Πείτε την αλήθεια, δεν πέρασε από το μυαλό σας η σύγκριση μεταξύ Ελλάδας και Βελγίου; Τι θα συνέβαινε αν μια αντίστοιχη υπόθεση «έσκαγε» ξαφνικά στην πατρίδα μας; Στο Βέλγιο οι αρχές κινήθηκαν με μεθοδικότητα και διακριτικότητα μυστικιστικής στοάς. Εθεσαν υπό παρακολούθηση ολόκληρη αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αν δεν έβρισκαν κάτι, δεν θα μαθαίναμε τίποτα για την επιχείρηση, ούτε θα έπεφτε η παραμικρή σκιά στο πρόσωπο της Εύας Καϊλή. Ομως, βρήκαν.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι το ίδιο έργο παίζεται πάνω σε ελληνικό πανί. Υπάρχει ένας βουλευτής για τον οποίο υφίστανται βάσιμες υποψίες χρηματισμού προκειμένου να ενεργήσει υπέρ μιας ξένης χώρας. Πώς νομίζετε ότι θα κυλούσαν τα πράγματα; Η Αστυνομία, με τη συνεργασία της ΕΥΠ, θα ξεκινούσε τη σχετική έρευνα. Εννοείται ότι θα υπήρχε ενημέρωση των πολιτικών προϊσταμένων. Καμία σοβαρή δουλειά δεν γίνεται στην Ελλάδα χωρίς γνώση των πολιτικών προϊσταμένων. Και ειδικά αν επρόκειτο για υπόθεση που απειλεί με πολιτικό σεισμό, ο αρμόδιος υπουργός θα είχε κάθε μέρα πλήρη αναφορά στο γραφείο του. Το πιθανότερο, δε, θα ήταν να ενημερωθεί με κάποιον τρόπο ο άμεσα ενδιαφερόμενος. Γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι συχνά οι «τρύπες» στο σύστημα ανοίγουν όσο χρειάζεται για να περάσει κάποιος.
Τα αποτελέσματα της έρευνας θα πήγαιναν στον εισαγγελέα. Ούτε κατά διάνοια θα συζητείτο έφοδος στο σπίτι του βουλευτή. Κάτι τέτοιο θα εθεωρείτο, περίπου, εκτροπή, θα θύμιζε μέρες χούντας κ.λπ. Ο εισαγγελέας, με το που έπαιρνε τον σχετικό φάκελο, θα τον έστελνε με τη μία στη Βουλή, καθώς αφορά πολιτικό πρόσωπο. Η αποστολή του φακέλου στη Βουλή θα έριχνε όλα τα φώτα στην υπόθεση, ενώ ο ενδιαφερόμενος θα είχε όλο τον χρόνο στη διάθεση του να εξαφανίσει επιβαρυντικά στοιχεία. Και ύστερα θα ξεκινούσε η σχετική βαβούρα. Θα συνεδρίαζε η Επιτροπή Δεοντολογίας, με παράλληλη έκτακτη σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.
Ο εμπλεκόμενος θα κατήγγελε τη σκευωρία, που αποσκοπεί, φυσικά, στην πολιτική του εξόντωση – ενδεχομένως να προσέθετε και τη φυσική. Στα πρωινά πάνελ θα θύμιζαν το τεκμήριο της αθωότητας, ενώ οι κομματικοί συνοδοιπόροι του ανθρώπου που κουβαλούσε τη γίδα στην πλάτη θα ζητούσαν υπομονή μέχρι να ακούσουμε τις εξηγήσεις που έχει να δώσει. Αν τώρα δεν έχουμε να κάνουμε με άνθρωπο που πιάστηκε με το όπλο να καπνίζει και τη σακούλα γεμάτη πενηντάρικα, μπορεί να διαβάζαμε και κανένα άρθρο που γράφτηκε με το λάστιχο του ξεπλύματος στο χέρι.
Τέλος πάντων, η Βουλή θα ψήφιζε άρση της ασυλίας του και η δικογραφία θα επέστρεφε στον εισαγγελέα. Επειδή, όμως, η υπόθεση χρηματισμού ενδεχομένως να έχει και άλλες προεκτάσεις, θα έμπαινε και δεύτερος εισαγγελέας για να ερευνήσει συγκεκριμένες πτυχές. Θα ξεκινούσε η κλήση των μαρτύρων, αν τους έβρισκαν. Με αναβολές και υπεκφυγές. Ο βουλευτής θα ήταν κάθε μέρα στα πάνελ. Από ένα σημείο και μετά θα δήλωνε ότι «έχει δώσει τις απαντήσεις του και εμπιστεύεται πλήρως την ελληνική Δικαιοσύνη». Θα ασκείτο ποινική δίωξη, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση προσωρινής κράτησης βουλευτή – δεν είναι δα και χρυσαυγίτης. Η υπόθεση θα έφτανε στο ακροατήριο μετά από καμιά διετία, όταν ο άνθρωπος μας δεν θα ήταν καν βουλευτής. Ο συνήγορός του θα δήλωνε κώλυμα. Θα κέρδιζε τη δεύτερη αναβολή νοσηλευόμενος. Και κάποια στιγμή ναι, όταν θα εθεωρείτο εντελώς ξένο σώμα από οτιδήποτε πολιτικό, μπορεί να έβλεπε τη σπάθα του Δαμοκλή να του στερεί μερικές τρίχες από τα μαλλιά του.