Αυτή η φωτογραφία μ’ έχει στοιχειώσει. Την είδα στον Guardian σ’ ένα άρθρο του Σύρου γιατρού Ζαχέρ Σαλούλ που ζει και εργάζεται στο Σικάγο, στην Αμερική, με ειδίκευση στην φροντίδα «κρίσιμων περιστατικών». Χώρoς του, οι μονάδες εντατικής θεραπείας. Όπου, και αν υπάρχουν.
Eχει μεταβεί εθελοντικά στη Συρία πολλές φορές, ζώντας από πρώτο χέρι την τραγωδία και τον πόνο των ανθρώπων, και έχει ενημερώσει σχετικά τις αρμόδιες υπηρεσίες αρωγής των Ηνωμένων Εθνών, κυρίως για την κατάσταση στο Χαλέπι. Εκεί έβγαλε και την φωτογραφία αυτή. Είναι η ζωγραφιά ενός παιδιού δευτέρας δημοτικού που ο Δρ. Σαλούλ περιέθαλψε. Τη ζωγράφισε όταν ελικόπτερα βομβάρδισαν τη πόλη του. Και δείχνει το αίμα και την καταστροφή που προκάλεσαν. «Αλλά εκείνο που με σόκαρε πραγματικά», λέει ο γιατρός, «είναι ότι τα νεκρά, ακρωτηριασμένα παιδιά χαμογελούν, ενώ εκείνα που επιβίωσαν κλαίνε».
Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα. Είναι πολλά, δεν αφορούν μόνο αυτό το συγκεκριμένο περιστατικό, αλλά μάλλον το χαμόγελο και το κλάμα. Και αυτή τη στιγμή δεν μου βγαίνουν.
Περιπλανήθηκα ώρες πολλές την περασμένη εβδομάδα στους χώρους του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου στην Αθήνα. Κάθισα στη βιβλιοθήκη, μ’ ένα δικό μου βιβλίο, το «Η Ζωή του Μπενβενούτο Τσελλίνι, Φλωρεντίνου», ιστορημένη από τον ίδιο, σε εξαιρετική μετάφραση από τον Γιώργο Λεωτσάκο, Εκδόσεις Άγρα. Βιβλίο που άρχισα να διαβάζω το 2011 όταν το αγόρασα, έφτασα στην σελίδα 56, το άφησα στην άκρη γιατί έτρεχα στα ρεπορτάζ της κρίσης, και το ξανάρχισα τώρα που κουράστηκα να τρέχω.
Σε κάποιο από τα πολλά διαλείμματα μου, φωτογράφησα μερικά μηνύματα για το 2017 που έγραψαν σε καρτέλες παιδιά δημοτικών σχολείων από όλη την Ελλάδα, που ξεναγήθηκαν στους χώρους.
ΙΩΝΑΣ Ζ.: Εύχομαι κανένας άνθρωπος να μη φοβάται τίποτα.
ΖΩΗ: Εύχομαι να υπάρχει φως να διώχνει όλους τους φόβους.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΩΡΟΣ, στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ληξουρίου: Εύχομαι όλα τα παιδιά να μην περιπλανιούνται ολομόναχα.
ΕΛΕΝΗ: Εύχομαι να πάω στο φεγγάρι μ’ έναν Αρλεκίνο.
ΓΙΩΡΓΟΣ: Εύχομαι να μιλάω τη γλώσσα των νάνων.
Ο πρώτος ασθενής του Δρ. Σαλούλ στο Χαλέπι ήταν ένα βρέφος, ο Χαμζέρ, που είχε δεχτεί σφαίρα στο κεφάλι από ελεύθερο σκοπευτή των κυβερνητικών δυνάμεων του Άσαντ. «Μου τον έφεραν στην Εντατική με τη σφαίρα καρφωμένη μες το κρανίο του. Έπρεπε να πω στους γονείς του ότι το παιδί τους είναι κλινικά νεκρό, και έπειτα να το αποσωληνώσω. Αυτό όμως στη Συρία είναι πολύ δύσκολο, διότι όσο κτυπάει η καρδιά του παιδιού τους οι γονείς δεν μπορούν να πιστέψουν ότι δεν υπάρχει ελπίδα να ζήσει», γράφει ο Συροαμερικανός γιατρός στην Guardian, εδώ.
Ξανακοιτάζω τη φωτογραφία. Και τη συζητώ με τον γιο μου. Η δική μου ερμηνεία είναι θυμωμένα καχύποπτη. Ό,τι μαθαίνουν στα παιδιά πως εκείνοι που σκοτώνονται είναι μάρτυρες και πάνε ευτυχισμένα στον Θεό, στον Αλλάχ. Ενώ εκείνα που μένουν, δυστυχούν και οδύρονται. Ο γιος μου δεν το συνδέει θρησκευτικά. Βλέπει ανακούφιση σε εκείνους που γλυτώνουν από την επί Γης βαρβαρότητα, και δυστυχία σε εκείνους που καταλαβαίνουν ότι θα συνεχίσουν να την υφίστανται.
Εν τω μεταξύ, από το Χαλέπι έχει προκύψει και μια άλλη ιστορία τραγωδίας, που λίγο έχει φτάσει στην δημοσιότητα. Από τις πολλές μαρτυρίες που έχουν βγει από εκεί, κυρίως από Σύρους fixers (παρόχους δημοσιογραφικών υπηρεσιών) και ρεπόρτερ που συνεργάζονται με μεγάλα διεθνή μέσα ενημέρωσης, και είναι πλέον εις γνώση μας, υπάρχουν στη ρημαγμένη αυτή πόλη γονείς χωρίς παιδιά (πολλά από τα οποία είναι τα λεγόμενα «δίχως ταυτότητα» που περιφέρονται αναμεμειγμένοι με άλλους πρόσφυγες στην Ευρώπη), και παιδιά χωρίς γονείς (που είναι αυτοί που σκοτώθηκαν, χωρίς πολλά από τα παιδιά να το γνωρίζουν).
Φίλος συνάδελφος από την Αγγλία που έχει συνεργαστεί με μία τοπική δημοσιογράφο εδώ και καιρό, μου μίλησε για μια άτυπη, αναγκαστική υιοθεσία, που φέρνει κοντά γονείς και παιδιά που ξέμειναν μόνοι. Εκτός από μία φυσική τρυφερότητα, που πάντα έχει ανάγκη να εκδηλωθεί, ιδίως σε καταστάσεις που σου κάνουν τη ψυχή πέτρα και τα αισθήματα πάγο, τους δένει και η ελπίδα ότι μαζί θα βρουν ίσως εκείνους τους δικούς τους που τώρα λείπουν.
Τις πιο πολλές πιθανότητες σ’ αυτό έχουν οι γονείς των ασυνόδευτων παιδιών στην Ευρώπη. Τώρα, συνοδεύουν τα μάλλον ορφανά, στην έξοδό τους από το Χαλέπι. Και στην είσοδό τους, μακάρι, σε μια πιο φυσιολογική ζωή όπου δεν θα χάνει η μάνα το παιδί, ούτε το παιδί τη μάνα…