Παρατηρώ ότι η είδηση ενός θανάτου αναφέρεται στον ελληνικό τύπο με καθόλου τυχαία επιλεγμένους όρους/λέξεις/κωδικούς. Άλλος έφυγε, άλλος πέθανε, άλλος απεβίωσε, άλλος συγχωρέθηκε, άλλος απεδήμησε, άλλος κατέληξε, άλλος ετελεύτησε ή εξεμέτρησε ημέρας και άλλος εκοιμήθη. Εννοείται ότι ούτε τα μισά δεν έγραψα (και δεν περιλαμβάνω καν στον κατάλογό μου τις αγοραίες εκφράσεις ή τα λαϊκά τοπικά ιδιώματα). Πάντως, εννοείτε τι εννοώ.
Θέμα ταξικό; Πολιτική η επιλογή της λέξης; (Αλλιώς θα το γράψει η «Εστία» και αλλιώς η «Αυγή»). Θεσμικό πρωτόκολλο; Προσπαθούν να μας πουν κάτι με τρόπο;
Είναι αυτή η ποικιλία ένα πολύτιμο προϊόν γλωσσικού πλούτου; Μήπως, όπως οι Εσκιμώοι έχουν ένα σκασμό λέξεις για το χιόνι, έτσι διαθέτουν και οι Έλληνες δεκάδες εκφράσεις για τον «Μεγάλο Ύπνο»;
Επιλέγω τον «Μεγάλο 'Υπνο», γιατί αυτό το τελευταίο δεν είναι ελληνικό: Είναι ο τίτλος του κλασικού μυθιστορήματος του Ρέϊμοντ Τσάντλερ – και σε ταινία και σε remake. Διότι εννοείται ότι η ευρεία επιλογή στο πώς θα ανακοινωθεί ένας θάνατος, δεν είναι μόνο ελληνική προίκα.
Δεν ξέρω πόσες λέξεις έχουν οι Εσκιμώοι για να πουν «χιόνι», αλλά για την έννοια του θανάτου, δεν υπάρχει γλώσσα, διάλεκτος ή ιδίωμα που δεν διαθέτει παρόμοιο εύρος επιλογής.
Αυτό που με σκοτώνει (!!!) είναι που με τρώει η απορία αν και στις άλλες γλώσσες, μια συγκεκριμένη λέξη ή όρος στη δημόσια ανακοίνωση ενός θανάτου, «εκπέμπει» προς το κοινό έναν έμμεσο, πλην σαφέστατο, κωδικό. Αν οι αναγνώστες μιας γαλλικής π.χ. ή μιας ρωσικής εφημερίδας, θα αντιληφθούν από την επιλογή της λέξης, τον ανεπαίσθητο υπαινιγμό: Ακόμα και στον «Μεγάλο Ύπνο» δεν είμαστε όλοι… ίσα κι όμοια.