medicine μέχρι σήμερα που κυκλοφόρησε τον πρώτο της ελέκτρο ποπ δίσκο της, που έγραψε η ίδια, μου δίνει την εντύπωση πως ακόμη κι όταν βρίσκεται στη σκηνή, θα ήθελε να μένει απαρατήρητη, κι ας μοιάζει παραπάνω από παράδοξο αυτό. Και γίνεται κι άλλο παράδοξο διότι δεν είναι καθόλου απόμακρη, καθόλου σνομπ. Είναι εκεί, σε κοιτάει, σου τραγουδάει, επικοινωνεί μαζί σου, με τον δικό της δυνατό αλλά ήρεμο, ήμερο τρόπο.

«Όταν μου είπαν οι Expert πως θα έβγαινα στη σκηνή μαζί τους, μετά από ατελείωτες ώρες στην ηχογράφηση, στο στούντιο και τις πρόβες, τους είπα γεια σας, εγώ δεν βγαίνω. Πείσθηκα όταν κατάλαβα πως θα τους κρεμούσα αν δεν το έκανα. Από υποχρέωση, δηλαδή, ανέβηκα πρώτη φορά να τραγουδήσω». Πάνω που πάω να τη ρωτήσω αν τη φοβίζει κάτι όταν εκτίθεται, πέφτουμε πάνω σ’ ένα κολάζ γκράφιτι από διάφορους καλλιτέχνες του δρόμου σε ένα από τα κτίρια του πάρκου. Ως ζωγράφο και απόφοιτη της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας -εκτός από τραγουδίστρια-συνθέτρια, και πολυ-οργανίστρια-, τη ρωτώ για τα γκράφιτι του Πολυτεχνείου. «Πήγα, τα είδα. Ξέρεις, αν βγάλω έξω το όποιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω κάτι τόσο επεμβατικό. Θα ήταν σαν να πήγαινα με την κιθάρα μου να στηθώ έξω από το Πολυτεχνείο και να παίζω. Ποτέ δεν θα μπορούσα να το κάνω. Θέλει θράσος μια τέτοια επέμβαση».

Τίποτα πάνω της δεν φωνάζει, δεν προκαλεί. Και τη δημοσιότητα, τις διθυραμβικές κριτικές και τα κολακευτικά σχόλια που έχει πάρει η ίδια και ο δίσκος της εσχάτως, κι αυτά με διακριτικότητα τα χειρίζεται. Και λίγη αμηχανία. Εκείνη την ενδιαφέρει να ασχολείται με τη μουσική, κι ας μην είναι εύκολο να βιοπορίζεται ακόμη από αυτήν. Θα μαράζωνε χωρίς τη μουσική, όχι χωρίς τα πολλά χρήματα. Το έχει ζήσει εξάλλου, μαράζωσε όταν δουλεύοντας, τα «εύπορα» χρόνια του Τύπου, στα περιοδικά, αμειβόταν πάρα πολύ καλά αλλά ζούσε μακριά από τη μουσική και την αφοσίωσή της σε αυτήν. Αυτή η αφοσίωση αλλά και η προσωπικότητά της έχουν αποτυπωθεί  σε αυτό το άλμπουμ με την εξαιρετική παραγωγή και το υψηλό επίπεδο αισθητικής. Από το εξώφυλλο με το φρουί ζελέ σε σχήμα πυραμίδας μέχρι, φυσικά, τις δέκα μικρές αγγλόφωνες μουσικές ιστορίες που αφηγείται η Στέλλα. Ιστορίες κανονικές, απλές, καθημερινές, για τους ανθρώπους. «Το δικό μου πεδίο έρευνας, είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, τι μοιράζονται οι άνθρωποι, πώς νιώθουν». Εντάξει, αυτό κάνουν ή προσπαθούν να κάνουν όλοι οι καλλιτέχνες. Μόνο που στις ιστορίες της Στέλλας δεν υπάρχουν υπερβολές, δεν υπάρχουν δράματα και νοσταλγίες του παρελθόντος. Ούτε μεγάλες προσδοκίες για το μέλλον γιατί, όπως λέει, «τα σχέδια σχίζονται», κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μόνο που η Στέλλα τραγουδά με τη ζεστή φωνή της, ιστορίες για ένα «εδώ και τώρα», λιτό, γεμάτο και απολαυστικό. Όπως μια βόλτα στο Πεδίο του Άρεως.

*Η Σtella θα παρουσιάσει τον πρώτο προσωπικό της δίσκο, στη Θεσσαλονίκη, την Τρίτη 24 Μαρτίου στο Μύλος Club (Ανδρέου Γεωργίου 56) και στην Αθήνα, την Πέμπτη 2 Απριλίου 2015 στο Ρομάντσο (Αναξαγόρα 3-5, Αθήνα).