| INTIME NEWS / CreativeProtagon
Απόψεις

Κάτι κουρασμένα πολιτικά παλικάρια!

Το ότι Σαμαράς και Καραμανλής έχουν αναγάγει την ιδιότητα του «πρώην» σε μόνο τους επάγγελμα, αποτελεί και μια κάποια δικαιολογία της αθλιότητας της εμφάνισής τους: την έκαναν από επαγγελματική ευσυνειδησία. Είναι άλλωστε πολύ μοναχικά τα βράδια στη Ραφήνα και στην Κηφισιά
Απόστολος Δοξιάδης

Η κυριότερη λέξη που προσδιορίζει τους δύο πρώην Πρωθυπουργούς και πρώην αρχηγούς της Νέας Δημοκρατίας, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, που δημιούργησαν το βράδυ της Δευτέρας επιμελώς προαναγγελθείσα είδηση, μιλώντας στο Πολεμικό Μουσείο, είναι το «πρώην». Και καθώς ούτε ο ένας ούτε ο άλλος είναι πρώην επειδή, ως νέοι Κιγκινάτοι, αποσύρθηκαν αυτοβούλως από την πολιτική αφού θεώρησαν ότι ολοκλήρωσαν την προσφορά τους στην πατρίδα, αλλά επειδή έχασαν παταγωδώς τις εκλογές και παρέδωσαν την εξουσία σε άλλο κόμμα, θα έπρεπε να μετράνε πιο πολύ τα λόγια τους όταν βάλλουν με τα άσφαιρα πυρά τους κατά του νυν Πρωθυπουργού και αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας.

Γιατί αν εκείνοι το ξέχασαν, οι υπόλοιποι το θυμόμαστε καλά, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο μόνος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας που ηγήθηκε σε πέντε διαδοχικές εκλογές σε εθνικό επίπεδο, και τις κέρδισε και τις πέντε. Ανάμεσά τους, βέβαια, κέρδισε και τις πιο πρόσφατες, τις ευρωεκλογές, η ήττα στις οποίες, το 2014, αποτέλεσε και το πρώτο λαϊκό λάκτισμα προς την έξοδο από την εξουσία του Αντώνη Σαμαρά. Και όμως, αν τον άκουγε κανείς να μιλάει, στο Πολεμικό Μουσείο, για το αποτέλεσμα των πρόσφατων ευρωεκλογών, θα είχε την εντύπωση ότι ο Μητσοτάκης τις έχασε. Άβυσσος η ψυχή των πρώην.

Ο Λεύκιος Κουίνκτιος Κιγκινάτος, που αναφέρεται στην κλασική παράδοση ως το κατ’ εξοχήν υπόδειγμα ιδανικού πολίτη, αφού ανταποκρίθηκε επιτυχώς στο κάλεσμα της Ρώμης να τη σώσει από εχθρική επιδρομή, άφησε χωρίς να του το ζητήσει κανείς την εξουσία και γύρισε στη φάρμα και το αλέτρι του. Δυστυχώς, το παράδειγμα όχι μόνο του τρόπου αλλά και του τόπου της αναχώρησής του Κιγκινάτου, διέφυγε της προσοχής του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά. Εκτός δηλαδή αν ως φάρμα τους αντιλαμβάνονται το κόμμα του οποίου κάποτε ηγήθηκαν και αλέτρι τις ομιλίες, σαν αυτές της Δευτέρας, με τις οποίες θεωρούν ότι υποσκάπτουν τα θεμέλια του εκλεγμένου με λαϊκή ψήφο νυν ηγέτη του.

Βέβαια, το ότι έχουν αναγάγει την ιδιότητα του «πρώην» σε μόνο τους επάγγελμα, αποτελεί και μια κάποια δικαιολογία της αθλιότητας της εμφάνισής τους: την έκαναν από επαγγελματική ευσυνειδησία. Είναι άλλωστε πολύ μοναχικά τα βράδια στη Ραφήνα και στην Κηφισιά. Και είναι πολύ βαρύ να μην έχεις κάνει άλλη δουλειά στη ζωή σου παρά του πολιτικού, και μία ωραία κυριακάτικη εσπέρα να σου δείχνουν οι ψηφοφόροι την πόρτα. Κατανοώ τον καημό τους. Δεν κατανοώ όμως τη συμπεριφορά τους.

Οι ομιλίες των δύο «πρώην» έγιναν τη Δευτέρα στο Πολεμικό Μουσείο κατ’ αντίστροφη χρονική σειρά απώλειας της εξουσίας. Έτσι, πρώτος μίλησε ο Αντώνης Σαμαράς, τονίζοντας το πόσο βαραίνει η γνώμη του βάσει ακριβώς της ιδιότητάς του ως «πρώην», και μάλιστα διπλασιάζοντάς το, με το να αναρωτιέται δημόσια «μα πώς γίνεται να μη μετράει στον Πρωθυπουργό η γνώμη δύο πρώην» –φαίνεται δεν έχει ακούσει την παροιμία, ότι δεν μιλάνε για σκοινί στο σπίτι των (δις) κρεμασμένων.

Και έτσι επιδόθηκε σε μια εφ’ όλης της ύλης επίθεση στον νικητή των ευρωεκλογών, κατηγορώντας τον ότι δεν κατάλαβε «γιατί δυσανασχετούν οι πολλοί». Και ποιος τα είπε αυτά; Ο άνθρωπος που λίγο πριν τις εκλογές του 2015 στις οποίες παρέδωσε την εξουσία στους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είχε δηλώσει «εκλογές εγώ δεν χάνω». Αυτή και μόνο η δήλωσή του έπρεπε να τον είχε κάνει να υποψιαστεί κάτι το δυσάρεστο για την ποιότητα του πολιτικού του κριτηρίου σε σχέση με τις βουλήσεις των «πολλών». Δυστυχώς δεν τον έκανε, και έτσι έδωσε ένα ακόμα πλήγμα σε όποια υστεροφημία δικαιούται.

Αν και δεν αποτέλεσε χρονικά το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του Αντώνη Σαμαρά, σίγουρα αποτέλεσε την ατραξιόν της η επίθεσή του στην ψήφιση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών από την κυβέρνηση, που της έδωσε τόση σημασία σαν αυτή να αποτέλεσε την κύρια πράξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησής του. Και δεν τη χαρακτηρίζω «ατραξιόν» της ομιλίας χωρίς λόγο, καθώς ήταν αυτή που ενθουσίασε περισσότερο όσους πρόστρεξαν στο Πολεμικό Μουσείο –γιατί μου έχει δημιουργηθεί η παράξενη υποψία ότι η πλειοψηφία τους ήταν Μεσσήνιοι;– τόσο που όταν εκείνος είπε τις λέξεις «γάμος ομόφυλων», εκείνοι άρχισαν από κάτω να φωνάζουν ενθουσιασμένοι, σαν την αντίδραση του κοινού σε κέντρο της παραλίας όταν το ίνδαλμά τους αρθρώσει τις πρώτες λέξεις του μεγάλου του σουξέ της σεζόν. Τι φώναζαν; «Δώσε πόνο, πρόεδρε!». Και ο πρόεδρος έδωσε πόνο.

Αγνοώντας το γεγονός ότι η ψήφιση του νομοσχεδίου για τον γάμο των ομοφύλων ήταν επίδειξη μεγάλου πολιτικού θάρρους αλλά και συνέπειας ενός εξ αρχής δηλωμένα μεταρρυθμιστή Πρωθυπουργού –μια επίδειξη που η κατ’ όνομα μόνο υπέρμαχη των δικαιωμάτων, κυβέρνηση των παλικαριών της φακής ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν τόλμησε– καθώς επίσης και το ότι ήταν μια πράξη που σηματοδοτεί την ένταξή μας στο πιο προοδευτικό τμήμα της Ευρώπης, όπου βρίσκονται για παράδειγμα η Αυστρία, η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, η Ελβετία, και η Σουηδία, αλλά όχι η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία, ο Αντώνης Σαμαράς αναφέρθηκε σε αυτήν σαν να ήταν το Βατερλό της Νέας Δημοκρατίας. Το γεγονός ότι μετά από την ψήφιση του νομοσχεδίου, ο Μητσοτάκης, αντί να εξορισθεί σε κάποια αντίστοιχη νήσο της Αγίας Ελένης του ελληνικού αρχιπελάγους κέρδισε τις ευρωοεκλογές, με ποσοστό μάλιστα μεγαλύτερο του αθροίσματος των δύο επομένων κομμάτων, του διέφυγε μάλλον. Κατανοώ βέβαια: έμενα και εγώ στην Κηφισιά κάποτε, συχνά δεν πιάνει καλά εκεί το σήμα.

Αλλά έδωσε και πρόσθετο πόνο ο Αντώνης Σαμαράς για τον γάμο των ομοφύλων, αναφερόμενος σε «αγκαλιές στα θεωρεία», στα «γλέντια στα μπαρ μετά», προκαλώντας αγαλλίαση στο κοινό του, και προσδοκώντας… Αλήθεια, σε τι; Να πλήξει τον νυν Πρωθυπουργό; Και αυτό πώς, σαγηνεύοντας τους παππούδες και τις γιαγιάδες που φοβούνται ότι τώρα που ψηφίστηκε το νομοσχέδιο θα δουν τους εγγονούς τους να μπαίνουν στο σαλόνι τους φορώντας ροζ κορμάκια και φτερά, και τις εγγονές τους με αρβύλες με καρφιά και ξυρισμένα κεφάλια; Αναφέρω τα κακόγουστα, παρωχημένα στερεότυπα, γιατί ακριβώς με βάση τέτοιες αντιλήψεις συντονίσθηκε ο Αντώνης Σαμαράς με την κλάκα του στο Πολεμικό Μουσείο, τόσο που μπαίνω στον πειρασμό να χαρακτηρίσω τη δευτεριάτικη εκδήλωση, ως προς το ψυχαγωγικό της μέρος τουλάχιστον, ένα αnti-gay Pride καρναβάλι.

Ο Κώστας Καραμανλής ήταν σοβαρότερος. Κατανοητό. Αλλωστε, αφ’ ενός είναι πολύ κουραστικό να κάνεις επιθεωρησιακό νούμερο και αφ’ ετέρου έχει ο άνθρωπος μέλος της οικογενείας του εν ενεργεία βουλευτή ο οποίος, για να το πω ευγενικά, δεν είναι στο ζενίθ της δημοτικότητάς του. Ανεξαρτήτως των κινήτρων του πάντως, ο έτερος «πρώην», για του οποίου τους απόρρητους φακέλους εκδόθηκε το βιβλίο που αποτέλεσε την αφορμή της εκδήλωσης –αφού είναι απόρρητοι όμως, αναρωτιέμαι, γιατί τους κάνανε βιβλίο;– σεβάστηκε σε κάποιο βαθμό το παρελθόν του, αποφεύγοντας την αυτογελοιοποίηση. Αλλά και αυτός, αν και χωρίς να αναφέρει το όνομα του νυν Πρωθυπουργού (ποιος ξέρει, μπορεί να είναι και αυτό απόρρητο) επιδόθηκε σε κριτική της εξωτερικής του πολιτικής, μια κριτική της οποίας εγώ τουλάχιστον δεν κατάλαβα το νόημα.

Οι επισημάνσεις του Κώστα Καραμανλή κατά του εφησυχασμού στα θέματα των σχέσεων με την Τουρκία, όπως και του Αντώνη Σαμαρά όταν δεν επιδιδόταν στο Anti-gay Pride λαϊκισμό του, είναι σίγουρα σωστές. Αλλά δεν καταλαβαίνω: γιατί τις απευθύνουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη; Για τις αναφορές του στη Χάγη, άκουσα μεταξύ άλλων. Μα ποιος έλληνας Πρωθυπουργός δεν κατέφυγε κάποτε, αντιμέτωπος με φανφαρονισμούς τούρκων πολιτικών, στο επιχείρημα «οι αντιρρήσεις σας στη Χάγη», γνωρίζοντας πολύ καλά, όπως γνωρίζουν και οι ίδιοι, ότι ουδέποτε θα ενδώσει η Τουρκία σε μια τέτοια διευθέτηση;

Αλλά, αναρωτιέμαι επιπλέον: Ποιος έλληνας Πρωθυπουργός έδειξε πιο σθεναρή στάση και πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση στα τουρκικά νταϊλίκια από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως για παράδειγμα κατά της οργανωμένης από τις μυστικές υπηρεσίες του Ερντογάν απόπειρας άοπλης μαζικής εισβολής στον Εβρο τον Φεβρουάριο του 2020, τη σοβαρότητα του κινδύνου από την οποία πολλοί συμπολίτες μας δεν έχουν ακόμη καταλάβει, ή τις προκλήσεις του τουρκικού στόλου το επόμενο καλοκαίρι στο Αιγαίο; Βέβαια, για να μην τους αδικώ, στον Κώστα Καραμανλή και στον Αντώνη Σαμαρά μπορεί να μη δόθηκαν οι αντίστοιχες ευκαιρίες για να δοκιμαστούν. Αλλά αυτό δεν τους δίνει καμία ηθική νομιμοποίηση να κατηγορούν αυτόν που δοκιμάστηκε, με μεγάλη επιτυχία, ότι τάχα υπολείπεται αυτών, ή σε πατριωτισμό, ή σε γνώση των διεθνών θεμάτων ή σε σθένος. Καμία δηλαδή άλλη νομιμοποίηση πέραν αυτής που δίνει η άλλη παροιμία, που έλεγε συχνά η μάνα μου: «Οποιος δεν ντρέπεται, ό,τι θέλει λέει».

Δύο μόνο κυβερνήσεις μεταδικτατορικά έδειξαν αφελή (δεν θέλω να τη χαρακτηρίσω κάτι άλλο) στάση απέναντι στην Τουρκία. Αυτή του ΓΑΠ, ο οποίος έχει το ακαταλόγιστο βέβαια, καθώς κοίταζε στην αντίπερα του Αιγαίου με τα αθώα παιδικά του μάτια πιστεύοντας ότι η αρχή της διεθνούς διπλωματίας είναι η αρχή «όλοι οι άνθρωποι είναι κατά βάθος καλοί και πρέπει να αγαπιούνται» και του Τσίπρα, αρχίζοντας από την επονείδιστη υπόσχεσή του  –υποκινημένη από τον φόβο του αλλά και την εντεταλμένη του Ερντογάν που είχε ως ομόκλινη του ο διευθυντής του Διπλωματικού του Γραφείου– ότι θα δώσει χωρίς δίκη στην Τουρκία τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς που ήρθαν στην Ελλάδα ως ικέτες, και καταλήγοντας στην αναγόρευσή του την περασμένη βδομάδα, για δεύτερη φορά, σε επίτιμο διδάκτορα τουρκικού πανεπιστήμιου λόγω των καλών του σχέσεων με το τουρκικό κατεστημένο.

Και όμως, ο νέος επικριτής της τωρινής μας εθνικής πολιτικής, ο Κώστας Καραμανλής, διατηρούσε με τον Τσίπρα, όταν ήταν Πρωθυπουργός, τις πολυδιαφημισμένες άριστες σχέσεις του. (Μεταξύ άλλων σιωπών του τότε, ο Κώστας Καραμανλής ουδέποτε καταδίκασε τη στάση του Τσίπρα για τους Οκτώ, τη μεγαλύτερη πράξη ενδοτισμού έλληνα Πρωθυπουργού μεταδικτατορικά –ο Κυριάκος Μητσοτάκης το έκανε, μέσα στη Βουλή μάλιστα). Λέγεται ότι βέβαια ότι ο Καραμανλής είχε τους λόγους του για τις αγάπες του με τον Τσίπρα, το όνειρο της μετοίκησης από τη φάρμα και το αλέτρι της Ραφήνας σε διεύθυνση στην Ηρώδου Αττικού. Το σχέδιο δεν του βγήκε τότε. Θα του πρότεινα, για το καλό όλων μας, να το ξεχάσει.

Δεν έχω να πω κάτι παραπάνω για τις ομιλίες των δύο «πρώην», δεν το αξίζουν άλλωστε. Ομως, επειδή η βραδιά στο Πολεμικό Μουσείο θα απασχολήσει και τις κοσμικές πολιτικές στήλες –υποψιάζομαι κυρίως αυτές– να συμπληρώσω ότι παρέστησαν, εκτός της οργανωμένης κλάκας, και άλλα εξωτικά πτηνά, όπως ο αρειμάνιος υπερασπιστής της τριάδας «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια», Νικήτας Κακλαμάνης, η αρχιμάγειρος για την παράνομη αποστολή των Οκτώ στην Τουρκία, θαυματουργικώς επανεμφανισθείσα πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου, το ανερχόμενο άστρο της ψεκασμένης παράταξης, Αφροδίτη Λατινοπουλου, η οποία πιθανότατα μοίραζε επισκεπτήρια στους άλλους παρισταμένους, το φυσικό της κοινό, ο Ευρυπίδης Στυλιανίδης, και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες.

Το μόνο που έχει να κάνει ως αντίδραση στο δευτεριάτικο καρναβάλι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι να αφήσει τους δύο «πρώην» στη δυστυχία τους. Αλλωστε, όπως και ο αποτυχημένος Δον Ζουάν που ενσαρκώνει ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στην υπέροχη παλιά ταινία της οποίας τον τίτλο παράφρασα στον δικό μου, τα κουρασμένα παλικάρια της πολιτικής έχουν πέσει θύματα απάτης, και μάλιστα από απατεώνα που δεν έχει τίποτε από την αστραφτερή ομορφιά της νεαρής Νόρας Βαλσάμη, στην ταινία. Αντίθετα, έχει την όψη ενός κακόσχημου φαντάσματος: της νεκρής αντίληψης περί δήθεν λαϊκής Δεξιάς.

Από εκεί και πέρα, αν έχει κάποιο μάθημα να αντλήσει από τη Δευτέρα ο νυν Πρωθυπουργός –και πιστεύω πως έχει– είναι πως πρέπει να κλείσει τα αυτιά του σε κάποιες φοβικές φωνές μέσα στη Νέα Δημοκρατία που τρομάζουν με τις κραυγές διαφόρων πολιτικών πτωμάτων, ότι τάχα δεν αφουγκράστηκε ορθά «τους πολλούς». Οι πολλοί που φαντασιώνεται ο Σαμαράς δεν είναι οι πολλοί του Μητσοτάκη. Ο Πρωθυπουργός πρέπει, σταθερός στον ανανεωτικό, μεταρυθμιστικό, προοδευτικό, δημοκρατικό αυτοπροσδιορισμό του που οδήγησε στην εκλογή του στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, και κατόπιν στη νίκη στις πέντε εκλογικές αναμετρήσεις, να εστιάσει στο ποιος είναι, γιατί διεκδίκησε την ηγεσία του κόμματός του, γιατί την κέρδισε και γιατί πέτυχε να κερδίσει την εξουσία το 2019 και το 2023.

Οι ψηφοφόροι που του την έδωσαν, του τη δίνουν και θα του την δώσουν ξανά, αν συνεχίσει στην αρχική του πορεία, δεν ήταν το βράδυ της Δευτέρας στο Πολεμικό Μουσείο.


* Ο Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας