Απόψεις

Ωδή στον φραπέ

Χαίρε φραπέ εξηντάχρονε. Αυτό που μας έμαθες -χτυπημένος εσύ, χτυπημένοι κι εμείς, παγωμένος εσύ, παγωμένοι κι εμείς- είναι να μπορούμε να σταματάμε τον χρόνο για τη χαρά της συνεύρεσης, για την απογείωση της παρέας
Στάθης Παχίδης

Φραπέ, Φραπεδιά, Φράπα, Φραπόγαλο, Φραπεδούμπα, Καραβίσιε (καλώς τα, τα μαστόρια) ή και Τουριστικέ (φουλ στο γάλα και στη ζάχαρη για τουρίστες, κάτι σαν υγρή πάστα),
Χαίρε.

Χαίρε, Φραπέ εγερτήριε.
Πόσα μάτια άνοιξες, πόσα πρωινά βαρύθυμα ξεκίνησες, πόσα φοιτητικά διαβάσματα συντρόφεψες, πόσα ξενύχτια και hangover ξέπλυνες, σε πόσες σκοπιές της επικράτειας 2-4 γερμανικό είπες «αλτ τις ει»;

Χαίρε, Φραπέ ζείδωρε.
Τόσα πλαστικά ποτήρια, σπαστά καλαμάκια, ζάχαρες, γάλατα και παγάκια (τρία τα απαραίτητα), πλαστικά σέικερ και ηλεκτρικά αναδευτήρια πουλήθηκαν για πάρτη σου — για να ‘σαι συ παχύρρευστος και γευστικός.
Τραπεζοκαθίσματα απλώθηκαν στον ήλιο, σερβιτοράτζες πήραν παραγγελία, μπουφετζήδες έβαλαν μπρος το βζίιιιν, λατζέρες έπλυναν ποτήρια, Δήμοι και Κοινότητες εισέπραξαν. Για φούμες, τσιγάρα, τασάκια, φίλτρα, αναπτήρες και χαρτάκια ας μη μιλήσω – κοντέινερ είναι η μονάδα μέτρησης και βάλε.

Χαίρε, Φραπέ ανέμελε.
Χιλιάδες ασσόδυα και ντόρτια με μπινελίκια είδες, αμέτρητα κλεισίματα ταβλιού με νεύρα άκουσες. Πόσες κουβέντες τιποτολογίας -«τι λέει…, καλά όλα…, η κατάστασις σήμερα…, ώ τον αγαπητόοοο…»-, πόσες πολιτικές αντιπαραθέσεις και «προδότες», πόσα οφσάιντ ή και πουλημένους διαιτητές δεν κατάπιες!!!
Η αργόσυρτη διάρκεια μας σ’ ένα ποτήρι μέσα, σ’ ένα ρόφημα.

Χαίρε, Φραπέ ερωτικέ.
Χαίρε πρόσχημα ικανό και αναγκαίο, υπαινιγμέ για συνάντηση και τάχα συζήτηση με απώτερους σκοπούς μη ομολογημένους αλλά ποιος δε τόπε;
-«Πάμε για κανένα καφέ;»
Ναι ρε, Φραπέ εχέμυθε, και βαρβάτες χυλόπιτες άκουσες και τίποτα δε μαρτύρησες.

Χαίρε, Φραπέ παρωδέ και παιγνιώδη.
Μέχρι και σύμβολο πίστεως συνέθεσαν οι πιστοί:
«Milk εκ βοδός,
αφρόν αληθινόν
εκ μιξερός ηλεκτρικού χτυπηθέντα,
ου γεννηθέντα
χρησίμου του Φραπέ
δι’ ού το μάτι ορθάνοιξε».

Χαίρε, Φραπέ σηματοδότη.
Εκατομμύρια λίτρα σου –ελαφρώς μεταλλαγμένα- ρύπαναν τον Θερμαϊκό και μετά την κατάρα της «ερωτικής» ετικέτας, ήρθε κι η ταμπέλα του «χαλαρά» και μας αποτέλειωσε. Και εμείς, εκδικητικοί, μπαγιάτηδες κι αχάριστοι, σε βάζουμε πια σε Μουσείο: ήρθαν οι –τσίνοι, οι καπουτσίνοι, οι φρεντοτσίνοι, οι φρεντοεσπρέσσοι να σε βγάλουν στη σύνταξη, στην προθήκη, στην ανάμνηση.

Χαίρε, Φραπέ, εξηντάχρονε συνταξιούχε.

Φραπέ ίσως και να είναι το όνομα μιας κάποιας εποχής.
Αυτό που μας έμαθες -χτυπημένος εσύ, χτυπημένοι κι εμείς, παγωμένος εσύ, παγωμένοι κι εμείς- είναι να μπορούμε να σταματάμε τον χρόνο για τη χαρά της συνεύρεσης, για την απογείωση της παρέας, για το κοίταγμα στα μάτια του διπλανού.

Χαίρε, Φραπέ παυσίχρονε.