Απόψεις

Οταν συνάντησα τη Μόνικα Μπελούτσι

Πού έγινε αυτό και κάτω από ποιες συνθήκες; Ήταν απλώς μια τυχαία και κατά σύμπτωση καραμπόλα κάπου στον κόσμο ή περιείχε και κάτι περισσότερο; Συνωμότησε το Σύμπαν και πήγε και στραβώθηκε και έπεσε η Θεά πάνω στον απίθανο ή συνέβη άλλο τι;
Στάθης Παχίδης

Αχχχ Μόνικα… Είναι κάποιες στιγμές ακραίες και οριακές στη ζωή που γράφουν και σημαδεύουν εντός ύπουλα και πολλαπλά, δημιουργούν κραδασμούς και έξεις, διαμορφώνουν θέαση και αισθητική. Κι όταν βλέπεις -έτσι ωμά, ξερά και σε τίτλο καρατιτλάρα- «συνάντησα την Μόνικα Μπελούτσι», ήδη ένα όριο σπάει, διαλύεται ένας πήχης, εξάπτεται προσοχή, βλέμμα, κλικ, ενδιαφέρον, μη σου πω μέχρι και like ακόμη. Μιλάμε για ένα άφθαστο γυναικείο πρότυπο, ίσως την πιο επιθυμητή γυναίκα του πλανήτη, το άπιαστο όνειρο για οποιονδήποτε άνδρα.

Αχχχ Μόνικα… Και λογικά αναρωτιέσαι, φίλη αναγνώστρια και φίλε αναγνώστη, αν και πώς έγινε αυτό; Πώς ο ευκαιριακά και ερασιτεχνικά ταπεινός γραφιάς του Protagon συνάντησε την επί γης Θεά, αυτήν, που ο Θεός είχε τρελά κέφια, όταν την έφτιαχνε και της χάρισε απλόχερα κάλλος, αναλογίες, χάρη και γοητεία; Ήταν ένα δημόσιο συναπάντημα ή μια ιδιωτική συνάντηση και τώρα ο τάχα-μου-δήθεν ξηγιέται «δείτε σε λίγο» και αποκαλύπτει; Πού έγινε αυτό και κάτω από ποιες συνθήκες; Ήταν απλώς μια τυχαία και κατά σύμπτωση καραμπόλα κάπου στον κόσμο ή περιείχε και κάτι περισσότερο; Συνωμότησε το Σύμπαν και πήγε και στραβώθηκε και έπεσε η Θεά πάνω στον απίθανο ή συνέβη άλλο τι;

Αχχ Μόνικα… Μόνικα αχχχ… Η περιέργεια δεν σκότωσε μόνο τη γάτα, πήρε αμπάριζα κι όλο το ζωικό βασίλειο. Πίνοντας τον πρωινό καφέ ή ξεκλέβοντας λίγο απ’ τη δουλειά ή περιμένοντας σε καμιά ουρά σκαλίζοντας το αϊφόνιον το ξερολικόν ή με το ανά χείρας τάμπλετ καναπεδίσια, σου ‘ρχεται ταμπλάς και υποκύπτεις.

Αχχχ Μόνικα… Περίεργη-περίεργος κι ανύποπτη-ανύποπτος πατάς επί της οθόνης το προταγκονικό τετραγωνίδιο, ενώ ακούς Γονίδιο, με κάποιο –μολόγα το, δεν ειν’ ντροπή- αγωνίδιο: Είναι κράχτης ολκής και κουκλάρα η άτιμη παρά τα πενήντα τόσα της κι αν ένας κάποιος τυχαίος από εδώ τριγύρω λέει πως τη συνάντησε, δεν γίνεται, πρέπει να το μάθεις, να πλησιάσεις, να πληροφορηθείς το συμβάν, να σκύψεις στην κλειδαρότρυπα. Είναι και αλήτης και ζαλιστικός ο τίτλος πάνω πάνω (θα μπορούσε να είναι και χειρότερος: «Πώς πέρασα μια νύχτα με τη Μόνικα Μπελούτσι»), είναι κι η φωτογραφία η ελκυστική, που σε τραβάει και ήδη έφθασες λαχανιαστά, διαγώνια και επί τροχάδην στην προτελευταία παράγραφο.

Δεν το περίμενα αυτό από σένα. Ούτε από μένα το περίμενα ειν’ αλήθεια αλλά η χαρά και η απόλαυση του κειμένου είναι πάνω απ’ όλα – ε ναι, και το «σου την έσκασα». Πρέπει να το παραδεχτείς, αναγνώστρια κι αναγνώστη μου: έχεις δημιουργήσει επικίνδυνες έξεις, έστω κι αν δεν είσαι του μεσημεριανάδικου, έστω κι αν είσαι συχνός σ’ ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά.

Μπελουτσικός ή όχι, τσίμπησες.

ΥΓ: Αν ποτέ συναντήσω τη Μόνικα (λέμε τώρα), δεν θα γράψω λέξη.