Protagon A περίοδος

Η δικτατορία των «θέλω»

Αν οι παππούδες μας ζούσαν ανελεύθερα κάτω από το βάρος των «πρέπει», εμείς στενάζουμε κάτω από το βάρος της ελευθερίας που μας προσφέρουν τα «θέλω» μας...

Λύο Καλοβυρνάς

«Όταν θέλεις πάρα πολύ κάτι, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να τα καταφέρεις». Η ρήση του Κοέλιου φαντάζει εμπνευστική, ελπιδοφόρα, ενδυναμωτική, καθώς μας ενθαρρύνει να κυνηγήσουμε αυτό που θέλουμε και να το κάνουμε πραγματικότητα. Αρκεί να το θέλουμε αρκετά, ε; Εκεί δεν είναι το ζουμί;

Όχι, κατά τη γνώμη μου. Το πρόβλημα είναι στο ίδιο το «θέλω», όχι στο «πόσο πολύ». Πολύ συχνά μου έρχονται συμβουλευόμενοι που αναζητούν τα πραγματικά τους θέλω. «Να βρω αυτό που θέλω πραγματικά!» ζητούν με αγωνία, «όχι αυτό που θέλουν οι άλλοι». Καλούμαστε να ανακαλύψουμε τα πραγματικά μας θέλω και να τα κυνηγήσουμε, και το σύμπαν θα μας σταθεί αρωγός. Και τότε θα είμαστε ευτυχισμένοι, έτσι δεν πάει;

Οι παππούδες μας δεν είχαν την πολυτέλεια να πολυσκέφτονται τα θέλω τους. Συχνά δεν είχαν θέλω – δεν προλάβαιναν. Προτεραιότητα ήταν να βάλουν κάτι στο στόμα τους. Ωστόσο, ακόμα κι όταν τους έμενε χρόνος ύστερα από τον αγώνα επιβίωσης, τα θέλω τους ήταν πολύ σιγανά, σχεδόν άηχα. Μεγαλύτερη σημασία δεν είχε το δικό τους θέλω αλλά τα κοινωνικά πρέπει (που φυσικά μετατρέπονταν και σε προσωπικά πρέπει). Η κοινωνία στην οποία ζούσαν ήταν απείρως πιο αυστηρή ως προς το πώς έπρεπε να ζουν, τι δουλειά να κάνουν, ποιον να παντρεύονται, πότε, κοκ. Έμενε ελάχιστος χώρος όχι μόνο για να κυνηγήσουν τα θέλω τους αλλά ακόμα και για να τα ψυχανεμιστούν. Όποιος λοξοδρομούσε από τα πρέπει, τις κοινωνικές επιταγές, κινδύνευε να υποστεί χλεύη, κοινωνικό αποκλεισμό, τιμωρία, ακόμα και θάνατο.

Οι παλιότερες γενιές αντλούσαν ηθική ανταμοιβή, αξία και ευτυχία από το να εκπληρώνουν τα πρέπει τους. Virtue isits own reward, όπως λέει και το γνωμικό. Η εκπλήρωση του καθήκοντος έφερνε μεγάλα οφέλη.

Στη δική μας γενιά, αντιθέτως, το καθήκον έχει γίνει σχεδόν βρώμικη λέξη. Καθήκον είναι κάτι που σου έχουν φορτώσει οι άλλοι (η κακιά η κοινωνία) και πρέπει να το αποτινάξεις και να βρεις τα δικά σου θέλω (τα οποία θα κυνηγήσεις, παρέα με το σύμπαν κτλ κτλ).

Αν οι παππούδες μας ζούσαν ασφυκτικά και ανελεύθερα κάτω από το βάρος των άπειρων πρέπει που τους περιστοίχιζαν (ας έκαναν κι αλλιώς), εμείς στενάζουμε κάτω από το βάρος της ελευθερίας που μας προσφέρουν τα θέλω μας. Καλούμαστε να βρούμε τα δικά μας θέλω, όχι αυτό που θέλουν οι άλλοι για μας. Ακούγεται τέλειο αλλά είναι δολερό.

Η ελευθερία που τόσο χουβαρντάδικα μας προσφέρουν τα θέλω μας είναι πλαστή. Διότι και τα θέλω μας από την κοινωνία εκπορεύονται. Μέσα σε αυτή κατασκευάζονται. Η έννοια του θέλω, η ατομική βούληση και η δύναμή της δεν είναι κατατεθειμένες μαζί με το κιλό στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών, όπου μπορούμε να τσεκάρουμε πόσο «αληθινές» είναι ή αν υπολείπονται σε γνησιότητα. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τα θέλω μας και άρα το πώς τα βιώνουμε ποικίλει ανάλογα με την επικρατούσα φιλοσοφία. Το να θέλω σταθερή σχέση, παιδί, παρτούζες, λεπτότερο σώμα ή περισσότερα ταξίδια δεν είναι πανανθρώπινες διαχρονικές αλήθειες αλλά κοινωνικά κατασκευάσματα, όπως και τα πρέπει της εκάστοτε κοινωνίας.

Η επικρατούσα φιλοσοφία μας πείθει ότι τα θέλω μας είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας, κι όταν δεν πραγματοποιούνται νιώθουμε αδικημένοι – ή ανίκανοι, θαρρείς και τα πάντα εξαρτιούνται από εμάς.

Σαφώς ζούμε με πολύ μεγαλύτερη ελευθερία απ’ ό,τι οι παλιότερες γενιές κι αυτό είναι καλό. Μόνο που η ελευθερία φέρνει άγχος. Τα πρέπει μάς περιόριζαν, αλλά δεν μας άγχωναν – ξέραμε πού πάμε, υπήρχε χάρτης. Τα θέλω μας και η δολερή ελευθερία που υπόσχονται μάς έχουν γίνει βραχνάς. Ειδικά όταν πειθόμαστε ότι τα πάντα εξαρτιούνται από το πόσο πολύ θέλουμε κάτι.