Απόψεις

Και ξυπνάς μια μέρα….

Και ξυπνάς μια μέρα και ξέρεις μέσα σου, βαθιά, ότι όπως κι αν νιώθεις, στο τέλος θα βρεις την προσωπική σου άκρη και θα τα καταφέρεις. Και θα σταθείς στα πόδια σου και θα φέρεις εις πέρας κι αυτή τη μάχη. Το ξέρεις! Έχεις όλα τα πρωτογενή υλικά της αναδόμησής σου
Ρέα Βιτάλη

Και ξυπνάς μια μέρα και δεν πας στη δουλειά σου. Και πρέπει ν΄ αποσυνδεθείς από τη διαδρομή που έκανες κάθε μέρα. Και από τις σταθερές σου. Όχι ότι πίστευες, ότι υπάρχουν σταθερές αλλά με κάποιο τρόπο, είχες έναν τρόπο να ξεγελιέσαι ότι υπάρχουν σταθερές.

Και ξυπνάς μια μέρα και είσαι σε μανιασμένο πέλαγο κολυμβητής. Μα, είσαι αξιοπρεπής άνθρωπος και δεν θέλεις να σε δει κανείς σε αυτή την κατάσταση. Ιδίως τα παιδιά σου. Γιατί εσύ ήσουν η δική τους σταθερή. Ή έχρισες τον εαυτό σου σταθερή, από αίσθηση της ευθύνης του γονεϊκού ρόλου. Και λες διάφορα ηρωικά. Και πονάνε οι κλειδώσεις στο σώμα σου έτσι όπως τεντώνεις τον εαυτό σου και τον ψηλώνεις πιο πολύ απ΄ότι είναι το ύψος σου. Που παρεμπιπτόντως, τη μέρα που ξυπνάς και δεν πας στη δουλειά σου χαμηλώνει, χαμηλώνει, χαμηλώνει. Κι εσύ σε τραβάς, σε τραβάς, σε τραβάς σε αντίθετη κατεύθυνση. Τι μάχη δίνουν οι άνθρωποι με το αληθινό τους ύψος! Με το ύψος, όχι την υπόστασή τους. Αυτή ή την έχεις ή δεν την έχεις. Ασχέτως του ύψους σου.

Και ξυπνάς μια μέρα και δεν πας στη δουλειά σου. Και χρόνια υποτίθεται, την υποσχόσουν αυτή τη μέρα στον εαυτό σου και έλεγες ότι χιλιάδες πράγματα θα έχεις να κάνεις, που όσο έχεις τη δουλειά σου δεν τα κάνεις αλλά…

Και ξυπνάς μια μέρα και δεν πας στη δουλειά σου και τρέμεις σαν το ψάρι για το τι θα κάνεις τώρα, που δεν πας στη δουλειά σου. Και ξυπνάς μια μέρα και εκείνη σου στέλνει μήνυμα και σου γράφει «Δεν σε φοβάμαι εσένα» όπως λένε οι μάνες στο ταλαντούχο τους παιδί ή γενικά οι γυναίκες σ΄ όποιον αγαπούν σαν παιδί. Γιατί ξέρουν ενστικτωδώς, ποιο είναι ταλαντούχο επιβίωσης «παιδί»… Αλλά αυτό σε φορτώνει και με έναν ακόμα «ηρωικό» ρόλο. Και βέβαια εκτιμάς τον εαυτό σου. Σίγουρα. Αλλά το θέμα είναι, ότι τη μέρα που ξυπνάς και δεν πας στη δουλειά σου θέλεις ένα χάδι και συγχρόνως δεν το θέλεις, γιατί εσύ, αγαπάς τα χάδια-χάδια, όχι, του οίκτου τα χάδια. Αυτά δεν τα καταδέχτηκες ποτέ. Δεν τα σήκωνε το πετσί σου.

Και ξυπνάς μια μέρα και σου βουρλίζουν το μυαλό νούμερα και μόνο νούμερα, προσθέσεις αφαιρέσεις υποχρεώσεων, εσόδων, εξόδων ενώ εσύ στη ζωή σου, το μόνο που πολύ προσπάθησες, είναι, να μη δίνεις τεράστια σημασία στα νούμερα και καταλήξεις νούμερο. Και κοίτα πόσο αστεία τα έφερε η ζωή… Στη δουλειά σου είχες να κάνεις κυρίως με «νούμερα» καλεσμένους και στο τέλος, σου μετρούσαν τα νούμερα που σου έφερναν ως τηλεθέαση «τα νούμερα». Μα, εσύ τρύπωνες μετά τη δουλειά σου σε μαγικά μονοπάτια ανάγνωσης και γραφής. Και έτσι σώθηκες, διασώθηκες μαγικά! Και σε παραδεχόσουν. Και όσοι αληθινά σε ήξεραν σε καμάρωναν. Και ‘γω μαζί τους.

Και ξυπνάς μια μέρα και όλοι όσοι σ΄ αγαπάνε, νομίζουν ότι καταλαβαίνουν πώς νιώθεις, αλλά εσύ και μόνο εσύ, ξέρεις πώς νιώθεις.

Και ξυπνάς μια μέρα κι έχεις τον κάθε μαλάκα να κάνει κρίσεις για το άτομό σου γιατί νομίζει, ότι αφού σε έβλεπε κάθε μέρα, σε ξέρει.

Και ξυπνάς μια μέρα και συνυπολογίζεσαι και συ στον μακρύ κατάλογο των παράπλευρων απωλειών, ένας ακόμα, σε μάχη δίχως τέλος. Και το λέμε πια, όπως όταν ξενυχτάνε νεκρό στα χωριά… Πόσο φρικτά μυρίζει η αποδοχή της ματαιότητας σε τούτον τον τόπο πλέον. Και γεμίζει θυμό ο κάθε πόρος του κορμιού σου και ξεχειλίζεις και φτάνουν στο στόμα σου, όλα τα γαμοσταυρίδια του κόσμου, για έναν- έναν ανάξιο που έπαιξε και στη δική σου πλάτη μπιλιάρδο αλλά τα συγκρατείς γιατί γνωρίζεις, ως μαχητής, ότι πρέπει να κάνεις οικονομία στις δυνάμεις σου, για να προστατεύσεις εσένα που είσαι ο πολύτιμός σου.

Και ξυπνάς μια μέρα και ξέρεις μέσα σου, βαθιά, ότι όπως κι αν νιώθεις, στο τέλος θα βρεις την προσωπική σου άκρη και θα τα καταφέρεις. Και θα σταθείς στα πόδια σου και θα φέρεις εις πέρας κι αυτή τη μάχη. Το ξέρεις! Έχεις όλα τα πρωτογενή υλικά της αναδόμησής σου. Και το χιούμορ σου ακόμα, κι αυτό ατόφιο. Ιδίως αυτό!

Αλλά όπως και να ‘χει… Ξυπνάς μια μέρα… Και δεν πας στη δουλειά σου. Μόνο εσύ και η ψυχούλα σου, δηλαδή. Εντάξει! Πρώτη φορά σου συμβαίνει;
Φιλαράκο σου στέλνω αυτό το μήνυμα. Όπως παλιά που έστελναν αφιερώσεις από το ραδιόφωνο, σε κάποιον που εκείνος ήξερε. Έτσι, για να σου πω ότι σε σκέφτηκα. Τη μέρα που δεν σε είδα στη δουλειά σου. Και μα τω Θεώ, πόνεσα. Πόσοι ακόμα, πόσο ακόμα;