Ο Μίνως Μάτσας φέρει ένα όνομα φορτισμένο. Συνδεδεμένο άρρηκτα με το ελληνικό τραγούδι. Ένα όνομα βαρύ, που θα μπορούσε και να τον έχει «καταπλακώσει». Αντί, όμως, να συμβεί αυτό, η υπογραφή του βρίσκεται διαρκώς κάτω από τραγούδια που απασχολούν το πανελλήνιο. Τραγούδια άρτια, τραγούδια αγαπημένα. Σε μένα συμβαίνει ολοένα και συχνότερα να ακούω ένα καινούργιο τραγούδι και αναζητώντας τους δημιουργούς του να «πέφτω πάνω του». Το έπαθα με τη «Μαύρη Πεταλούδα» από το τηλεοπτικό «Νησί», το έπαθα και πρόσφατα με τον νέο δίσκο της Φωτεινής Βελεσιώτου (σε στίχους Ελένης Φωτάκη) με τίτλο «Είδα του τρελού τα κλάματα». Ο Μίνως Μάτσας διανύει – κατά την άποψή μου – την πιο δημιουργική του φάση (ως τώρα) και έπεται και συνέχεια (ακολουθούν συνεργασίες με Ελεωνόρα Ζουγανέλη και Γιάννη Χαρούλη). Τα παραπάνω στάθηκαν αφορμή για μια κουβέντα μαζί του.
Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που γράφετε, από την πρώτη σας απόπειρα μέχρι σήμερα; Διακρίνετε εσείς ο ίδιος στη δημιουργία σας τα σημάδια ωριμότητας που εντοπίζουμε εμείς ως ακροατές;
Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Μέσα σε είκοσι χρόνια είμαι κάποιος άλλος. Κατά τον ίδιο τρόπο, πέρα από τις σπουδές, οι ίδιες οι μουσικές μου εμπειρίες με έχουν κάνει να σκέφτομαι διαφορετικά. Και, βέβαια, έχουν πιο στέρεη μορφή αυτά που γράφω, εφόσον έχω απαλλαγεί από πολλές επιρροές και κατά κάποιον τρόπο έχω βρεί τη δική μου γλώσσα. Αν αυτό λέγεται ωριμότητα, τότε ναι, ίσως διάγω τον ώριμο μουσικό μου βίο. Παρ' όλα αυτά διατηρώ τις εμμονές μου, που μεταβάλλονται κατά περιόδους, και προσπαθώ να κρατήσω μια κάποια αθωότητα κι έναν ενθουσιασμό για τα πράγματα.
Πώς γράφετε τα τραγούδια σας; Δίνετε μουσικές στους στιχουργούς; Μελοποιείτε στίχους που σας έχουν δώσει; Εργάζεστε με τους στιχουργούς δίπλα σας, ακόμα και ως φυσική παρουσία;
Το τραγούδι είναι μια ανάσα, μια φευγαλέα στιγμή. Σε διαλέγει, δεν το διαλέγεις. Η διαδικασία δεν έχει τόση σημασία και ποικίλει. Συνήθως η μουσική αγκαλιάζει πιο εύκολα τον λόγο. Αλλά με την Ελένη Φωτάκη δουλεύουμε και με τους δύο τρόπους. Η ίδια διαθέτει μεγάλη ευαισθησία και ικανότητα να γράφει πάνω στις μουσικές μου. Μου είναι δύσκολο όταν ταιριάξω με έναν στιχουργό να τον αποχωριστώ και συνήθως δένομαι μαζί του, γιατί θεωρώ το πάντρεμα στίχου και μουσικής σπάνιο «γάμο».
Τι ρόλο παίζει η «παραγγελία» στη δημιουργία ενός μουσικού έργου; Πόσο βοηθητική ή περιοριστική μπορεί να γίνει, όταν για παράδειγμα γράφετε για ένα τηλεοπτικό σήριαλ ή μια ταινία;
Η παραγγελία είναι περιορισμός κι ελευθερία ταυτόχρονα. Η εικόνα, το θεατρικό έργο ή το όραμα του σκηνοθέτη σού βάζουν κάποια όρια κι έτσι αποφεύγεις το δημιουργικό χάος. Ο γρίφος που καλείσαι να λύσεις κάθε φορά έγκειται στο να καταφέρεις να εκφραστείς με ειλικρίνεια εξυπηρετώντας τα παραπάνω δεδομένα κι αποφεύγοντας τις κακοτοπιές όπως: έλλειψη χρόνου, συνεννόησης αλλά και στερεοτυπικές φόρμες.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Ελένη Φωτάκη;
Γνώρισα την Ελένη Φωτάκη, την οποία θεωρώ την πιο σημαντική στιχουργό της γενιάς της, από τον Γιάννη Χαρούλη. Όταν χρειάστηκε να βάλουμε λόγια στη μουσική τής «Μαύρης Πεταλούδας» ο Γιάννης μού σύστησε την Ελένη. Εξεπλάγην με τον στίχο αυτόν και την ταχύτητα με την οποία τον έγραψε (έμεινε 24 ώρες άυπνη, όπως έμαθα κατόπιν), καθότι έφευγα την επόμενη για την Αμερική και έπρεπε να προχωρήσουμε. Μου φάνηκε τόσο εμπνευσμένη στιχουργικά η «Μαύρη Πεταλούδα», ώστε θέλησα να γνωρίσω τον άνθρωπο που κρυβόταν πίσω από αυτήν. Είδα πράγματα που είχα καιρό να δω σε τραγούδι: άρτια τεχνική στο πλέξιμο του λόγου, ένα σπάνιο επικό-λυρικό στοιχείο (που ίσως έχει να κάνει με την κρητική καταγωγή της) και μια ωριμότητα στον τρόπο που πατούσε πάνω στο μελωδικό και ρυθμικό μέρος. Έτσι, όταν επέστρεψα στην Αθήνα ξεκινήσαμε – στην αρχή δειλά – να ανταλλάσσουμε λόγια και μουσικές. Ξεκινήσαμε αργότερα να ηχογραφούμε με τον Μητροπάνο, αλλά δεν ήταν γραφτό να συνεχίσουμε. Κατόπιν συνεργαστήκαμε στην αριστοφανική «Ειρήνη», όπου η Ελένη έγραψε τα χορικά της κωμωδίας (ΚΘΒΕ_Επίδαυρος 2013) και τώρα ολοκληρώσαμε την πρώτη δισκογραφική δουλειά μας. Το προξενιό του Γιάννη πέτυχε καθώς φαίνεται, αφού 5 χρόνια μετά από την «Πεταλούδα» γράφουμε ακόμη.
Και με τη Φωτεινή Βελεσιώτου πώς γνωριστήκατε για να προκύψει ο πρόσφατος δίσκος σας;
Κάποια στιγμή γνώρισα και τη Φωτεινή Βελεσιώτου μέσω της Ελένης και εντυπωσιάστηκα πραγματικά με την πολυπλοκότητα του ηχοχρώματος της φωνής της: είναι ατίθαση, διαθέτει δύναμη, δωρικότητα και απρόσμενη ευαισθησία, στοιχεία που νομίζω έχει και η ίδια σαν προσωπικότητα. Συγκινήθηκα από το ράγισμα που έχει συχνά όταν τραγουδάει. Η γοητεία παραμονεύει εκεί που σπάει η φωνή.
Σύμφωνα με όσα μαθαίνουμε, ετοιμάζετε τραγούδια με την Ελεωνόρα Ζουγανέλη και το Γιάννη Χαρούλη. Υπάρχει κάτι ανακοινώσιμο; Κάτι άλλο, εκτός αυτών των projects;
Σωστά μαθαίνετε. Τα τραγούδια με την Ελεωνόρα είναι σχεδόν έτοιμα, ενώ με τον Γιάννη έχουν δρόμο.
Πολλοί παρομοιάζουν τους καλλιτέχνες με προφήτες. Ένας τέτοιος χαρακτηρισμός ίσως είναι υπερβολικός, οπότε δεν θα σας ρωτήσω τι προβλέπετε να γίνει στη χώρα με την αλλαγή της κυβέρνησης, αλλά θα σας ρωτήσω τι θα θέλατε να γίνει;
Αυτό που ευχόμουν και ακόμη εύχομαι είναι περισσότερη αξιοκρατία, καλύτερη μόρφωση και φροντίδα (κοινωνικό κράτος) και γενικότερα δικαιοσύνη. Δεν υφίσταται η έννοια του κράτους χωρίς το τρίπτυχο παιδεία, υγεία, δικαιοσύνη. Ο πολιτισμός έρχεται μετά. Δυστυχώς ο τελευταίος θεωρείται επουσιώδης από τις κυβερνήσεις και ελπίζω τώρα ν’ αλλάξουν τα πράγματα και σε αυτόν τον τομέα. Είναι αδιανόητο να μην ασχολούνται επί σειρά ετών με τον πολιτισμό, ο οποίος απαξιώνεται συστηματικά από τους κρατούντες.
Στις δύσκολες αυτές εποχές που διανύουμε, όπου όλα τα επαγγέλματα και μαζί με αυτά και η μουσική βιομηχανία αντιμετωπίζουν την κρίση, ποιος είναι ο ρόλος των καλλιτεχνών; Πρέπει να παίρνουν θέση; Και επίσης, πώς αντιμετωπίζετε εσείς τις δυσκολίες του επαγγέλματός σας;
Οι καλλιτέχνες θα πρέπει να παίρνουν θέση εφόσον γνωρίζουν το αντικείμενο αλλιώς καλύτερα να εκφράζονται με την τέχνη τους. Δεν είναι όλοι για όλα. Φερ’ ειπείν θεωρώ τον Μικρούτσικο έναν καλό Υπoυργό πολιτισμού, γιατί ήξερε πολλά θέματα από μέσα και τον έκαιγαν. Είναι δυνατόν να μην υπάρχει ακόμη στην Ελλάδα μια Ακαδημία Τεχνών; Δεν γνωρίζω για ποια μουσική βιομηχανία μιλάτε, αλλά εάν αναφέρεστε σε αυτήν που φαντάζομαι, δεν υφίσταται καν. Οι καλλιτέχνες επιβιώνουν από τις ζωντανές εμφανίσεις τους και οι εταιρίες το ίδιο. Κάποιες αμοιβές εισπράττουμε από τους οργανισμούς πνευματικών δικαιωμάτων και αυτό είναι όλο. Όμως τι να πούμε για τους στιχουργούς; Τουλάχιστον οι συνθέτες μπορούν να παίξουν τη μουσική τους ή να γράψουν για κάποιο φιλμ κ.λπ. Ένας στιχουργός φαντάζεστε να απαγγέλλει τα τραγούδια ή τα ποιήματα του;
Πρόσφατα, σε μια συνέντευξή του ο Διονύσης Σαββόπουλος, απαντώντας στην ερώτηση γιατί δεν έχει γράψει εδώ και χρόνια καινούργια τραγούδια, είπε ότι μπορεί και να μην έχει κάτι άλλο να πει ή κάτι άλλο να γράψει. Ότι ίσως να ήταν ως εδώ η δημιουργική του πορεία. Θέλω, λοιπόν, να σας ρωτήσω αν πιστεύετε ότι καταλαγιάζει ο δημιουργικός οίστρος με το πέρασμα των χρόνων.
Κατά τη γνώμη μου αυτό είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων. Ας πούμε, δεν γνωρίζω αν ο Χατζιδάκις ζούσε άλλα δέκα χρόνια τι θα έγραφε παραπάνω. Εικάζω ότι σαφώς η δημιουργική ακμή βρίσκεται κάπου στη μέση της ζωής του καθενός. Όμως αν ρίξετε μια ματιά στους θεατρικούς συγγραφείς ή σκηνοθέτες θα με διαψεύσουν τα δεδομένα. Έτσι μπορεί να δείτε κάποια διαμάντια προς το τέλος της ζωής πολλών καλλιτεχνών. Νομίζω ότι δεν μπορείς να γενικεύσεις μιαν απάντηση και είναι συνάρτηση της πορείας, της ανάγκης έκφρασης και του βαθμού βολέματος του ανθρώπου. Πάντως θεωρώ σαφέστατα την επιλογή της σιωπής υγιέστερη από τη συνεχή παραγωγή ανούσιων πραγμάτων.
Η τραγουδοποιία στη χώρα μας, για κάποιον λόγο, εκπροσωπείται περισσότερο από άνδρες δημιουργούς. Λίγες είναι οι γυναίκες δημιουργοί. Παλαιότερα, ειδικά, φαινόταν να περιορίζονται και στον ρόλο του στιχουργού. Αντίθετα, οι τραγουδίστριες είναι όσες και οι τραγουδιστές. Εσείς σαν δημιουργός έχετε κάποια εξήγηση για αυτό το γεγονός;
Το γεγονός ότι οι δημιουργοί είναι περισσότεροι γένους αρσενικού είναι κάτι που δεν το είχα σκεφτεί. Πράγματι, το ίδιο συμβαίνει και στον κινηματογράφο. Μάλιστα στην Αμερική οι γυναίκες σκηνοθέτες έχουν σημαντική υποστήριξη γιατί σπανίζουν. Ίσως τα πράγματα αλλάξουν. Εύχομαι να δούμε στο μέλλον περισσότερες γυναίκες δημιουργούς. Τις έχουμε ανάγκη!
Στις μέρες μας, που η δισκογραφία πνέει τα λοίσθια, και το βασικό μέσο διάδοσης της μουσικής είναι πλέον το διαδίκτυο, τι είναι αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους να εκδίδουν ένα cd; Δεν είναι ξεπερασμένη τακτική αυτή; Ή είναι ακόμα νωρίς για την εγκατάλειψή της;
Όπως συνηθίζω να λέω, το cd αποτελεί συλλεκτικό είδος. Κάτι σαν κειμήλιο μιας εποχής που έφυγε ανεπιστρεπτί. Ίσως εκδίδονται τα cd σε πείσμα των καιρών για να δείξουμε ότι η μουσική δεν είναι άυλη. Αλλά αν το σκεφτείτε η εξαφάνιση του υλικού φορέα όσο κι αν μας δυσαρεστεί είναι πιο κοντά στη φύση της μουσικής που αποτελεί την πιο αφηρημένη μορφή τέχνης. Αντίθετα, φαίνεται ότι το βινύλιο αντεπιτίθεται διεθνώς. Κάνει ένα τρομερό comeback, που θα πρέπει να πάρουμε σοβαρά.