Ενα πράγμα κατάλαβα εφέτος το Πάσχα. Οτι ακόμα κι αν απέχεις πλέον από το σύμπαν του Facebook, είναι σα να μην έφυγες ποτέ. Ακριβώς επειδή όλοι οι άλλοι εξακολουθούν να ζουν μέσα σε αυτό. Και σε αρκετές περιπτώσεις, μέσα από αυτό.
Αυτές τις μέρες έριξα κλεφτές ματιές στις οθόνες του κινητού των φίλων μου. Δεν προλάβαιναν να κάνουν like σε φωτογραφίες με Επιτάφιους, να γράφουν «άχου το μωρέ, να σου ζήσει το κουκλάκι σου» κάτω από εικόνες με πεντάχρονα βαφτιστήρια που μόλις έχουν παραλάβει τη λαμπάδα τους, αλλά και να ανεβάζουν και αυτοί με τη σειρά τους βιντεάκια με το making off από το σούβλισμα του αρνιού, το τσούγκρισμα των αβγών, το γλέντι που ανάβει και το γλέντι που σβήνει.
Οταν βρισκόμουν στο Μετρό, κρυφοκοίταζα τα κινητά αγνώστων. Κι εκεί ακριβώς τα ίδια. Και ευχές, πολλές ευχές. Με περισπούδαστο ύφος, λες και ο καθένας είναι αρχηγός ενός δικού του ανεξάρτητου κρατιδίου και έχει το ηθικό χρέος, μέρες που είναι, να μην αφήσει τον λαό του χωρίς ένα διάγγελμα, χωρίς να ευχηθεί από καρδιάς τα καλύτερα.
Ακόμα και ψάλτες στον Επιτάφιο στην Πλάκα είδα, να προπορεύονται κρατώντας και το smart-phone τους. «Είναι για να διαβάζουν την ψαλμωδία» έσπευσαν να τους δικαιολογήσουν οι πιο θρήσκοι. Εγώ, γιατί σαν άπιστος Θωμάς αρνούμαι να πιστέψω κάτι τέτοιο και θεωρώ ότι είναι απλά επειδή κανένας δεν μπορεί να αποχωριστεί ούτε για ένα ευλογημένο δευτερόλεπτο το κινητό του; Και φυσικά, δεν έλειψαν οι πιστοί που ακολουθούσαν τον Επιτάφιο ανεβάζοντας ταυτόχρονα Insta story, βάζοντας το δικό τους λιθαράκι στο ευλαβικό instagram.
Αποφάσισα να πάρω οριστικό διαζύγιο από το facebook-στο Instagram δεν είχα ενδώσει ποτέ-πριν από επτά μήνες, ύστερα από τέσσερα χρόνια ενασχόλησής μου μαζί του. Ομολογώ πως δεν μου λείπει καθόλου, κι όταν ακόμα αναρωτιέμαι αν χάνω κάτι κοσμοϊστορικό επειδή δεν είμαι κι εγώ εκεί μέσα, αρκεί να πέσει το μάτι μου στο γνώριμο φορμάτ στην οθόνη ενός συναδέλφου στο γραφείο ή κάποιου φίλου όταν βρισκόμαστε για καφέ, για να μου λυθεί κάθε απορία και να εξατμιστεί κάθε νοσταλγία.
Το πιο αστείο είναι όταν γνωρίζεις καινούριο κόσμο. Αν κάνει το λάθος να σε αναζητήσει αργότερα στο Facebook χωρίς να έχει προνοήσει να σου ζητήσει το κινητό ή έστω το mail σου, σε έχει χάσει για πάντα.
Αυτό φαίνεται άλλωστε ξεκάθαρα και στις κοινωνικές μας συναναστροφές: όλοι, ακόμα και στις πιο χαλαρές στιγμές, όπως είναι ας πούμε η συνάντηση σε ένα μπαρ, συστήνονται με το ονοματεπώνυμό τους, λες και παίζουν σε σαπουνόπερα: «χαίρω πολύ! Αντώνης Γεωργίου… / Χάρηκα! Μαρίνα Αναστασάκη…». Στην πραγματικότητα, εννοούν «Antonis Georgiou και Marina Anastasaki B». Αυτή η ξαφνική κρίση επισημότητας, είναι για να σου κάνουν πιο εύκολη την πρόσβαση στο προφίλ τους.
Ούτε όλο αυτό το ντόμινο απανωτών αποκαλύψεων για το πώς το Facebook έχει καταφέρει να σφετεριστεί τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα τόσων χρηστών δεν φαίνεται να πτοεί την on line κοινότητα. Ισως επειδή όλοι έχουν συνηθίσει τόσο στην έκθεση, που ακόμη και αυτή η διαφθορά, είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν όλοι, ως ιντερνετικές διασημότητες: όταν ο κάθε πικραμένος ανεβάζει κάθε τρεις και λίγο «πίνω καφεδάρα με την κοράκλα μου στο Σούνιο. Αξία ανεκτίμητη….» ή «η Φιλλιώ Αργυρίου νιώθει ότι την αγαπούν στην περιοχή Κομμωτήριο Perfect Hair», όταν με άλλα λόγια η συντριπτική πλειοψηφία αντιμετωπίζει παπαρατσικά τον ίδιο της τον εαυτό και αυτοφωτογραφίζεται οπουδήποτε κι αν βρίσκεται, ο,τιδήποτε κι αν κάνει, στο τέλος θα καταλήξει να σκεφτεί «τι να κάνουμε που μας χακάρουν; αυτά έχει η σόουμπιζ…».
Κατά την ταπεινή μου άποψη, το facebook έβλαψε σοβαρά τις προσωπικές και διαπροσωπικές σχέσεις. Εκλεισε σπίτια, έσπειρε διχόνοια, φύτεψε σπόρους αμφιβολίας ακόμα και σε ζευγάρια υπεράνω πάσης υποψίας. Δεν ξέρω κατά πόσο βοήθησε τους «επαγγελματικούς λόγους» για τους οποίους όλοι δηλώνουν ότι το χρησιμοποιούν κι ας μένουν on line ως τα ξημερώματα, πάντως το σίγουρο είναι, ότι το τέρας του Φρανκεστάιν-Ζάκερμπεργκ έχει αυτονομηθεί και κυκλοφορεί ανεξέλεγκτο.
Πέρα από τις αποκαλύψεις που το αφορούν και έρχονται σχεδόν σε καθημερινή βάση στο φως, αξίζει να αναρωτηθεί ο καθένας πόση ώρα είναι ικανός να αντέξει μακριά από την εθιστική ψευτοεπιβεβαίωση των likes.
Κάθε φορά που λέω σε κάποιον ότι δεν έχω Facebook, με αντιμετωπίζει σα να του λέω ότι δεν έχω τρεχούμενο νερό στο σπίτι μου. Η αναλογική μοναξιά μπορεί να είναι σκληρή σε ένα ψηφιακό σύμπαν. Εχει όμως και μια ελευθερία που δεν μπορείς να διανοηθείς όταν έχεις μάθει να γράφεις και να σκέφτεσαι το όνομά σου με λατινικούς χαρακτήρες και να αισθάνεσαι μέσα από emojis.