Έχει μέρες τώρα που λίγο πριν κατέβω από το αυτοκίνητο και αρπάξω τον οδηγό μπροστά μου από τον λαιμό, λίγο πριν μαραθώ απαριθμώντας τους λογαριασμούς που πρέπει να πληρώσω, λίγο πριν σπάσω το κεφάλι μου από πού διάολο θα πρωτοκόψω τώρα που έρχονται οι μειώσεις μισθών, λίγο πριν απασφαλίσω γενικά, πέφτει το μάτι μου σε μια ανθισμένη αμυγδαλιά. Λες και εμφανίζονται επίτηδες μπροστά μου έτσι φουντωμένες και καμαρωτές την κρίσιμη στιγμή. Σαν φρένο πριν το γκρεμό. Οι ανθισμένες αμυγδαλιές αν και φέτος άργησαν λίγο, συμβολίζουν τον ερχομό της άνοιξης. Την ελπίδα που γεννά το ξύπνημα της φύσης. Και καλά η φύση κάποια στιγμή θα ξυπνήσει, θέμα ημερών είναι, εμείς όμως; Θα την αφήσουμε άραγε να μας ξυπνήσει από το λήθαργο; Για τον λήθαργο λέω που μας κάνει να ξεχνάμε να γελάσουμε, που βγαίνουμε και δεν κοιτάμε γύρω μας, που γυρίζουμε μόνοι μας στο κρεβάτι. Δυο χρόνια τώρα ακούω από φίλους, γνωστούς και ιδιοκτήτες μπαρ πως κανείς δεν έχει όρεξη να την πέσει και να του την πέσουν. Έχουμε όμως υποχρέωση να διαφυλάξουμε το δικαίωμα μας να μας απασχολούν τα γκομενικά που λέμε, ο έρωτας και το σεξ. Είτε είμαστε σόλο είτε αγκαζέ. Αντί λοιπόν να απελπίζεσαι που δεν έχεις λεφτά να κεράσεις μια μπύρα στη γκόμενα, σκέψου το αντίστροφα. Όρμα και διεκδίκησε την ευκαιρία να μοιραστείς τη δική σου μπύρα μαζί της. Κι αυτό σου θυμίζω έχει τρελή πλάκα.
Ο καθένας ξυπνά με διαφορετική αφορμή. Εμένα με ξύπνησε μια αμυγδαλιά, ένα χαμόγελο κι ένα φιλί στον αέρα που μου έστειλε ένας δικυκλιστής σε ανταπόδοση του αγριεμένου βλέμματος μου όταν παραβίασε το στοπ. Ώπα λέω, εγώ πήγα να φυτιλιάσω κι ο άλλος είχε κέφι για φλερτ έστω κι ενός δευτερολέπτου. Και το πεταχτό φιλί έμοιασε ξαφνικά με χαστούκι που με ταρακούνησε. Και τότε να την μπροστά μου μια ακόμη αμυγδαλιά που προσπαθούσε να ξεστριμωχτεί σε μια από τις λιγοστές πια αυλές της Νέας Σμύρνης. Τι ομορφιά χώρεσε σε μια στιγμή. Και στη μνήμη μου ήρθε μια από τις πολλές εκδοχές του μύθου της αμυγδαλιάς.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ζούσε κάποτε μια όμορφη πριγκίπισσα που ονομαζόταν Φυλλίς, και ήταν θυγατέρα ενός βασιλιά της Θράκης. Αυτή ερωτεύτηκε τον γιο του Θησέα τον Δημοφώντα. Ο νέος αυτός βρέθηκε στα μέρη της καθώς επέστρεφε με το καράβι του από την Τροία και ο βασιλιάς του έδωσε ένα μέρος του βασιλείου του και την θυγατέρα του για γυναίκα. Μέχρι εδώ καλά. Μόνος που ο Δημοφών νοστάλγησε την πατρίδα του την Αθήνα τόσο πολύ που ζήτησε να επιστρέψει εκεί για λίγο διάστημα. Τον άφησε η Φυλλίς αφού της υποσχέθηκε ότι θα γύριζε πίσω. Η Φυλλίς περίμενε τον καλό της στον τόπο της τελετής του γάμου της. Τον περίμενε πολλά πολλά χρόνια. Τόσα πολλά που στο τέλος πέθανε από το μαράζι της. Οι Θεοί, από οίκτο, μεταμόρφωσαν την Φυλλίδα σε δέντρο, σε αμυγδαλιά, η οποία έγινε σύμβολο της ελπίδας. Όταν ο Δημοφών βρήκε τον δρόμο της επιστροφής ήταν πολύ αργά και βρήκε τη Φυλλίδα σαν ένα γυμνό δέντρο χωρίς φύλλα και άνθη. Συντετριμμένος και γεμάτος τύψεις, αγκάλιασε το δέντρο, το οποίο ξαφνικά πλημμύρισε από λουλούδια, δείχνοντας ότι η αγάπη δεν μπορεί να νικηθεί από το θάνατο.
Αντί να περιμένουμε και τον δικό μας θάνατο, ας τον προλάβουμε. Ξέρετε εσείς πώς. Δεν ξεχνιέται αυτό, σαν το ποδήλατο είναι. Όπως λένε και οι υπέροχοι στίχοι του Γεωργίου Δροσίνη «Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά με τα χεράκια της και γέμισ' από τ΄ άνθη η πλάτη, η αγκαλιά και τα μαλλάκια της». Ε, τίναξέ την ντε.