Το ΚΕΠ είναι άδειο. Το ερ κοντίσιον ανακουφιστικό. Η μοναδική υπάλληλος με κοιτάζει καχύποπτα καθώς διαβάζει το όνομά μου από την ταυτότητα: «Μαρία -παύση- Πετρίδη». «Είσαι εσύ η Μαρία Πετρίδη;» με ρωτάει στον γνωστό ενικό του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα. «Εγώ είμαι» της απαντάω. Πληκτρολογεί κάτι, τα κάμποσα μπρασελέ στο αριστερό της χέρι κουδουνίζουν. Με κοιτάει, κάνει μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας και κουνά το κεφάλι της σαν μην πιστεύει αυτό που βλέπει. Μου κάνει νόημα να πάω δίπλα της. «Σκατά» σκέφτομαι, σίγουρη πως κάποιο γραφειοκρατικό λάθος θα μου κάνει τη ζωή δύσκολη. Πλησιάζω κοντά της, εκείνη με ένα νεύμα μου δείχνει την οθόνη του pc της. Είναι ανοιχτή στη σελίδα με το τελευταίο κείμενο μου στο Protagon.gr. Γυρίζει και με καρφώνει επιθετικά στα μάτια, κάτι μου λέει πώς δεν θα το πάρω σήμερα το καταραμένο πιστοποιητικό. Αναρωτιέμαι κατά πόσο μοιάζω με τη φωτογραφία που έχουν στο protagon μπας και τη σκαπουλάρω λέγοντας ότι δεν είμαι ΑΥΤΗ η Μαρία Πετρίδη.
Πριν προλάβω καν να το σκεφτώ χτυπάει με το στυλό της την οθόνη και λέει «Δεν έβαλες ωραία φωτογραφία, τι τον θες τον σκούφο καλοκαιριάτικα; να την αλλάξεις». Χαμογελώ συγκαταβατικά «μπήκε χειμώνα, δεν ξέρω αν μπορεί να αλλάξει αλλά θα μεταφέρω την άποψή σας…» λέω όσο πιο γλυκά μπορώ και συμπληρώνω «Για το πιστοποιητικό χρειάζεται κάτι άλλο;». Μουρμουρίζει κάτι, γυρίζει την καρέκλα της προς εμένα και μου λέει με ελαφριά αγανάκτηση: «Γράφεις ότι ο κόσμος απορρίπτει τις γυναίκες που κάνουν σεξ χωρίς ρομαντισμό. Χα! Η κοινωνία κοροϊδεύει και ταπεινώνει περισσότερο τις γυναίκες που αργούν να κάνουν σεξ επειδή θεωρούν το σεξ μία σημαντική ένωση ζωής κι όχι μια απλή σωματική ανάγκη. Το να μένεις παρθένα και να περιμένεις να βρεις τον κατάλληλο για να κάνεις σεξ θεωρείται βλακεία. Πού είναι η ελευθερία για αυτές τις γυναίκες; Ε;» καταλήγει οργισμένη. «Μα το γράφω, δεν το γράφω; Δεν λέω στο κείμενο, πως ο καθένας έχει το δικαίωμα να βλέπει το σεξ με όποια οπτική θέλει;» απαντάω και την κοιτάζω με το πιο κουταβίσιο ύφος μου. «Ναι; Ε; Ε, λοιπόν εγώ που σου μιλάω είμαι 29 χρονών και δεν έχω κάνει σεξ. Ξέρεις πώς με κοιτάει όποιος του το πω; σαν λεπρή! Τι να κάνω εγώ; Πλέον σκέφτομαι να κάνω σεξ με όποιον να ‘ναι μόνο και μόνο για με δούνε φυσιολογική οι άλλοι και να μπορέσω να προχωρήσω..». Ξεροκαταπίνω «θα ήταν μια λύση» σκέφτομαι αλλά φυσικά δεν της το λέω.
Δυο ώρες μετά και με τη βεβαίωση στο χέρι και ιερό όρκο στην καρδιά να γράψω για την περίπτωσή της, καταλήγω ότι η Δ. δεν ήταν υπερβολική όταν μου έλεγε πως όποιος άντρας φλερτάρει μαζί της με το που μαθαίνει ότι είναι παρθένα εξαφανίζεται. Ένα μπουμπουκάκι 19 Μαϊων άβγαλτο κι ανέγγιχτο είναι φαντασίωση. Μια σχεδόν 30άρα παρθένα είναι εφιάλτης. Ακόμα και στα αυτιά των πιο συντηρητικών ακούγεται «κάπως» να πλησιάζεις τα 30 και να μην έχεις κάνει σεξ. Μάλλον κάτι πάει στραβά με εσένα. Σε όποιο φύλο κι αν ανήκεις, γιατί φαντάζομαι ότι υπάρχουν και άντρες που έφτασαν 25, 27 και 30 χρόνων χωρίς να έχουν δοκιμάσει τη χαρά του έρωτα (βέβαια σε αυτούς η κοινωνία δίνει την εναλλακτική του αγοραίου έρωτα). Κι όμως δεν πάει πάντα κάτι στραβά, δεν έχουν όλοι και όλες οι… over aged-να τους πω;- παρθένοι και παρθένες κάποιο ανυπέρβλητο ψυχολογικό κουσούρι που τους κρατά μακριά από την όποια σωματική επαφή, υπάρχουν κι αυτοί κι αυτές που καθυστερούν και καθυστερούν και καθυστερούν, γιατί θέλουν να είναι σίγουροι/ες 1.000% ότι η πρώτη τους φορά θα είναι με τον σωστό άνθρωπο, τη σωστή στιγμή, στο σωστό μέρος. Μόνο που στην πραγματικότητα δεν μπορείς να είσαι ποτέ 1.000% σίγουρος για αυτά τα πράγματα. Οπότε τα χρόνια περνάνε (το μόνο σίγουρο) και πριν καλά-καλά το καταλάβεις πιάνεις τα 30.
Η Δ. όπως μου εξήγησε, ήθελε η πρώτη της φορά να είναι με κάποιον που θα την έκανε να νιώθει μοναδική. Έως τα 25 της έκανε κάποιες σχέσεις, βγήκε κάμποσα τυφλά ραντεβού, όμως δεν βρήκε αυτόν που θα την ενέπνεε τόσο για να «του κάτσει»-δική της ατάκα. Κι όταν πια πέρασε τα 25 (μάλλον αυτή η ηλικία αποτελεί το άτυπο σύνορο μεταξύ αποδεκτής και μη παρθενίας) έγινε από ρομαντική και ευαίσθητη, προβληματική. Από τότε αντιμετωπίζεται σαν ούφο τόσο από τις φίλες της όσο και από τους υποψήφιους συντρόφους. Και κάπως έτσι «ξέμεινε» ως σήμερα άσπιλη κι αμόλυντη.
Δεν ξέρω αν η Δ. θα κάνει τελικά σεξ με κάποιον που απλώς της γυάλισε μόνο και μόνο για να σταματήσει να έχει τη ρετσινιά της παρθένας. Δεν ξέρω αν θα γνωρίσει κάποια μέρα αυτόν που ΔΕΝ θα νιώσει άβολα με την περίπτωσή της, που ΔΕΝ θα τη θεωρήσει αλλόκοτη, που ΔΕΝ θα τη φοβηθεί και θα κάνει σεξ μαζί της με τους όρους της. Γιατί υπάρχουν κι αυτοί που φοβούνται πως αν κάνουν σεξ με μια over aged παρθένα ή γενικώς κάποια που δίνει στο σεξ «υπερφυσικές δυνάμεις», αυτή θα κολλήσει πάνω τους σαν υστερική βδέλλα και δεν θα ξεκολλήσει ποτέ. Δεν ξέρω πώς θα καταφέρει να σπάσει τον φαύλο κύκλο στον οποίο βολτάρει όλα αυτά τα χρόνια, μόνο εκείνη το ξέρει και μόνο εκείνη μπορεί να το κάνει. Ξέρω μόνο πως η Δ. έπεσε θύμα της θεωρίας ότι το σεξ σημαίνει ή πρέπει να σημαίνει κάτι. Κι αυτό το κάτι στο μυαλό της ποτίστηκε με τόσο ρομαντισμό και προσδοκίες που πήρε, κατά τη γνώμη μου, υπερβολικές διαστάσεις. Φυσικά και το σεξ σημαίνει κάτι, κάτι εντελώς διαφορετικό και πολύ προσωπικό για τον καθένα μας, κάτι που μεταξύ άλλων πρέπει να έχει και μέτρο και πάνω απ’ όλα να είναι ξεκάθαρη επιλογή μας κι όχι μασημένη τροφή ή αντανάκλαση φόβων, κόμπλεξ κι απωθημένων. Και ποτέ δεν είναι αργά για να το ανακαλύψουμε και να το ζήσουμε. Άλλωστε κάπου διάβασα ότι τα 30 είναι τα νέα 20.
Υ.Γ.: Επειδή η συνάντηση με τη Δ. με δίδαξε ότι τα αυτονόητα δεν είναι αυτονόητα πάντα, όταν αναφέρομαι στο σεξ αναφέρομαι στο συναινετικό και μεταξύ ενηλίκων σεξ.