Τα παλιά τα χρόνια, προτού ξεσπάσει η παλιοκρίση και μεταλλάξει τις συνήθειες των ανθρώπων, υπήρχαν κάποιες σταθερές. Μία από αυτές ήταν και οι καλοκαιρινές διακοπές που έρχονταν στις ζωές μας με μια κανονικότητα, στην ώρα τους, αφού όλον τον χειμώνα γύριζαν μέσα σε μυαλά σαν τις παχιές μύγες του Αυγούστου γύρω από ένα καρπούζι. «Πότε θα πάρετε άδεια; Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου; Α, εμείς, το πρώτο τού Αυγούστου». Τώρα, πια, το δεκαπενθήμερο συνεχόμενων διακοπών σε κάποιο εξοχικό μέρος είναι μια ανάμνηση γλυκιά, από τις 20τόσες ημέρες της άδειας άντε να φύγουν κάποιοι για κάνα επταήμερο – και, ίσως, να είναι και υπερβολή.
Σε κάθε περίπτωση, είτε πας πολλές ή λίγες ημέρες κάπου εκτός πόλης, φιλοξενούμενος σε κάποιο σπίτι συναδέλφων-κουμπάρων-συγγενών, αυτό που ποτέ δεν θα αλλάξει είναι η τελευταία νύχτα στην πόλη και τα όσα εκείνη γεννοβολά στο μυαλό σου.
Αυτές οι στιγμές είναι από τις πιο δύσκολες της σεζόν που αφήνεις πίσω σου, μαζί της κλείνει μια περίοδος που πέρασες πολλά στο ταλαιπωρημένο κορμί σου, άλλο ένα κεφάλαιο της ζωής σου ρίχνει αυλαία, η παράσταση για φέτος τελείωσε, ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε. Κι εσύ, ως ο κύριος πρωταγωνιστής της, ανάμεσα σε κλειστές βαλίτσες, έτοιμες για αναχώρηση, προσπαθείς να δεις -ως θεατής, πια- τα όσα έζησες, εκείνα που σκηνοθέτησες, πόσα σου βγήκαν και πόσα όχι, και σε ποια σκηνή πήρες χειροκρότημα.
Η τελευταία νύχτα στην πόλη έχει πολύ ζύγισμα, πολύ παλάντζο, όπως κι εσύ παλαντζάρισες ανάμεσα σε καταστάσεις που η απόφαση για το παρακάτω της ζήσης σου δεν ήταν προφανής και έκρυβε και τη μοναξιά του σχοινοβάτη. Ποια ήταν τα σωστά σου, πού έκανες λάθος, ποιους αδίκησες, πώς διόρθωσες τα λάθη που έκανες και πόσο γρήγορα; Αυτή η εξίσωση μπορεί να μην έχει πολλούς αγνώστους, αλλά ίσως είναι εκείνη που δυσκολεύεσαι να βγάλεις το αποτέλεσμα επειδή γνωρίζεις ότι, πιθανώς, θα παραμείνει ηθικά λειψό – και όχι από δική σου υπαιτιότητα.
Το βράδυ πριν από τις διακοπές -νομοτελειακά, και δίχως να το θες- στο μυαλό σου έρχονται στιγμές από τη χρονιά που τελείωσε, με συναδέλφους που ανακάλυψες από την αρχή και ήταν έκπληξη, με ερωτικές σχέσεις που δεν τράβηξαν κι ας είχες επενδύσει σε αυτές. Τη νυχτιά προτού να φύγεις, με ένα ποτήρι-κάτι από ποτό, θυμάσαι σχέσεις με φίλους που τελείωσαν σαν ένα μοχίτο σε κάποιο μπαρ και έμεινε μόνο το λάιμ. Μια γεύση παράξενη και σίγουρα όχι γλυκιά, με κύματα συναισθήματος ανεκπλήρωτου που σκάνε μέσα στην προκυμαία του μυαλού σου. Με ηθικές υποχρεώσεις που δεν έκλεισες τους προηγούμενους μήνες, δίνοντας γενναίες υποσχέσεις -στον εαυτό σου, βασικά- που θα τηρήσεις από φθινόπωρο μεριά.
Και κάπως έτσι ίσως να περνά η τελευταία βραδιά σου στην πόλη, με το κλιματιστικό των απέναντι να βαρά υπερωρίες, προτού σηκωθείς το πρωί, φορτωθείς τα μπαγκάζια σου και φύγεις σε μέρη που έχουν αρμύρα ή παχύ, βουνίσιο ίσκιο.
Ο,τι και να έζησες το προηγούμενο διάστημα, άστο πίσω σου, έτσι κι αλλιώς έμεινε από μόνο του – και δεν σε ρώτησε, κιόλας. Ναι, η τελευταία νύχτα στο κλεινόν άστυ είναι δύσκολη, αφού κουβαλά στις ώρες της απολογισμό, αλλά θα περάσει. Κι αν νιώθεις ρετάλι από όσα έγιναν το προηγούμενο διάστημα, να θυμάσαι πάντα ότι το καλοκαίρι είναι το καθαρτήριο των ψυχών μας, ο καλύτερος τρόπος να κάνεις reset στην προηγούμενη ζωή σου και να αρχίσεις, από τον Σεπτέμβριο, μια νέα πίστα. Τώρα, η νέα παράσταση που θα πρωταγωνιστήσεις θα παιχτεί δίπλα σε κρύες πηγές, μέσα σε καμπίνες αυτοκινήτων, σε σέλες μηχανών ή επάνω σε καταστρώματα πλοίων, εκεί που καταστρώνονται μυστικά σχέδια που έχουν ως στόχο την ανατροπή της χειμερινής, καθεστηκυίας σου κατάστασης. Εκεί που είναι ήδη γραμμένο -και όχι απαραίτητα από σένα- το σενάριο για να διώξει από το κορμί σου τον μεσαιωνικό, τον απέραντα γοτθικό παλιοχειμώνα.
Ναι, η τελευταία νύχτα στην πόλη είναι δύσκολη, αλλά θα περάσει, πιθανώς με λίγες πληγές παραπάνω στην ψυχή σου.
Κλείσε τα μάτια, πήγαινε για ύπνο -έχεις ταξίδι αύριο- και ονειρέψου: όταν θα γυρίσεις στους ίδιους τέσσερις τοίχους, όλα θα έχουν αλλάξει. Ή ότι θα κάνεις τα πάντα για να αλλάξουν.
Καλές διακοπές…