Αποφάσισα που λέτε, παίδες μου αγαπημένοι, να πάω να ρίξω μια βουτιά κι εγώ να ξαλεγράρω. Μη φανταστείτε Μαυρίκιο, ούτε Μπόρα Μπόρα. Εδώ στο Φάληρο είπα να πάω με το τραμ. Εκανα και τον προϋπολογισμό μου: Ευρώ 1,40 το εισιτήριο, άλλα 2 για λεμονίτα =3.40. Έχω 5, θα μου περισσέψουν και 1.5 για σουβλάκι το βράδυ. Φάληρο λοιπόν, το αποφάσισα. Μαλακία απόφαση, το ξέρω. Στα χωρικά ύδατα αποκλείεται να ξαλεγράρεις. Πρέπει να πάρεις πλοίο, να αράξεις κατάστρωμα, να κοιμηθείς στο βρωμερό σλίπινγκ μπαγκ και να ξυπνήσεις στην Ανάφη για να ξαλεγράρεις την σήμερον και πάλι δεν είναι σιγουράκι.
Τέλος πάντων, ετοιμάζω το σακίδιο με μαγιό-βιβλίο- ψάθα και ξεκινώ. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο τραμ. Δεν ξέρω αν ήταν σύμπτωση, δεν ξέρω αν οφείλεται στην κολασμένη ζέστη, αλλά το βαγόνι ήταν γεμάτο μούλικα από 3 μέχρι 10 ετών, ντυμένα σαν κακόγουστες χαβανέζες με στεντόρειες φωνές και υστερική διάθεση. Το ένα απ΄αυτά έκανε ακροβατικά μεταξύ δύο καθισμάτων (το ένα εκ των οποίων ήταν το δικό μου). Η υπερήφανη μαμά καμάρωνε δίπλα κι έπαιρνε φωτό να τις βλέπει στα γηρατειά του να χαίρεται με την ελαστικότητα των νιάτων του. Ένα άλλο ούρλιαζε ότι ΔΕΝ θέλει μπανάνα. ΔΕΝ θέλει μπανάνα. ΔΕΝ θέλει μπανάνα. Η γιαγιά του, με ζεν ύφος του εξηγούσε λεπτομερώς ότι το κάλιο της μπανάνας είναι απαραίτητο στα παιδιά που πάνε για μπάνιο γιατί έτσι δεν παθαίνουν κράμπες και δεν πνίγονται.
-Εγώ θέλω να πνιγώ, ούρλιαζε η επίμονη μικρά.
-Αποκλείεται να θέλεις να πνιγείς, είπε ήσυχα η γιαγιά Ιωβ. Γιατί να θέλεις να πνιγείς; Φάε τη μπανάνα σου.
-Τι σε νοιάζει εσένα; ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΝΙΓΩ! ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΝΙΓΩ!
-Κι εγώ, σκύβω και της λέω εμπιστευτικά
-Τι εσύ; μου απαντά το μούλικο
-Θέλω να πνιγείς, της ψιθυρίζω στο αυτί και μετά χαμογελάω γλυκά στην επιστημόνισσα γιαγιά της. Πολύ μπριόζα, να τη χαίρεστε, συμπλήρωσα υποκριτικά και κοίταξα κάπου αλλού.
Όταν έφτασα στο Φάληρο τρύπωσα από μια τρύπα στην πλαζ πολυτελείας (με το εισιτήριο) ελπίζοντας ότι τα παιδιά της μεσαίας τάξης θα είχαν καλύτερη ανατροφή. Τι ανόητη που είμαι παίδες, αφού ξέρω ότι το πρόβλημα της Ελλάδας είναι πως δεν έχει αστική τάξη, όλοι βλαχάρες ήμασταν μια-δυο γενιές πριν, όλοι κατσίκες αρμέγαμε. Που στο καλό στήριζα τις ελπίδες μου;
Μπορεί η ελληνίδα μάνα να μη σηκωθεί να υπερασπίσει το βλαστάρι της; Όχι βέβαια ανόητη. Θα σηκωθεί και θα ορθώσει το κοντόχοντρο ανάστημά της, θα απλώσει το δάχτυλο και θα σε δείξει. Διότι εσύ φταις
Πουθενά. Τα παιδάκια της πλαζ ήταν χονδρά, φωνακλάδικα και εγωπαθή ακριβώς σαν τους γονείς τους. Δύο απ΄αυτά έπαιζαν ρακέτες μπροστά στα μούτρα μου και επιπλέον ήταν εντελώς άμπαλα. Την 6η φορά που η γαμομπάλα τους με βρήκε στο σταυρό σηκώνομαι, την αρπάζω και την εκσφενδονίζω στη θάλασσα. Το μούλικο νο 1 άρχισε να κλαίει σαν να του πριόνιζα το μπούτι.
-Μαμάααααα αυτή η κυρία με πείραξε! ούρλιαξε στη χοντρομάνα του που ρουφούσε αφασιακά το φραπέ της παραπέρα.
-Εσύ με πείραξες! Της είπα μουλωχτά εγώ ελπίζοντας να βαρεθεί η χοντρή να σηκωθεί από τη σεζ λογκ για να υπερασπίσει το βλαστάρι της.
Μαλακία φυσικά. Μπορεί η ελληνίδα μάνα να μη σηκωθεί να υπερασπίσει το βλαστάρι της; Όχι βέβαια ανόητη. Θα σηκωθεί και θα ορθώσει το κοντόχοντρο ανάστημά της, θα απλώσει το δάχτυλο και θα σε δείξει. Διότι εσύ φταις! Το δικό της το παιδί αποκλείεται να φταίει. Αν σου έβγαλε το μάτι, πήγαινες γυρεύοντας. Αν σου έσπασε το κεφάλι, ήταν σε αυτοάμυνα. Αν σου ζάλισε τον έρωτα, παιδί είναι θα φωνάξει και θα γελάσει.
Όταν την είδα να πλησιάζει αργά και απειλητικά προς το μέρος μου σηκώθηκα, χαμογέλασα και της είπα με αθώο ύφος:
-Με συγχωρείτε κυρία μου αλλά σκέφτομαι να κάνω στείρωση. Θέλω λοιπόν να μου πείτε ειλικρινά: εσείς το σκεφτήκατε ποτέ;
Η χοντρή μπερδεύτηκε. Ήταν η μόνη φράση που δεν περίμενε. Νόμιζε πως είμαι παλαβή. Αρπαξε λοιπόν το μούλικο και το σύρε δέκα μέτρα πιο κει μουρμουρίζοντας «Πα πα πα, έχουμε γεμίσει ανώμαλους».
Σε πέντε λεπτά είχε δημιουργηθεί γύρω μου μια περιοχή γύρω στα 3 τετραγωνικά κενή από παιδιά. Απλωσα ωραία ωραία την πετσέτα μου, έκλεισα τα μάτια και κοιμήθηκα κάτω από τον ζεστό αττικό ήλιο. Νομίζω μάλιστα πως ονειρεύτηκα πως έκανα στείρωση.