Τον Νίκο Χουλιαρά τον πρωτοσυνάντησα τη δεκαετία του '80, όντας δημοσιογράφος στην εφημερίδα ΝΕΑ, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Η πραγματική, η σημαντική, η ξεχωριστή μας συνάντηση ήταν στα τέλη της δεκαετίας του '70, στου Ζωγράφου, στο σπίτι δύο σημαντικών ανθρώπων στη ζωή μου, της Αθηνάς και του Ηρακλή. Σ' ένα βινύλιο. Μου άρεσε αυτή η καραφλή φάτσα του διανοουμένου στο εξώφυλλο. Κάτι μου έλεγε. Το έβαλα διστακτικά. Άρχισε το κλαρίνο να ζωγραφίζει και ο Χουλιαράς με την μπάσα αργή φωνή του να τραγουδάει «δεν στο ΄πα χαλασιά μου…». Μου άρεσε και η προφορά του. «Χαλασσσιααά μου». Ήταν η πρώτη επαφή μου με το ηπειρώτικο. Ψέματα. Η πρώτη επαφή μου ήταν χρόνια πριν.
Όταν στο σπίτι μου χόρευαν «μωρή κοντούλα λεμονιά» και εγώ παράμερα τους παρακολουθούσα σαρκαστικά. Δεν ήθελα να είχα σχέση. Ήμουν αλλού. Ροκάς. Πού να 'ξερα… Πάντως με τον Νίκο Χουλιαρά ανακάλυψα τη μαγεία του ηπειρώτικου. Αργότερα, πολύ αργότερα, μαζί με τα μπλουζ έβαζα πάντα έναν Τάσο Χαλκιά. Μόνο κλαρίνο. Κάνα μοιρολόι ή επιτραπέζιο συνήθως ή και τον Νίκο από εκείνον το δίσκο, αργότερα τον Πετρολούκα. Από τότε πάντα τον παρακολουθούσα. Διαβάζοντας στο Μελόι στην Πάτμο το «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ ΜΟΥ» ή ξεφυλλίζοντας τα σχέδιά του. Το κακό γι' αυτή τη χώρα είναι ότι οι σημαντικοί άνθρωποι είναι συνήθως σιωπηλοί, να πάρει η ευχή, ενώ οι ντενεκέδες μας ξεκουφαίνουν. Και ο Νίκος Χουλιαράς έτσι ήταν νομίζω… Σιωπηλός, αλλά σημαντικός.