| CreativeProtagon
Απόψεις

«Ανάρμοστες» σκέψεις

Στον ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι «αρμοί» του Τσίπρα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά κυβερνητικές θεσούλες. Ομως η θυελλώδης υπεράσπιση των προστατευομένων μαρτύρων επιβεβαιώνει το πώς αντιλαμβάνονται τι έκαναν ως κυβέρνηση και πώς πρέπει να «λειτουργούν» οι κυβερνήσεις γενικότερα
Μυρτώ Λιαλιούτη

Ας πάρουμε ως αρχή ότι, τουλάχιστον γλωσσολογικά, συμφωνούμε. Στο λεξικό Τριανταφυλλίδη το λήμμα είναι συγκεκριμένο. Αρμός, ουσιαστικό αρσενικού γένους (συνήθως χρησιμοποιείται σε πληθυντικό): είναι η σύνδεση δύο αντικειμένων κατά ένα τμήμα της επιφάνειάς τους. Αναλόγως της περίπτωσης, αρμός μπορεί να είναι το σημείο που γίνεται η συναρμογή, οι κλειδώσεις του ανθρώπινου σώματος, η σχισμή στο σημείο σύνδεσης δύο επιφανειών ή ακόμα και το διάστημα που αφήνουμε ανάμεσα σε δύο ράβδους και το οποίο επιτρέπει την ελεύθερη διαστολή τους από τη θερμότητα, ιδίως το καλοκαίρι.

Είναι οι αρμοί της εξουσίας αυτό που σε άλλες εποχές θα λέγαμε «βαθύ κράτος»; Οταν ακόμα ο Αλέξης Τσίπρας πίστευε ότι δεν θα φύγει ποτέ από τον πρωθυπουργικό θώκο, ο ίδιος και διάφορα κυβερνητικά στελέχη είχαν ενοχληθεί πολύ που ο Κώστας Σημίτης μίλησε για «προσωρινούς ένοικους του Μεγάρου Μαξίμου». Κατηγόρησαν τον πρώην Πρωθυπουργό για ιδιοκτησιακή αντίληψη της εξουσίας, οι αντιδράσεις όμως έκρυβαν μια βαθύτερη ανάγκη: να αποκτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ηγεμονική παρουσία στην κοινωνία, να γίνει η πολιτική δύναμη με τη μεγαλύτερη επιρροή στις μάζες. Οχι ως ΠΑΣΟΚ ή ως μετεξέλιξή του, αλλά ως δύναμη της ηγεμονεύουσας Αριστεράς. Αυτό, ακόμα και σήμερα, δεν το έχουν καταφέρει – ένας μεγάλος αριθμός από όσους τους ψηφίζουν, με μαθηματική βεβαιότητα ούτε θα σκέφτονταν να ψηφίσουν ποτέ ΣΥΡΙΖΑ αν δεν τους είχε κάνει «κλικ» ο ίδιος ο Τσίπρας. Oταν το έρεισμα δεν είναι αρκετό, τότε οι «αρμοί», αυτές οι σχισμές στελέχωσης του κράτους, δεν γίνονται ποτέ δικοί σου, όσο μεγάλα κι αν είναι τα προσωπικά ποσοστά αποδοχής.

Αυτά στην καλή περίπτωση, όπου οι αρμοί δεν είναι τίποτε άλλο παρά θεσούλες, έτοιμες να γεμίσουν με τα δικά μας ρουσφέτια, με τα δικά μας παιδιά. Αυτό, στην πραγματικότητα, προσπαθούν να μας πείσουν από τον ΣΥΡΙΖΑ: πως ο αρχηγός αναφερόταν σε όλους εκείνους τους αντιπάλους των οποίων την παρουσία έπρεπε να υποστούν όσο βρίσκονταν σε θέσεις εξουσίας –για «βύσματα» άλλων σε δημόσιες υπηρεσίες, υπουργεία και λοιπές κρατικές οντότητες. Ο Τσίπρας όμως δεν έμεινε εκεί. Το παράδειγμα του Κωνσταντίνου Τσουβάλα, υπηρεσιακού υπεύθυνου για το Μάτι, ήταν αρκετό για να καταλάβουμε πως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει στ’ αλήθεια πως ένας άνθρωπος έκανε επίτηδες λάθος χειρισμούς, που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 102 ανθρώπων, με σκοπό να πέσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η ίδια συνωμοσιολογία είναι γνωστή σε όλους εκείνους που αφιέρωσαν χρόνο και φαιά ουσία για να διαβάσουν το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη –κι αυτός έγραφε πως όταν μπήκε στο υπουργείο Οικονομικών, διαπίστωσε ότι υπήρχαν υπάλληλοι έτοιμοι να τον «καρφώσουν» στους Ευρωπαίους και στην προηγούμενη κυβέρνηση. Οι αρμοί, οι κρίσιμοι αρμοί της εξουσίας, δεν ήταν δικοί τους. Hταν τάχα κάποιων άλλων, μιας αόρατης δύναμης που δρούσε εναντίον «των συμφερόντων του λαού».

Και βέβαια, όταν ο εχθρός είναι εντός των τειχών, είναι παντού. Και το «βαθύ κράτος» επεκτείνεται σε εκείνους τους αρμούς που αποτελούν την κλείδωση ανάμεσα στις τρεις εξουσίες ως θεμελιώδης αρχή του κράτους δικαίου: μια θέση εισαγγελέα, για παράδειγμα, μια θέση διευθυντή καναλιού ή ακόμα και μια θέση τραπεζίτη – το είπε πιο ανοιχτά ο Παύλος Πολάκης για τον Γιάννη Στουρνάρα. Εκεί τα βύσματα δεν είναι κατακριτέα μόνο λόγω πελατειακού κράτους. Είναι έλεγχος των αποφάσεων που δεν μας αρέσουν, της κριτικής που μας πονάει. Είναι τιμωρία όσων μας ενοχλούν. Αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες με τους προστατευόμενους μάρτυρες, σε μια ιστορία που «μπάζει» από παντού, αλλά και η θυελλώδης υπεράσπισή τους από τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο επιβεβαιώνει τον τρόπο με τον οποίο στην αξιωματική αντιπολίτευση αντιλαμβάνονται τόσο τι έκαναν ως κυβέρνηση όσο και τον τρόπο με τον οποίο κατά την άποψή τους πρέπει να λειτουργούν οι κυβερνήσεις γενικότερα.

Θα μπορούσαμε να τα αποδώσουμε όλα στο «αφήγημα». Ισως σε μια βαθύτερη ψυχολογική ανάγκη πολιτικών που αυτοαποκαλούνται αριστεροί για δικαίωση. Μόνο που, ευτυχώς, η ελληνική δημοκρατία δεν έχει γυρίσει στο 1950 – οι μάχες οφείλουν να είναι πάντα εντός πλαισίου. Κάθε ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου είναι προσωρινός. Οι αρμοί, όμως, δεν είναι.