Στο συνοικιακό καφέ που κάθομαι, περνάει όλος ο μικρόκοσμος της κοινωνίας σε καρέ. Κάθε μέρα έχει τον παλμό και τη θεματολογία της. Η ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, είχε θέμα τον έρωτα, ασφαλώς.
«Πήρα μια πάστα καρδούλα, θα την πάω στη σύζυγο» είπε ένας κύριος ενώ περίμενε να γίνει ο καφές του, σε μια κυρία που έπινε τον καφέ της παραδίπλα. «Πάντα όμορφη και περιποιημένη» πρόσθεσε ενώ την κοίταζε με μάτια λαίμαργα και με χαμόγελο αμήχανο, εκείνο που έχει ο άντρας όταν τα χάνει απέναντι στο ωραίο φύλο. Το πακετάκι με το γλυκό είχε σχεδόν αναποδογυρίσει μέσα στη σακούλα, από το αδέξιο κράτημα αλλά, πού χρόνος για να προσέξεις τέτοιες λεπτομέρειες, όταν έχεις μπροστά σου ένα αντικείμενο πόθου.
Φαντάστηκα το γυρισμό του κυρίου στο σπίτι, την παράδοση του κουτιού στη σύζυγο και τη διαπίστωση ότι η πάστα καρδιά έχει γίνει λιώμα από το αναποδογύρισμα. Όσο λιώμα έχει γίνει και ο έρωτας τους με τα χρόνια. Θα του πει ένα ξερό «ευχαριστώ» και, μάλλον, θα έβαζα στοίχημα ότι θα του κάνει παρατήρηση για τον τρόπο που κρατάει πάντα τις σακούλες, φέρνοντας όλα τα ψώνια στο σπίτι κατεστραμμένα, όπως την πάστα.
Ίσως καταλήξουν να τσακωθούν, με τον τσακωμό να περνάει από τα ψώνια στα σκουπίδια που δεν κατεβάζει ο ένας, κι από τη λάμπα στο μπάνιο που δεν την αλλάζει κανείς, μέχρι το φαγητό που είναι μονίμως άνοστο. Το βράδυ, θα ξαπλώσουν στο κρεβάτι και θα γυρίσουν πλευρό ο ένας στον άλλο, αμίλητοι. Εκείνη θα σκέφτεται πόσα πλυντήρια έβαλε και πόσα έχει να βάλει αύριο κι εκείνος θα σκέφτεται το λογαριασμό της ΔΕΗ που πρέπει να πληρώσει και την ωραία γειτόνισσα στο καφέ.
Στη διπλανή τους πόρτα, ένα ακόμα ζευγάρι θα καταναλώνει σοκολατάκια καρδούλες βλέποντας Netflix μέχρι κάποιος από τους δύο να ροχαλίσει και στο από πάνω διαμέρισμα μια γυναίκα θα βάζει τα τριαντάφυλλα που της έστειλε ο σύντροφος της σε βάζο, ενώ σκέφτεται τι δικαιολογία θα του πει το βράδυ για να γλιτώσει το σεξ. Που θα το γλιτώσει έτσι κι αλλιώς, γιατί κι εκείνος θα έρθει κατάκοπος από τη δουλειά και το μόνο που θα θέλει θα είναι να βουλιάξει στον καναπέ με ένα πιάτο σαβούρα μπροστά του.
Πίσω από άλλες διπλανές πόρτες, άνθρωποι-προφίλ θα στέλνουν μηνύματα ο ένας στον άλλο λέγοντας «Σ’ αγαπώ» και «Σε θέλω» με μιμίδια και emoticons, αλλά δεν θα κανονίζουν να βρεθούνε, γιατί, πού να τρέχουν τώρα, τους βολεύει καλύτερα να τα λένε από τα κοινωνικά δίκτυα και να κάνουμε chating και sexting. Στη σπάνια περίπτωση που βρεθούνε σε μια κρεβατοκάμαρα, μάλλον δεν θα ξέρουν πώς να χρησιμοποιήσουν ο ένας το σώμα του άλλου.
Κάποιοι άλλοι, πάλι, θα τρέχουν στα μαγαζιά να αγοράσουν δωράκια ερωτευμένων για να τα δώσουν στο ταίρι τους, σε ρομαντικό δείπνο που έκλεισαν σε τρέντι εστιατόριο, ένας απ’ αυτά που διάβασαν στις ατελείωτες λίστες των νέων αφίξεων πόλης. Θα φάνε και θα φύγουν από εκεί για να επιστρέψει ο καθένας σπίτι του, γιατί εκείνο που ήθελαν εξαρχής ήταν να πραγματοποιήσουν μια φαντασίωση ρομαντικής επίδειξης, ο ένας στον άλλο και οι δυο τους στον κόσμο. Στόχος επετεύχθη.
Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, μας ζαλίζουν τον έρωτα με τον Αγιο Βαλεντίνο. Που, τελικά, δεν έχει καμία σχέση με τον έρωτα. Για τους περισσότερους, είναι ένα δείπνο που πρέπει να κάνουμε και μια ψυχαναγκαστική αγορά ενός μπουκέτου ή ενός γλυκού σε σχήμα καρδιάς, που θα μπει μέσα σ’ ένα στεγνωμένο από συναισθήματα σπίτι και που θα το ανταλλάξουν χέρια που δεν έχουν μεγάλη ανάγκη να αγγιχτούν και να χαϊδέψουν, και που μόλις παραδώσουν το πακέτο, σαν μια υποχρέωση ρομαντικού ντιλίβερι, θα περιχαρακωθούν ξανά στον ανέραστο μικρόκοσμο τους.
Γιατί αυτή είναι η σύγχρονη πραγματικότητα που ζούμε. Ασέξουαλ και αντιερωτική. Απλώς γεμίζει καρδούλες κάθε 14 Φεβρουαρίου. Και όλοι παίρνουμε μία, όπως παίρνουμε λαγάνα την Καθαρά Δευτέρα. Είναι, απλώς, θέμα κατανάλωσης. Μόνο που ο έρωτας δεν ενδιαφέρεται να καταναλώνει καρδούλες. Οι αληθινά ερωτευμένοι, είδος που σπανίζει πλέον, θέλουν να καταναλώνουν μόνο ο ένας τον άλλο.