Τα νέα του δημοψηφίσματος μας βρήκαν στην Ελαφόνησο. Με μισό ντεπόζιτο βενζίνη και 97 ευρώ μετρητά. Χωρίς την υστερία των 8, χωρίς τις αναθυμιάσεις από τη χολή στην όποια αντίθετη άποψη, χωρίς το μαρτύριο της σταγόνας στα ΑΤΜ που ήταν ήδη άδεια, σαν έτοιμα από καιρό.
Ήμασταν στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Εκεί όπου δεν μπορούσες ούτε καν στον εαυτό σου να υποκριθείς ότι η ζωή σου έχει κάποια σημασία.
Για 7 μέρες κάθε πρωί κατέβαινα πρώτη-πρώτη στην παραλία και βούλιαζα στη θάλασσα. Για μερικά δευτερόλεπτα το μυαλό μου γέμιζε με αυτό το καθησυχαστικό μουρμουρητό του νερού και το σώμα μου αλάφραινε τόσο που ήταν σαν μην υπήρχα. Πάλευα να εξαντλήσω κάθε σταγόνα οξυγόνου. Να σφουγγίξω όλο τον αέρα από τα μέσα μου μπας και κερδίσω μερικά ακόμα δευτερόλεπτα στην ηρεμία του βυθού. Κι όταν πια τα πνευμόνια μου διαμαρτύρονταν και τα ρουθούνια μου έκαιγαν και βάραγαν συναγερμό, έβγαινα να πάρω ανάσα.
Κάθε πρωί για 7 μέρες συνέχιζα να κυνηγάω αυτό το έξτρα κλάσμα του δευτερολέπτου και κάθε φορά απογοητευόμουν και σκεφτόμουν πως μάλλον οι δυνάμεις μου ήταν ως εκεί.
Στον δρόμο της επιστροφής, όπως πολλαπλασίαζα τους αριθμούς από τις πινακίδες των αυτοκινήτων που κινούνταν μπροστά μας κι αναρωτιόμουν τι διάολο να ψηφίσω -ναι είμαι από αυτούς που δεν κατέχουν την απόλυτη αλήθεια για το ποιο είναι το καλύτερο- σκέφτηκα πως αυτό που μου έλειπε, εκεί στον βυθό, δεν ήταν το οξυγόνο αλλά η δύναμη να ξεπεράσω αυτό που δεν είχα.
Και κάπως έτσι να ξεπεράσω τον εαυτό μου.
(ή απλώς να πνιγώ…)