Κατρούγκαλος - Χατζηδάκης. Δύο υπουργοί Εργασίας που αμφισβήτησαν τα μεταπολιτευτικά στερεότυπα | CreativeProtagon
Απόψεις

Ασχολείται με τους φτωχούς η Δεξιά;

Τα στερεότυπα της Μεταπολίτευσης, που κρατάνε ακόμη σε κάποιο βαθμό, δέχτηκαν την τελευταία οκταετία ένα πλήγμα στη βάση τους. Οσα έγιναν στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής την περίοδο 2015-2023 φώτισαν το ρήγμα ανάμεσα στα λόγια και τα έργα των «ιδιοκτητών» της κοινωνικής ευαισθησίας
Αλέκος Παπαναστασίου

Η «Αλλαγή», το εμβληματικό σύνθημα του Ανδρέα Παπανδρέου (που σήμερα χρησιμοποιεί ο Αλέξης Τσίπρας), συνδέθηκε άρρηκτα με την ιαχή «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» στις κατάμεστες πλατείες της δεκαετίας του 1980. Τότε, στις αρχές της εποχής που σφραγίστηκε από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, το σύνθημα είχε περιεχόμενο. Ακουμπούσε στα βιώματα και στο συλλογικό υποσυνείδητο μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας.

Οπως εξήγησε ο Χρήστος Χωμενίδης σε άρθρο του στο capital.gr το 2016, «σήμαινε τον δεσποτισμό και τη σκαιότητα του χωροφύλακα και του αστυφύλακα, ο οποίος –θεωρώντας τον ίδιο τον εαυτό του νικητή του Εμφυλίου– διαιρούσε τους πολίτες σε δύο κατηγορίες, τους “εθνικόφρονες” και τους “εαμοβούλγαρους”. Εάν δεν διέθετες το διαβόητο πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, ήσουν ανεπιθύμητος στη δημόσια διοίκηση, δυσκολευόσουν να σπουδάσεις, ακόμα-ακόμα και να αποκτήσεις άδεια κυνηγού».

Το σύνθημα έφτανε ως το μεδούλι, όχι γιατί οι ψηφοφόροι του αντιπάλου ήταν κατά κύριο λόγο εύποροι αστοί ή εργοστασιάρχες. Λαϊκός κόσμος ήταν κι αυτοί ως επί το πλείστον. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τόνιζε άλλωστε σε κάθε ευκαιρία τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης ότι η Νέα Δημοκρατία ήταν πάνω απ’ όλα μια παράταξη λαϊκή. Και τα ποσοστά που κέρδιζε στην κάλπη το επιβεβαίωναν με αριθμούς.

Το 2016, όταν ο Χωμενίδης έγραφε τα παραπάνω, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ άρχιζε να υποσκάπτει –εφαρμόζοντας μια μνημονιακή πολιτική– τις μεταπολιτευτικές βεβαιότητες που χτίστηκαν χάρη στην πετυχημένη ρητορική που ταύτιζε τη Δεξιά με το κεφάλαιο και το ΠΑΣΟΚ με τα λαϊκά συμφέροντα.

Αλλωστε, η έκφραση περί «μη προνομιούχων» του Ανδρέα Παπανδρέου συνέδεε με έξυπνο τρόπο την καταπίεση των δικαιωμάτων από το μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς με τις κοινωνικο-οικονομικές διαφορές της εποχής της Μεταπολίτευσης, τοποθετώντας εμμέσως τους δεξιούς –πλούσιους και φτωχούς– στην κατηγορία των «ρετιρέ».

Κι αν η οκταετία 1981-1989 στερέωσε σε γερά θεμέλια ένα πανίσχυρο μεταπολιτευτικό αφήγημα, η οκταετία 2015-2023, με τη διπλή αντίφαση των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ (2015-2019) και ΝΔ (2019-2013), το αποσυντόνισε με τρόπο καθοριστικό:

Τα στερεότυπα της Μεταπολίτευσης, που κρατάνε ακόμη σε κάποιο βαθμό, δέχτηκαν έτσι σε δύο φάσεις ένα πλήγμα αποσυντονισμού. Το βίωμα και όσα είδαν στην τσέπη τους οι «μη προνομιούχοι» ήταν διαφορετικό από όσα άκουγαν επί χρόνια.

Ανοιξε έτσι ένα ρήγμα ανάμεσα στα λόγια και τα έργα των «ιδιοκτητών» της κοινωνικής ευαισθησίας που αντέγραψαν τα συνθήματα του Ανδρέα και αυτοπαρουσιάστηκαν ως εγγυητές της κοινωνικής συνοχής. Αυτή ήταν τελικά η «αλλαγή» που επήλθε. Με τρόπο ανάποδο, μάλλον απροσδόκητο και σίγουρα απομυθοποιητικό.