Φαντάσου να μην μπορείς να πεις «μανούλα μου, χρόνια σου πολλά».
Φαντάσου να μην έχεις προφτάσεις να τη γνωρίσεις.
Σκέψου να είναι από καιρό λυτρωμένη από τα γήινα και συ να την αναζητάς σε λευκά μάρμαρα, λιβάνια και χλωμές φωτογραφίες.
Σκέψου να σ' έχει ξεχάσει από καιρό, γιατί το Alzheimer σας χτύπησε την πόρτα. Σας χτύπησε γιατί για κείνη είναι θολότητα και κενό, για σένα είναι πόνος.
Πριν από λίγα χρόνια, ο Κωνσταντίνος μού είπε: «Άλλο να χάνεις το πατέρας σου, άλλο να χάνεις τη μάνα σου. Η μάνα είναι ξεριζωμός από τον κόσμο σου. Θανατώνεται ο ομφάλιος λώρος σου, η σύνδεσή σου με τη ζωή, που σου έδωσε πνοή».
Ο Κωνσταντίνος μου δάκρυσε. Άλλο πράγμα η μάνα, άλλο ο πατέρας.
Έχω ζήσει την απώλεια του πατέρα μου. Στα 26 μου.
Θέλω να αργήσει πολύ η απώλεια της μάνας μου. Σήμερα είναι 71.
Κι ας ξέρω πως ακόμα προσπαθώ να ξεφορτωθώ ό,τι άθελά της μου σφήνωσε στο κεφάλι. Όλα όσα «μάτωσα» για να απενδυθώ.
Για να ξορκίσω το κακό, είχα γράψει ένα κείμενο για τα χέρια. Την είχα στο μυαλό μου. Με τρομάζουν τα ακίνητα χέρια. Αυτά που από τη δημιουργία πάγωσαν στην ακινησία.
Για την Μπεττούλα μου που μου είχε κολλαριστούς τους γιακάδες στη σχολική ποδιά.
Για τα σουβλάκια που μου έφερνε στο διάλειμμα του σχολείου.
Για το σταύρωμα που μου έκανε κάθε βράδυ για να κοιμηθώ ήσυχα.
Για τα γλυκά που μοσχομύριζαν στο σπίτι.
Για την υπερπροστατευτικότητα που μου έσπαγε τα νεύρα.
Για την υπερβολή της στο άγχος, στη μουρμούρα, στην τελειότητα.
Για κείνη την παιδική, καρό κουβέρτα στις αποσκευές μου.
Στάθηκα ευλογημένη γιατί αγαπήθηκα και από τους δyο τους και μπορώ να αγαπήσω. Βαθιά και με ειλικρίνεια πολλούς και όσους το αξίζουν με δοτικότητα.
Αν για όποιο λόγο σήμερα νιώθεις κάπως… αδέσποτo γιατί η μανούλα σου δεν σε ακούει, δεν σε καταλαβαίνει, νιώθεις ότι δεν υπήρξε αυτό που ονειρευόσουν, δεν πλησιάζει καν αυτό που εννοούμε ως μάνα, νιώθεις πως δεν πρόφτασες να της πει ό,τι θα ήθελες… γι' αυτό γράφω τούτο κείμενο. Γιατί είναι ευλογία να νιώθεις. Με ή χωρίς αντίκρισμα.
Είναι ευλογία να λυπάσαι, όταν δεν υπάρχει.
Είναι ευλογία να θυμώνεις γιατί σου έφυγε, σου άφησε κενά, δεν σε καταλαβαίνει πια.
Για κείνο το «αχ μανούλα μου!» που σου βγαίνει αυθόρμητα σε μικρές, καθημερινές στιγμές.
Κράτησε την εικόνα της μάνας σου ως δίχτυ ασφαλείας, είτε κατάφερε, είτε όχι να είναι αποτελεσματική στον ρόλο της, γιατί εσένα σου έδωσε τη ζωή. Και άφησε την από κει που είναι να σου στέλνει την ευλογία ή τη συγγνώμη της.
Γιατί, είτε έτσι, είτε αλλιώς, μέσα από σένα, ζει.
Υ.Γ: η μουσική πάντα λειτουργούσε μέσα μου καταλυτικά. Για τις όποιες εικόνες γεννηθούν αυτό που ακολουθεί.