Απόψεις

Οταν αλλάζει η εικόνα στο λιμάνι

Απολαμβάνεις τη γαλήνη μιας ρουτίνας που τόσο πολύ την είχες ανάγκη. Και ξάφνου όλα αλλάζουν. Ερχεται το πλοίο. Και μαζί του τα λεωφορειάκια των ξενοδόχων, οι κομμώσεις στοκαρισμένες με λακ για να αντέξουν τον διάπλου, το μποτιλιάρισμα...
Ρέα Βιτάλη

Και ‘κει που κάθεσαι, απολαμβάνοντας αργόπιοτα τον καφέ σου, ακολουθώντας κατά πόδας την καθησυχαστική γαλήνη μιας ρουτίνας, που πολύ τελικά την είχες ανάγκη, ιδίως σε χρόνια που δεν ξέρεις τι σου ξημερώνει… Εδώ, όλα ίδια κι απαράλαχτα. Ο Μίμης που περνάει με τη σφυρίχτρα στο στόμα, η Γεωργία που περνάει με το μηχανάκι, ο Σταύρος με την αργοκίνητη μαγκιά του, η καλημέρα της Μαριγώς που κρατάει σακούλα με ντομάτες, η βάρκα του Νώε που αναδεύει το όνομά της στον παφλασμό, τα ράσα του διερχόμενου παπά που τα σηκώνει ο αέρας, η κυρία με τις λαμπάδες στο χέρι που συμβουλεύει τους επισκέπτες να σπεύσουν ν΄αγοράσουν από εκείνη γιατί δεν θα βρουν παραπάνω… Παραπάνω άλλα χίλια καταστήματα με λαμπάδες… Ολα, τέλος πάντων, όπως τα άφησες χθες, προχθές, παραπροχθές. Σαν η ζωή να σου δίνει όσο χρόνο θες. Και ξαφνικά!…

Εκεί που κάθεσαι ακολουθώντας κατά πόδας την καθησυχαστική γαλήνη μιας ρουτίνας, που πολύ την είχες ανάγκη, και πίνεις αργόπιοτα τον καφέ σου….

Περνάνε φρουτ φρουτ φρουτ σαν σε παρέλαση, το ένα πίσω από το άλλο, τα λεωφορειάκια των ξενοδόχων. Και οι οδηγοί έχουν καρφωμένο το βλέμμα σαν για τάμα. Δεν τους χαιρετάς ποτέ, τέτοια ώρα. Και δεν χρειάζεται να στρέψεις το κεφάλι σου προς το μεγάλο λιμάνι. Το ξέρεις, σε 5-10 λεπτά θα φανεί καράβι! Και για μισή ώρα θα αλλάξουν όλα! Και θα κατεβούν χαρούμενα ή ανεμοδαρμένα πρόσωπα επισκεπτών ανάλογα της θάλασσας που ταξίδεψαν. Και θα δεις κομμώσεις στοκαρισμένες με λακ για να αντέξουν στον διάπλου. Και θα μποτιλιαριστούν αυτοκίνητα. Και από κάθε παράθυρο αυτοκινήτου θα μπορείς να ξεχωρίσεις τον πρωτάρη επισκέπτη από τον άλλον. Γιατί ο πρώτος φοράει ακόμα πολλή Αθήνα πάνω του. Κι έχει αγχωμένα μάτια. Μπορεί να φτάσει να χτυπήσει μέχρι και κόρνα. Για να προλάβει τι; Το αθηναϊκό «να προλάβω, το τίποτα μας». Και θα τρέχουν οι λιμενικοί πέρα δώθε να διεκπεραιώνουν, με μπλοκάκι στα χέρια για να χορτάσουν «Ανάθεμα». Και ένα παιδάκι θα περάσει με φόρα με το ποδήλατο του και η μάνα του θα φωνάξει, μια αντίκα φράση, «Βρε, θα σε κόψουν τ΄αμάξια!». Και θα θυμηθείς τη γενιά σου… «Θα σε κόψει το αυτοκίνητο!». Και ο Μίμης θα σφυρίζει πιο πολύ. Και μια ωραία, θα θέλει να βγάλει σέλφι την άφιξή της, με την Παναγία στο βάθος. Και ξανά ο «Αθηναϊκός» θα κορνάρει να συντομεύσει. Και δεν θα βλέπεις τη βάρκα του Νώε γιατί θα σου την κρύβουν άνθρωποι. Και δεν θα βλέπεις την κυρία με τις λαμπάδες γιατί θα την έχουν περικυκλώσει γυναίκες που θα της λένε «Καλέ! Κι αν πάρω 10 λαμπάδες πόσο θα μου τις χρεώσεις;». Και θα τρέχουν οι σερβιτόροι. Και όλα θα τρέχουν. Για μισή ώρα το πολύ. Και μετά…

Θα κάθεσαι και θα πίνεις αργόπιοτα τον καφέ σου, ακολουθώντας κατά πόδας την καθησυχαστική γαλήνη μιας ρουτίνας, που πολύ την είχες ανάγκη.

Και τα μάτια θα βλέπουν άλλα. Οπως τις «μπίντες», τις δέστρες, που φέτος έχουν τραβήξει πολύ την προσοχή σου. Κι όλο τις φωτογραφίζεις. Ισως γιατί αξιολόγησες, πόσα στοργικά και γερά σε κράτησε, η δική του «μπίντα», σε νηνεμίες και κύματα. Και του το χρωστάς. Και το μυαλό θα σκέφτεται άλλα. Όπως τις υποτιμημένες αξίες. Σαν αυτή μιας καθησυχαστικής ρουτίνας. Οσο την προλάβεις δηλαδή… Ζωή. Ατιμη ζωή.