Όσοι είδαν τη συνέντευξη του Νίκου Καρβέλα στη Νίκη Λυμπεράκη, στην εκπομπή της «Μεγάλη Εικόνα», στο Mega, μάλλον θα έκατσαν ως το τέλος. Σπανίως βλέπεις συνέντευξη τέτοιων, αντιτηλεοπτικών, ας το πούμε, τύπων.
Η τηλεόραση αγαπά τους γραφικούς, σε εκείνους στηρίζει τις προσδοκίες της για τηλεθέαση. Δυστυχώς, όμως, από τα πλατό της παρελαύνουν επικίνδυνοι «γραφικοί». Παλαιοχριστιανοί που από τα εκατοντάδες λεπτά δημοσιότητας που τους χαρίστηκαν γενναιόδωρα σκέφτονται τώρα να κάνουν μέχρι και κόμμα, και άλλοι που με το δημόσιο λόγο τους θρέφουν τους δεινόσαυρους της νοοτροπίας μας. Τον ρατσισμό, τον σεξισμό, τον εθνικισμό, τον ακραίο συντηρητισμό και πάει λέγοντας.
Ο Νίκος Καρβέλας δεν ανήκει σε καμία από αυτές τις κατηγορίες. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι έχει ένα δικό του, εξεζητημένο στυλ, στην εμφάνιση και τη νοοτροπία, το οποίο βγαίνει εκτός των μικροαστικών προτύπων. Για κάποιους αυτό μπορεί να είναι ανοίκειο, γιατί απλώς δεν μπορούν να βγούν από τα κουτάκια τους.
Όσοι μπορούν να δούν και πέρα από αυτά, καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει, ασφαλώς, τις δικές του εμμονές, όπως όλοι, αλλά δεν είναι ανόητος. Έχει ένα βάθος σκέψης, κάνει λογικές συνάψεις, έχει αντίληψη και απόψεις, με τις οποίες μπορεί να μη συμφωνείς πάντα, αλλά σίγουρα δεν πνίγονται στις λέξεις με κατάληξη σε «-ισμό», που παρέθεσα παραπάνω. Και έχει και μια καυστικότητα παραπάνω στον τρόπο έκφρασής του, σίγουρα.
Ως εκ τούτου, είναι ένας άνθρωπος που δεν θα έβλεπες συχνά στην τηλεοπτική οθόνη σου. Κι όντως, δεν τον έβλεπες. Απέφευγε την τηλεόραση ο ίδιος; Δεν τον φώναζαν για συνεντεύξεις; Δεν ξέρω. Η αλήθεια είναι ότι η τηλεόραση δεν αντέχει εύκολα ανθρώπους που βγαίνουν από τους κανόνες της πολιτικής ορθότητας που έχει θέσει, και κυρίως, ανθρώπους που λένε on air αντιδημοφιλείς απόψεις, όπως ότι η θρησκεία είναι κατάπτυστη.
Η Νίκη Λυμπεράκη τόλμησε και έφερε έναν τέτοιο άνθρωπο απέναντι της. Δύσκολες συνεντεύξεις όταν ο άλλος είναι προδιατεθειμένος αρνητικά απέναντι σε όλο το μιντιακό σύστημα και ο Νίκος Καρβέλας φάνηκε ότι είναι. Το είπε κιόλας. Είναι βέβαιο ότι από κάτι θα πιανόταν για να πει ότι, τελικά, απογοητεύτηκε και ότι «όλοι ίδιοι είστε εδώ μέσα που ήρθα». (Ήρθε, βέβαια. Έφτασε κι αυτός σ’ ένα τηλεοπτικό πλατό, έκοψε εισιτήριο για το πλοίο της τηλεθέασης, δεν τον έφεραν με το ζόρι)
Σε κάποια σημεία, ο Νίκος Καρβέλας είχε δίκιο που ενοχλήθηκε. Προσκλήθηκε για να συνεντευξιαστεί, να πει τις απόψεις του. Όχι για να ακούσει τις απόψεις της δημοσιογράφου. Εκείνου η θέση είναι να ρωτάει και να αφήνει τον συνεντευξιαζόμενο να ξετυλίγει το κουβάρι του, όπως επιθυμεί και θέλει. Όταν λέει τη Βουλή «βόθρο» και του απαντάς «για μένα δεν είναι βόθρος» και προσπαθείς να του πεις τη γνώμη σου, για να αντικρούσεις τη δική του, θα εκνευριστεί, το πιθανότερο, γιατί αισθάνεται ότι δεν τον αφήνεις να τα πει όπως θέλει ή ότι προσπαθείς να τον κατευθύνεις. Κι αν είναι ο Νίκος Καρβέλας, θα αντιδράσει.
Βέβαια, η Νίκη Λυμπεράκη είναι μια ευγενής γυναίκα, που διαχειρίζεται το ρόλο της μπροστά στο φακό, με την ιδιότητα της δημοσιογράφου, με μέτρο και σοβαρότητα. Και παρά το φάουλ, έφερε ξανά την κουβέντα σε μια αρμονική ροή, ξεπερνώντας το σκάλωμα που η επιμονή της να πει τη δική της άποψη, δημιούργησε. Είχε δύσκολο καλεσμένο, είπαμε. Απαιτητικό και έντονο. Κατάφερε να τον κουμαντάρει, εντέλει.
Κακά τα ψέματα, η τηλεόραση τέτοιους ανθρώπους τους νιώθει σαν ξένο σώμα. Και, ίσως, αυτό είναι τελικά το πρόβλημα. Ότι θέλει να τους συμμαζέψει, όταν ξεφεύγουν από εκείνα που το πλαίσιο της μπορεί να σηκώσει. Είναι μια υποσυνείδητη, μηχανική αντίδραση, που όποιος έχει αντίληψη, ή έχει εργαστεί στην τηλεόραση, καταλαβαίνει.
Όπως και να έχει, η Νίκη Λυμπεράκη και ο Νίκος Καρβέλας έκαναν μια ενδιαφέρουσα κουβέντα, από εκείνες που σπανίως πια γίνονται τηλεοπτικό θέαμα. Κι αυτό, τελικά, είναι το ζητούμενο, στη «Μεγάλη Εικόνα» που είδαμε.