Protagon A περίοδος

Ανατολικά της Εδέμ

Τα ταξιδιωτικά γκρουπ είναι ο δικός μου κόσμος για τις μισές μέρες της άδειάς μου - η άλλη μισή ανήκει στα ελληνικά νησιά...

Γιάννης Σιδέρης
Γιάννης Σιδέρης

Υπάρχει μια κατηγορία συμπολιτών μας, οι ίδιοι και οι ίδιοι πάντα, που περιμένοντας την άδεια δεν ονειρεύεται πορφυρά ηλιοβασιλέματα, γραφικά ακρογιάλια, δροσερές θαλασσοσπηλιές, κρυστάλλινα νερά, ατέλειωτο αραλίκι στις ξαπλώστρες, κλπ.

Με το που έρχεται η μέρα της άδειας παίρνουν βιαστικά τις βαλίτσες και τρέχουν αγχωμένοι να συναντηθούν με το γκρουπ, να προλάβουν το αεροπλάνο και να ταξιδέψουν στα πέρατα του κόσμου. Κατακαλόκαιρο μπορεί να τους δει κανείς με 50 βαθμούς υπό σκιά να ταξιδεύουν στην Σαχάρα, να τριγυρνούν στα αρχαία αποπνικτικά σοκάκια της Φεζ στο Μαρόκο, να λιώνουν από τον ήλιο στην αγορά του Μαρακές ή στα ερείπια των ναών της Άνω Αιγύπτου. Μπορεί να τους δει να δυσκολεύονται να αναπνεύσουν, λόγω υψομέτρου, στην λίμνη Τιτικάκα και στις ανηφοριές του Μάτσου Πίτσου στο Περού, να τους πνίγει η υγρασία στον Αμαζόνιο, να μισοκοιμούνται εξαντλημένοι στο λεωφορείο διασχίζοντας τις ατέλειωτες πάμπες της Αργεντινής. Μπορεί να τους δει να τους τυλίγει η μπόχα στις εξαθλιωμένες γειτονιές της Ινδίας και του Νεπάλ, εκεί όπου έχεις την αίσθηση ότι ακόμη και ο αέρας θα σου μεταδώσει αρρώστιες, να κοιτούν με απορία το μυθικό Σινικό τείχος πνιγμένο σε εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες ή το Πεκίνο, αποστερημένο από κάθε μαγεία ανατολικής εικόνας, μια ατέλειωτη τσιμεντένια πόλη σαν αυτές του πρώην υπαρκτού. Μπορεί να τους δει να νιώθουν …σαν σε ταινία εποχής διαπλέοντας τον Μεγκόγκ στο Βιετνάμ, να εκστασιάζονται ή να απογοητεύονται από την χαι τεκ δομή των πόλεων της Ιαπωνίας, να φωτογραφίζονται στο Ανκορ Μπατ στην Καμπότζη, εκεί στην αρχαία πύλη όπου η Ατζελίνα Τζολί ως Λάρα Κρόφτ βούλιαξε σε υπόγειες στοές, να φρικάρουν με τις φωτογραφίες των θυμάτων στα κολαστήρια του Πολ Ποτ και των Ερυθρών Χμέρ, να πλήττουν θανάσιμα επισκεπτόμενοι εκατοντάδες ναούς και αγάλματα του Βούδα, όρθια, καθιστά και πλαγιαστά! Αν βρεθούν την κατάλληλη ημερομηνία μπορεί και να γίνουν αυτόπτες παρατηρητές αρχαίων παγανιστικών τελετών των ντόπιων πληθυσμών. Τους βλέπεις να ξυπνάνε αγόγγυστα 2, 3 ή 4 το πρωί σε καιρό διακοπών, για να προλάβουν την πτήση για την επόμενη πόλη ή το επόμενο κράτος. Φυσικά τα χάπια που δεν λείπουν από κανέναν τους είναι αυτά για την γαστρεντερίτιδα…

Τους ίδιους μπορεί να τους ακούσεις το βράδυ μπροστά στην φαντασμαγορία του αγριεμένου ωκεανού ή την φωτισμένη πισίνα του ξενοδοχείου, μεταξύ του πόσα παίρνει η Μενεγάκη, που θα βρει δουλειά η Τατιάνα και του …κάτι θα ξέραν αυτοί για να σκοτώσουν τον Γκιόλια(!!!), να συζητάνε για την κρίση. Αν παρέμβεις στην κουβέντα ψυχανεμίζονται ότι κάτι περισσότερο σκαμπάζεις και σε ρωτάνε τι δουλειά κάνεις. Δεν μπορείς να το αποφύγεις, δηλώνεις δημοσιογράφος και σούρχεται η πρώτη σβουριχτή: εσείς γράφετε ότι σας λέει το κόμμα σας! Πάλι καλά. Μια φορά στην Κούβα έγινε …της Αβάνας, καθώς η πρώτη αντίδραση κάποιου ήταν «εσείς τα παίρνετε από παντού» και η πρώτη δική μου η …κλωτσοπατινάδα!

Ας είναι. Τα ταξιδιωτικά γκρουπ είναι ο δικός μου κόσμος για τις μισές μέρες της άδειάς μου – η άλλη μισή ανήκει στα ελληνικά νησιά. Είναι άνθρωποι που επαγγελματικά και εισοδηματικά ανήκουν στην μεσαία ή στην κατώτερη εισοδηματική τάξη, η ανώτερη πάει …γιωτ, ενώ από νοοτροπία και κοσμοθεώρηση, αποτελούν τον μέσο έλληνα. Εκείνο που τους διαχωρίζει είναι ότι έχουν την πετριά του ταξιδευτή. Συνήθως δεν επιχειρούν εκ των προτέρων να μάθουν το λαό της χώρας που θα επισκεφθούν μέσα από την λογοτεχνία και την ιστορία του. Τους αρκούν οι εικόνες που τα μάτια τους ρουφούν βουλιμικά και αιχμαλωτίζουν για χρόνια. Εικόνες ενός πολύχρωμου, παράξενου, διαφορετικού από τον δικό τους, κόσμου. (σ.σ. καμιά φορά σκάει μύτη και κανας άσχετος που τον έφερε το αμόρε, νομίζει ότι τραβάει τα πάθη του ..Ιντιάνα Τζόουνς, και γκρινιάζει όλη την ώρα γιατί δεν είναι στη Μύκονο να πίνει τζιν φις στη ξαπλώστρα η μπροστά στην τηλεόραση στο δωμάτιο του ξενοδοχείου!)

Φέτος, αφού δεν συμπληρώθηκε το γκρουπ για Νεπάλ-Θιβέτ, μάλλον λόγω κρίσης καθότι πιο ακριβό, βρέθηκα αναγκαστικά, όπως και άλλοι, σε Σρι Λάνκα και Μαλδίβες, μετά από μια βδομάδα στην Γαύδο – η Γαύδος, γεμάτη από σκηνές κάτω από τα κέδρα, με ανθρώπους που μπορούν να την βγάζουν με ντοματούλα, ψωμί και τσικουδιά για μια βδομάδα ή και περισσότερο, ναι αγαπητή κα Λαμπρία (όπως έχω κάνει τόσες φορές στη ζωή μου σε νησιά της άγονης γραμμής, όταν δεν είχα μία, όχι μόνο πριν αλλά και μετά την ενασχόλησή μου με τη δημοσιογραφία… )

Ανατολικά της Εδέμ
Δεν μου κακόπεσε η Σρι Λάνκα, εκεί «στη γέφυρα του Αδάμ» (που δεν είναι στη Νότια Κίνα). Είχα άλλωστε και την προσωπική μου πετριά: την περιέργεια να δω ποια είναι αυτή η τριτοκοσμική χώρα που έκανε την έκπληξη και απόχτησε πρώτη στην ιστορία των Δημοκρατιών γυναίκα πρωθυπουργό, την Σιριμάβο Μπανταρανάικε. Η Μπανταρανάικε, γνωστή ως «κλαίουσα χήρα» μετά την δολοφονία του συζύγου της πρωθυπουργού, πήρε τα ηνία με σιδερένιο χέρι, κατέστειλε άγρια μια εξέγερση νεαρών, κυρίως Ταμίλ, και πέρασε από λεπίδι καμιά εικοσαριά χιλιάδες από αυτούς! Το νησί – χώρα, είναι μια τεράστια ατέλειωτη ζούγκλα, που μπροστά της οι ζούγκλες του Βιετνάμ μοιάζουν …λαχανόκηποι. Κάποιοι που αρέσκονται να πιστεύουν ότι ο βιβλικός παράδεισος ήταν επί γης, διατείνονται ότι αυτός δεν βρισκόταν μεταξύ Τίγρη και Ευφράτη αλλά στην Σρι Λάνκα! Από την άλλη φτωχά τα πολιτιστικά μνημεία της, λίγοι και λιτοί οι βουδιστικοί και οι ινδουιστικοί ναοί, καμιά σχέση με τους «πλουμιστούς» της υπόλοιπης Ασίας. Τα ερείπια των παλατιών και των κάστρων της …πολύ ερείπια αφού ήταν φτιαγμένα με πλίνθες και κατέρρευσαν στο αμείλικτο διάβα του χρόνου. Οι πόλεις της …ο συνήθης άναρχος «γύφτικος μαχαλάς» που είναι οι τριτοκοσμικές πόλεις της Ασίας, που κάποιους εκνευρίζουν, άλλοι τις υφίστανται στωικά αλλά προσωπικά με γοητεύουν.

Εκεί πάντως υπάρχουν τα ιερά και τα όσια του βουδισμού, όπως ο ναός της πανέμορφης ορεινής Κάντυ, όπου φυλάσσεται σε αλλεπάλληλες χρυσές θήκες, η μία μέσα στην άλλη σαν ρωσικές μπάμπουσκες …το ιερό δόντι του Βούδα – κατά την παράδοση όταν τον έκαψαν έμειναν τέσσερα δόντια. Το ένα πέταξε στον ουρανό, το άλλο βυθίστηκε βαθειά στη γη, το τρίτο χάθηκε και το τέταρτο βρίσκεται στον ναό της Κάντυ, τη Μέκκα του βουδισμού. (Βέβαια υπάρχουν αναφορές των Άγγλων κατακτητών που το είδαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και λένε ότι έφτανε τα πέντε εκατοστά – ούτε σε …κροκόδειλο να ανήκε!)

Οσο για τις φημισμένες Μαλδίβες, όπου κλειστήκαμε 4 μέρες σε ένα νησί- ξενοδοχείο, όταν βρεθείς εκεί βρίζεις για τα εγκλήματα που κάναμε διώξαμε τον τουρισμό από την υπέροχη χώρα μας! Οι Μαλδίβες είναι καλές για να τις βλέπεις σε ονειρικά καρτ ποστάλ, αλλά όχι για τις διακοπές σου. Σαν κατασκήνωση είναι, εκατοντάδες πανομοιότυπα δωματιάκια, θάλασσες χλιαρές, καμιά σχέση με την ηδονική δροσιά των ελληνικών νερών… πουθενά το μπλε του Αιγαίου… κολυμπάς μόνο ως εκεί που πατώνεις…παραπέρα απαγορεύεται γιατί παραμονεύουν τα ορμητικά ρεύματα και οι καρχαρίες! Οι μόνοι ευχαριστημένοι ήταν τα νιόπαντρα ελληνικά ζευγάρια που περνούσαν εκεί τη βδομάδα του μέλιτος – αλλά αυτοί και …στην κόλαση να βρίσκονταν πάλι ευχαριστημένοι θα ήταν!

«Γατί είναι τόσοι πολλοί έλληνες στις Μαλδίβες αφού έχετε οικονομική κρίση;» με ρώτησε παραξενεμένη με σπαστά ελληνικά η ιταλιδούλα αρχαιολόγος που έκανε μπάνιο δίπλα μας. Απορία ψάλτου …βηξ, η απάντηση…
Αυτά για φέτος, τα μάτια αιχμαλώτισαν εικόνες για να βγάλουν τον χειμώνα. Αμήν και του χρόνου – αν αφήσει η κρίση. Τώρα τα κεφάλια -πολύ- μέσα…

ΥΓ : Πηγαίνοντας είχα το πιο τρομακτικό, στην κυριολεξία, ταξίδι της ζωής μου. Υποτίθεται ότι στο Αμμάν θα είχαμε μισή ώρα πριν την πτήση για Κολόμπο. Υπολόγιζα ότι θα προλάβω να καπνίσω 4- 5 τσιγάρα σε αυτό το ημίωρο για να αντέξω το υπόλοιπο 8ωρο ταξίδι – ήμουν ήδη χωρίς τσιγάρο 3,5 ώρες. Κατεβαίνουμε, μας λέγε γρήγορα φεύγει το αεροπλάνο, στη σειρά για τον έλεγχο διαβατηρίων ποιος ξέρει τι ύφος είχα (που ‘σαι Βιτάλη να με δεις) μια διπλανή κυρία μου λέει, φοβάστε και ‘σεις τα αεροπλάνα, ε; Οχι της απαντάω, γιατί; Μα το ύφος σας μου λέει, και που τρώτε τα νύχια σας! Είναι που δεν έχω καπνίσει εδώ και 3,5 ώρες και δεν θα καπνίσω για άλλες 8 τουλάχιστον, της εξηγώ. Με κοίταξε σα να έβλεπε ούφο… έβλεπε ούφο…