Απόψεις

Αντίο Γιάννη Καλαϊτζή, αντίο δάσκαλε

Ο Καλαϊτζής υπήρξε δάσκαλος πολλών από τις επόμενες γενιές των ελλήνων σκιτσογράφων και κομιξάδων. Ηταν μια υπόγεια σχολή που διαπέρασε και διαπερνά μέχρι και σήμερα μια μεγάλη ομάδα των δημιουργών εικόνας στη χώρα μας
Ανδρέας Πετρουλάκης

Αν δεν υπήρχε ο Καλαϊτζής και ο Ιωάννου εγώ δεν θα γινόμουν γελοιογράφος. Στο μαθητικό μου δωμάτιο, τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, είχα κολλημένα στους τοίχους μόνο τα σκίτσα τους από το ΑΝΤΙ και τις αφίσες του Τζιμ Μόρισον και του Γιώργου Δεληκάρη. Προσπαθούσα με τις ώρες να τους αντιγράψω και δεν μπορούσα. Ενοιωσα ότι μπορώ να συστήνομαι ως γελοιγράφος μόνο όταν ήρθε στο γραφείο μου στην Αυγή, όπου τον διαδέχτηκα, για να μου σφίξει το χέρι. Αρκετά για τον εαυτό μου, αν και θα μπορούσα να μιλάω με τις ώρες για τις συναντήσεις μας.

Ο Καλαϊτζής υπήρξε δάσκαλος πολλών από τις επόμενες γενιές των ελλήνων σκιτσογράφων και κομιξάδων. Ηταν μια υπόγεια σχολή που διαπέρασε και διαπερνά μέχρι και σήμερα μιά μεγάλη ομάδα των δημιουργών εικόνας στη χώρα μας.

Η μεγάλη του τέχνη, που επηρέασε αποφασιστικά τη γελοιογραφία της Μεταπολίτευσης, ήταν η συνύπαρξη της άναρχης και φαινομενικά αταξινόμητης εικόνας με την βαθειά πειθαρχία και την οικονομία των μέσων. Αν ανέλυες το σκίτσο έβλεπες ότι τίποτα δεν ήταν τυχαίο πάνω του. Προς στιγμή σε αποπροσανατόλιζε το γέμισμα του μεγάλου μάστορα, που με άνεση χωρούσε στο σκίτσο του πολλά διαφορετικά επί μέρους κομμάτια, και ξαφνικά συνειδητοπούσες ότι όλα ήσαν απαραίτητα. Απλώς ήταν η βαθειά κουλτούρα του κομίστα που μπόλιαζε και τη γελοιογραφία του με το σουρεαλιστικό και υπερβατικό ξάφνιασμα αλλά ποτέ εις βάρος της αυστηρής πολιτικής του γραμμής, ποτέ εις βάρος της καθαρής γελοιογραφικής λειτουργίας της εικόνας του.

Ενιωθε ισχυρός γιατί ήταν ισχυρός, γιατί είχε γαλουχήσει πολλούς ομότεχνούς του, γιατί μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι ήταν από τους ελάχιστους δημιουργούς που άλλαξε τη μοίρα της γελοιογραφίας

Πολλές φορές παρεξηγήθηκε όπως συμβαίνει σε όλους τους σημαντικούς δημιουργούς. Ηταν γιατί η αυτοπεποίθηση του δίκιου του και της τέχνης του δεν του δημιουργούσε ποτέ την ανάγκη να γίνει πιο αναλυτικός από όσο ήταν απαραίτητο. Αυτό ακριβώς δίδαξε και στους νεώτερους. Οτι η γελοιογραφία πρέπει να είναι τόσο αφαιρετική όσο να βρεθούν έστω λίγοι να την καταλάβουν. Αυτήν την πολυτέλεια δεν τη δίνουμε πολλοί στον εαυτό μας, πρέπει να νιώθεις πολύ ισχυρός στην Τέχνη σου για να το κάνεις. Και ο Γιάννης Καλαϊτζής ένιωθε ισχυρός γιατί ήταν ισχυρός, γιατί είχε γαλουχήσει πολλούς ομότεχνούς του, γιατί μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι ήταν από τους ελάχιστους δημιουργούς που άλλαξε τη μοίρα της γελοιογραφίας στον τόπο μας.

Η γραμμή του ήταν εκπληκτική. Η σχεδιαστική του ικανότητα ήταν εφάμιλλη των κορυφαίων ευρωπαίων και αμερικανών γελοιογράφων και κομιξάδων. Παρ΄όλα αυτά την αμελούσε. Για τον ίδιο λόγο. Ηταν η αυτοπεποίθησή του να χρησμοποιήσει και σχεδιαστικά τα απαραίτητα. Δεν είχε λόγο να εντυπωσιάσει με την απίστευτη ζωγραφική του δεινότητα – εργαλείο το είχε για να πει αυτά που ήθελε. Στα κόμιξ του ήταν πιο πλουσιοπάροχος. Και σε άφηνε άναυδο πώς μπορούσε να συλλάβει όλην την εκφραστική γκάμα του Καζαντζίδη ή του Τάσου Μητρόπουλου, που τους είχε χρησιμοποιήσει ως πρότυπα στο «είδωλο της Αφροδίτης».

Και για να πούμε λίγο τα δικά μας ήταν όλος μιά γεναιόδωρη αγκαλιά. Δεν νομίζω ότι υπήρξε άλλος γελοιογράφος που να αγκάλιασε με τόση αγάπη και ζεστασιά όλους τους νεώτερους, όλων των γενεών, συναδέλφους του. Ησουν μειράκιο και σε έκανε να αισθάνεσαι ίσος. Δεν υποκρινόταν. Σεβοταν πως κι εσένα σε ταλαιπωρούσε το ίδιο βάσανο. Και με κάθε ευκαιρία φυσούσε αέρα στα πανιά σου σαν Αίολος. Αυτό το τελευταίο είναι που μου γεννά την υποψία ότι πολλοί από τους γελοιογράφους της γενιάς μου και της επόμενης από χτες νιώθουν ένα είδος ορφάνιας.