Λοιπόν, παίδες, το αποφάσισα ως επιστήμων (φιλόσοφερ) και ως άνθρωπος. Αρχίζω ένα μεγάλο κοινωνιολογικό πρότζεκτ με σήμα το αυτί. Με λίγα λόγια θα αρχίσω να κρυφακούω συστηματικά. Θα στήνω την αυτούκλα μου όπου βρω, σε μπαρ, σε σινεμά, στο τρόλεϊ, στο δρόμο καθώς περιμένουμε να ανάψει το κόκκινο. Το ΄χω το χούι ούτως ή άλλως γιατί να πηγαίνει χαμένο; Οπως έλεγε κι ένας καθηγητής μου στην Αγγλία, δεν υπάρχει καμιά πιστότερη καταγραφή της πραγματικότητας από το να ακούς μια σκηνή χωρίς να γίνεσαι αντιληπτός. Ούτε συνεντεύξεις, ούτε επιτόπια έρευνα αντικαθιστούν την ωμή αλήθεια μιας στιγμής κλεμμένης. Πάρτη την πρώτη για να καταλάβετε.
ΣΚΗΝΗ 1η
ΤΟΠΟΣ: μαγαζί με είδη σπιτιού (δεν κάμω τοποθέτηση προϊόντος όπως βλέπετε. Εχω αρχές). Στην ουρά μπροστά από το ταμείο.
ΩΡΑ: μεσημέρι με ντάλα ζέστη έξω (Μέσα έχει ερκοντίσιο και γι αυτό την έχω αράξει κάνοντας ότι κοιτάω κάτι ριχτάρια μέχρι να συνέλθω από τον καύσωνα)
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ: Μαμά γύρω στα 35, συμπαθέστατη με βερμούδα μπλε ατσούμπαλη, και τισέρτ ολυμπιακών αγώνων 2004 που θα ήταν εθελόντρια. Ολοφάνερα η γυναίκα βάζει τυφλά το χέρι στην ντουλάπα – δεν προλαβαίνει να φτύσει. Στην παρούσα φάση από το ένα χέρι της κρέμεται κοριτσάκι γύρω στα 3-3,5 διαβόλου γέννα, όμορφο, μελαχρινό, μίνι-Κρουέλα που έχει τον ακάθιστο γιατί βουρλίζεται συνέχεια γύρω από τον άξονά της. Με το άλλο χέρι η δόλια μάνα προσπαθεί να κουμαντάρει ένα καρότσι όπου κοιμάται ατάραχος παιδίσκος 5-6 μηνών. Τέλος εκτός των παιδιών της η γυναίκα κρατάει σεντόνια, μαξιλαροθήκες και καλύμματα παιδικού δωματίου τα οποία κάθε τόσο πέφτουν και στη συνέχεια σηκώνονται από ευγενείς συνπεριμένοντες στην ουρά.
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Άντεεεεε, πάμεεεεε. βαριέμαιιιιιι!
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (υπομονετικά) Και δεν θα πληρώσουμε; Πως θα φύγουμε;
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Εγώ βαριέμαιιιιιιιι. Να περιμένεις εσύ με… (δείχνει όλο καταφρόνια το μωρό που ρίχνεις τρελούς ύπνους) αυτό.
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (σαν ξαδέρφη του Ιώβ/δασκάλα) Ολοι μαζί ήρθαμε, όλοι μαζί πρέπει να φύγουμε
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Μπααααα; Γιατίιιιιι;
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (ελαφρώς φορτισμένη πια) Αυτό είναι το σωστό.
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Μπααααα; Γιατίιιιιι;
Η δόλια μάνα το βουλώνει γιατί η συζήτηση είναι αδιέξοδη. Αλλες εποχές σε αυτό το σημείο το παιδί έτρωγε μια μπούφλα και στέρευε από ερωτήσεις. Στη σημερινή εποχή η μητέρα ακολουθώντας τη συμβουλή του παιδοψυχολόγου δεν ρίχνει μπούφλα γιατί φοβάται ότι έτσι θα στερέψει την ερευνητική (για να μην πω φιλοσοφική) διάθεση του παιδιού που προσπαθεί να δώσει απάντηση στα πραγματικά μεγάλα ερωτήματα όπως το οντολογικό. Γι αυτό προσπαθεί απλώς να αλλάξει την κουβέντα μπας και ξεκολλήσει το νευρωσικό βλαστάρι από το «Μπααααα; Γιατίιιιιι;»
Και πράγματι το θαύμα έγινε. Ξεκόλλησε. Αλλά δεν ήταν για καλό. Της άρπαξε τα ψώνια μέσα από τα χέρια με ένα πλονζόν και άρχισε να τα πατάει λέγοντας «εμένα δεν μου πήρες τίποτα. Όλα για αυτό τα πήρες».
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (απολογητικά ενώ μάζευε από το πάτωμα μια μπλε παπλωματοθήκη με σύννεφα στα οποία προφανώς δεν έπλεε) Τι λες αγάπη μου; Εσένα σου πήρα τρία και στον αδελφό σου ένα.
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Ποια τρία; Ποια τρία; Πού ‘ντα;
ΔΟΛΙΑ MANA: (ενοχικότατα) Κοίτα δω. Σου πήρα την παπλωματοθήκη τη μπλε με τα συννεφάκια…
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: (διακόπτει) Βλακεία είναι η μπλε
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (δίνει τόπο στην οργή) Σου πήρα το σεντονάκι το καρπουζί
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Αυτό είναι καρπουζί; Χαζή είσαι;
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (καλώντας το πνεύμα της Μοιραράκη να την βοηθήσει) Εντάξει ροδί είναι. Σ΄ αρέσει το ροδί;
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Σ΄ αυτόν τι πήρες;
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (τέρμα ενοχικά) Τίποτα. Να ένα σεντονάκι άσπρο, σκέτο γιατί το κάψαμε στο σίδερο το άλλο, θυμάσαι;
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Ολο σ΄αυτόν παίρνεις. Και ο μπαμπάς χτες του πήρε ένα σκύλο.
ΔΟΛΙΑ ΜΑΝΑ: (αρχίζει να της σώνεται η υπομονή. Το μάτι λάμπει περίεργα) Εσύ έχεις 7 σκύλους αγάπη μου.
ΔΙΑΒΟΛΙΣΚΗ: Θέλω κι άλλο σκύλο! Θέλω κι άλλο σκύλο!
Ταυτόχρονα αποσπά το χεράκι της από το χέρι της δόλιας μάνας, κοπανάει μία στο μωρό που κοιμόταν σα Βούδας και τρέχει αχαλίνωτα μέσα στο μαγαζί. Η γυναίκα τα παίζει. Δίλημμα. Να αφήσει το καρότσι και να ψάξει τη διαβολίσκη; Τι να κάνει; Στο τέλος παρακαλάει τη μπροστινή της , μια σοβαρή κυρία με λευκά μοδάτα μαλλιά να της κρατάει το καρότσι κι αρχίζει να ουρλιάζει Ζίναααααααααααααααααα τρέχοντας στους διαδρόμους. Τελικά τη βρήκε, την άρπαξε και την τράβηξε μέχρι το ταμείο. Η διαβολίσκη κρατούσε άμυνα κάνοντας πατινάζ σαλίγκαρου. Η λευκομαλλούσα κυρία παραδίδοντας το καρότσι είπε στη λαχανιασμένη δόλια μάνα εμπιστευτικά
ΚΥΡΙΑ ΑΥΤΟΚΛΗΤΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: θα μου επιτρέψετε να σας πω κάτι ως ειδικός. Οι φωνές δεν βοηθούν σε αυτές τις περιπτώσεις. Η κόρη σας νιώθει παραμελημένη. Οι φωνές και η επιθετικότητα -αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτό τον όρο- την κάνουν να νιώθει ακόμα πιο δύσκολα…
Η μάνα την κοιτάει για ένα λεπτό βουβή. Στα μάτια της βλέπω ότι έχει συμβουλευτεί μια στρατιά παιδοψυχιάτρους, παιδοψυχολόγους, έχει διαβάσει 14 τόμους «Το παιδί μου κι εγώ», «η καλή ψυχική ανάπτυξη του βρέφους» και τα τοιαύτα. Η γυναίκα έχει γκώσει αλλά η επιστήμων δεν το παρατηρεί. Είναι απασχολημένη με τη μετάδοση της σοφίας της.
ΚΥΡΙΑ ΑΥΤΟΚΛΗΤΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Είμαι παιδοψυχολόγος. Ξέρω τι λέω. Σε αυτό το στάδιο γίνονται οι βλάβες – αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτόν τον όρο.
ΔΟΛΙΑ MANA: (την ξανακοιτάει βουβή και μετά ανοίγει αργά το στόμα) Σοβαρά; Χέστηκα! – αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτόν τον όρο…