Ακουσα τον Νίκο Βούτση σε ένα κανάλι να λέει ότι αυτές οι εκλογές μπορεί να είναι βουβές, όμως αυτή η βουβαμάρα έχει πολιτικό πρόσημο που θα οδηγήσει αθόρυβα σε νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Πολύπειρος των εκλογικών μαχών και μέγας τεχνίτης της ήρεμης προπαγάνδας, ο τέως Πρόεδρος της Βουλής προσπαθούσε να τονώσει το καταρρακωμένο ηθικό του συριζαϊκού στρατεύματος με μια αναπόδεικτη προσωπική εικασία:
Οτι μπορεί οι Ελληνες να μην ασχολούνται με τις εκλογές (που κατά τον ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγήσουν σε ηχηρή ανατροπή και αλλαγή), μπορεί να μην κουνιέται φύλλο μέσα στην ελληνική κοινωνία (που κατά τον ΣΥΡΙΖΑ πεινά, υποφέρει και οργίζεται), μπορεί να μην προκύπτει η παραμικρή κοινωνική αντίσταση εναντίον του «καθεστώτος Μητσοτάκη» (που κατά τον ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθεί, καταπιέζει και προσβάλλει), όμως αυτή η γενικευμένη νιρβάνα και ησυχία δεν δείχνουν έναν ΣΥΡΙΖΑ που σκιαμαχεί με κατασκευασμένους μπαμπούλες.
Κατά τον κύριο Βούτση, το αντίθετο συμβαίνει. Η φτώχεια, η εξαθλίωση, η πείνα, η καταπίεση, ο αυταρχισμός, η έλλειψη ελευθερίας και ελευθεροτυπίας, το κατεδαφισμένο κοινωνικό κράτος, η εργασιακή ζούγκλα και όλα τα υπόλοιπα κατάμαυρα και ζοφερά που περιγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ ως αποτελέσματα της κυβερνητική πολιτικής, μπορεί να μη διαφαίνονται, πλην ζουν και βασιλεύουν. Υπάρχουν όμως, όχι ως σαρωτική πλημμυρίδα που φέρνει κοινωνικοπολιτικές ανατροπές, όπως το 2015, αλλά εν έτει 2023 ως αφανής υπόγεια δεξαμενή την οποία διαισθάνονται μόνο λίγοι οξυδερκείς πολιτικοί ραβδοσκόποι της Κουμουνδούρου.
Χαριτωμένη θέση, πανέξυπνη, τετραπέρατη. Δίχως να έχει την παραμικρή χρεία αποδείξεων, δικαιολογεί τα πάντα. Τη δημοσκοπική καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ και τη χαρακτηριστική κοινωνική αδιαφορία απέναντι στην οργισμένη συνθηματολογία του. Εξηγεί ευλόγως τον πάνδημο χλευασμό κάθε «πανστρατιάς» που συχνά-πυκνά κήρυττε ο Τσίπρας με τζούφιους «ανένδοτους» και αστείες «μητέρες των μαχών», προσπερνά ευσχήμως τη λαϊκή συγκατάβαση απέναντι σε προοπτικές προοδευτικών –και καλά– κυβερνητικών συμμαχιών, αλλά δίχως την ύπαρξη συμμάχων. Και δικαιολογώντας, αναστηλώνει (ή προσπαθεί τουλάχιστον) το ηθικό του συριζαϊκού στρατεύματος, που μάλλον σε πανωλεθρία παρά σε νίκη νιώθει ότι πορεύεται.
Είδατε λοιπόν πώς αλλάζουν άρδην τα πράγματα; Το κόμμα που γεννήθηκε μέσα στις ιαχές του καιόμενου κέντρου της Αθήνας τη βραδιά του Γρηγορόπουλου και ανδρώθηκε μέσα στα φάσκελα και τις κατάρες των αγανακτισμένων, σήμερα εναποθέτει τις ελπίδες του σε μια δήθεν «σιωπηρή πλειοψηφία» που δεν εκδηλώνεται δημόσια. Το πάλαι ποτέ κόμμα της εξέγερσης και του τσάμικου των πλατειών μεταβλήθηκε σε κόμμα μουλωχτών νοικοκυραίων που δεν εκφράζουν δημόσια γνώμη ούτε διαμαρτύρονται σε κοινή θέα, αλλά την κατάλληλη στιγμή ψηφίζουν. Σαν μικροκομματίδιο της παλιάς Δεξιάς ο ΣΥΡΙΖΑ του ’23, ή σαν παλαιοημερολογίτικο σωματείο. Πόσο αστείο, οποία κατάντια…