Ενα διαζύγιο πλησιάζει προς την οδυνηρή του κατάληξη, όπως τουλάχιστον διαφαίνεται αυτή τη στιγμή.
Ενα διαζύγιο που στήθηκε πάνω στα ψέματα, τον λαϊκισμό και την ονειροπόληση του πάλαι ποτέ μεγαλείου, του «Rule, Britannia», του πατριωτικού αυτού τραγουδιού του 18ου αιώνα που εξελίχθηκε σε «fool Britannia». Διότι ο λογαριασμός για την «ανοησία» του Brexit αποδεικνύεται πολύ βαρύς και κυρίως αναντίστοιχος των προσδοκιών που είχαν δημιουργήσει εκείνοι που το επιδίωξαν.
Η συμφωνία μεταξύ Βρυξελλών και Λονδίνου είναι μια συμφωνία βαριά για τη Βρετανία, η οποία θα κληθεί να καταβάλει περίπου 40 δισ. στερλίνες, ενώ θα συνεχίσει να συμβάλλει για ένα διάστημα στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό παρά το ότι δεν θα είναι μέλος της ΕΕ. Δεν θα καταφέρει καν να κλείσει άμεσα τα σύνορά της, όπως επεδίωκε. Θα παραμείνει εγκλωβισμένη στην τελωνειακή ένωση, ενώ θα συνεχιστούν αρκετές υποχρεώσεις της προς την ΕΕ, χωρίς όμως πλέον να έχει οποιοδήποτε δικαίωμα ψήφου.
Επίσης, θα συνεχίσει να δεσμεύεται από μια σειρά κανονισμών για το περιβάλλον, τις εργασιακές σχέσεις, τις κρατικές επιδοτήσεις κλπ, ενώ ακόμα και τα ευρωπαϊκά προϊόντα με ονομασία προέλευσης θα είναι πλέον κατοχυρωμένα στη βρετανική νομοθεσία.
Στον χρηματοοικονομικό τομέα, το Λονδίνο θα περιοριστεί σε μια βασική –μόνον- πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές, αντίστοιχη με αυτή που έχουν οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία. Και τελικά στην εφαρμογή της συμφωνίας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα έχει στο τέλος έναν λόγο για ζητήματα που θα προκύψουν.
Στα περισσότερα σημεία η Βρετανία φαίνεται να χάνει. Λογικό, καθώς είχε να διαπραγματευτεί με μια πολύ ισχυρότερη ομάδα κρατών με συντεταγμένα συμφέροντα. Εξάλλου αυτός που φεύγει είναι συνήθως ο χαμένος.
Ετσι, η Βρετανία αναγκάζεται να ρίξει πολύ χαμηλά τον πήχη των δικών της επιδιώξεων και να συμβιβαστεί σε όρους που την πλήττουν άμεσα. Χάνει τα προνόμιά της ως μέλος της ΕΕ, αλλά δεν αποκομίζει όλα τα οφέλη που θα είχε αν δεν είχε υπάρξει μέλος της Ενωσης. Τελικά, πληρώνει έναν υπέρογκο λογαριασμό εξόδου.
Και θυμίζω ότι πρόκειται για την τρίτη σε πληθυσμό χώρα της ΕΕ, τη δεύτερη οικονομικά ισχυρότερη, με τη μεγαλύτερη στρατιωτική ισχύ, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με μια από τις αποτελεσματικότερες διπλωματικές υπηρεσίες σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή η χώρα δεν κατάφερε να εξασφαλίσει μια καλύτερη συμφωνία διαζυγίου.
Σήμερα, είναι βυθισμένη στο πολιτικό χάος και κινείται σε πραγματικά αχαρτογράφητα νερά, καθώς οι περισσότερες βεβαιότητες που την περιέβαλαν έχουν χαθεί στην ομίχλη του Brexit που αποδεικνύεται πιο πυκνή ακόμα και από εκείνη της Μάγχης.
Στη συγκεκριμένη συγκυρία, έτυχε να έρθει στην Αθήνα ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Ολάντ και να αναφερθεί δημοσίως στο αγωνιώδες-δραματικό τηλεφώνημα Παυλόπουλου προκειμένου να μείνουμε στην Ευρώπη. Μια αναφορά που ξύπνησε εγκαυματικές μνήμες και έφερε δυσάρεστους συνειρμούς για το πώς θα ήταν τα πράγματα αν απλώς άλλαζε το πρώτο γράμμα στο Brexit και ήταν G.
Η υποθετική αυτή σκέψη, που παρά λίγο να γίνει πραγματικότητα, προκαλεί ρίγη για όσα εύκολα μπορούσαν να είχαν συμβεί. Για τους όρους που δεν μπορεί να επιβάλει αυτός που φεύγει, ούτε καν αν είναι μια ισχυρή, πρώην αυτοκρατορία. Πολύ περισσότερο μια χώρα χρεοκοπημένη, βυθισμένη στις αυταπάτες των κυβερνώντων και τις ψευδαισθήσεων των πολιτών που χόρευαν στο Σύνταγμα.