| CreativeProtagon
Απόψεις

Αλήθειες και ψέματα για την αλλαγή του εκλογικού νόμου

Οι εκλογικοί νόμοι ενίοτε εκδικούνται. Πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι, αν σήμερα μειώσεις το ποσοστό για την επίτευξη της αυτοδυναμίας, μπορεί τελικά να περάσεις το μήνυμα στην κοινή γνώμη ότι απλά δεν μπορείς να το πιάσεις. Και να γίνει η αλλαγή του νόμου κάτι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία!
Γιώργος Κουβαράς

Παρά τις επίσημες κυβερνητικές διαψεύσεις, το πολιτικό ρεπορτάζ των τελευταίων εβδομάδων επιμένει ότι συζητείται σοβαρά το ενδεχόμενο της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ο προβληματισμός που αναπτύσσεται εσχάτως στο κυβερνητικό επιτελείο προβλέπει ότι με τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε από τη ΝΔ στην παρούσα Βουλή και ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές (οι επόμενες θα διεξαχθούν με απλή αναλογική), θα είναι δύσκολο να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση, καθώς το όριο της αυτοδυναμίας έχει τεθεί περίπου στο όριο του 37-39% (ανάλογα με τον αριθμό των κομμάτων που θα εισέλθουν στη Βουλή και το συνολικό ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής). Βάσει, λοιπόν, της θεωρίας που αναπτύσσουν κάποιοι εντός ΝΔ, ο εκλογικός νόμος πρέπει να αλλάξει και να αντικατασταθεί από έναν καινούργιο, «σούπερ ενισχυμένης αναλογικής».

Δυο είναι οι πιθανότητες: είτε μια επαναφορά του «νόμου Παυλόπουλου», που ίσχυε από το 2006 έως και τις εκλογές του 2019 (θέτοντας το όριο της αυτοδυναμίας περίπου στο 34-36%) είτε μια νέα ρύθμιση που θα δίνει 10 επιπλέον έδρες στο πρώτο κόμμα, αν η διαφορά του από το δεύτερο υπερβαίνει τις τέσσερις εκατοστιαίες μονάδες. Σε κάθε περίπτωση η αυτοδυναμία θα επιτυγχάνεται με χαμηλότερο ποσοστό και μπορεί να διευκολύνεται όχι μόνο με βάση το εκλογικό ποσοστό αλλά και τη διαφορά ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κόμμα.

Ο προβληματισμός αυτός έρχεται ως συνέπεια των δημοσκοπήσεων που δείχνουν ότι η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι πιθανότερη αν συνδεθεί με τη διαφορά που τη χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά με το ποσοστό που θα λάβει στην κάλπη. Άρα, η πολιτική λογική πίσω από τη συζήτηση περί αλλαγής του εκλογικού νόμου είναι αυτή που παραδοσιακά κυριάρχησε καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης: αλλάζω τον εκλογικό νόμο γιατί έτσι με συμφέρει! Εννοείται ότι οι υποστηρικτές της αλλαγής του εκλογικού νόμου θα το εκφράσουν πιο… politically correct, λέγοντας ότι θέλουν να τον αλλάξουν γιατί έτσι επιβάλλει το συμφέρον της χώρας που απαιτεί σταθερή – άρα αυτοδύναμη – κυβέρνηση.

Ας δούμε τα πράγματα καθαρά για να διαπιστώσουμε – με βάση την πολιτική ανάλυση – πόσο παραπλανητικό είναι το ρεπορτάζ περί πιθανής επικείμενης αλλαγής του εκλογικού νόμου. Και να αντιληφθούμε επίσης γιατί ο πρωθυπουργός λέει κατηγορηματικά «όχι» σε όσους του την προτείνουν.

Πρώτον, αν αυτή η κυβέρνηση αλλάξει τον εκλογικό νόμο προς χάρη του εικαζόμενου εκλογικού της συμφέροντος, δεν θα πρωτοτυπήσει. Το έχουν κάνει σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις στη Μεταπολίτευση. Θα είναι όμως η πρώτη που αλλάζει ένα νόμο που ψήφισε η ίδια, μέσα σε αυτή την τετραετία! Δυο διαφορετικοί εκλογικοί νόμοι μέσα σε μια τετραετία, ψηφισμένοι από την ίδια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι κάπως υπερβολικό, όπως και να το δει κανείς…

Δεύτερον, το Σύνταγμα, στο άρθρο 54 παράγραφος 1 προβλέπει ότι «το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών». Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο εκλογικός δεν μπορεί να καταργηθεί προτού ισχύσει μία φορά (εκτός αν ψηφιστεί από 200 βουλευτές). Γι αυτό, άλλωστε, ο νόμος της ενισχυμένης αναλογικής που ψήφισε η ΝΔ ισχύει στις μεθεπόμενες εκλογές, γιατί δεν πήρε 200 βουλευτές, εξ ου και οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με την απλή αναλογική που είχε ψηφίσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν όμως είναι υποχρεωτικό να ισχύσει μια φορά ένας νόμος (απλή αναλογική) που ψηφίστηκε με λιγότερους από 200 βουλευτές επί ΣΥΡΙΖΑ, πώς δε θα ισχύσει τουλάχιστον μια φορά κι αυτός που ψηφίστηκε επίσης με λιγότερους από 200 επί ΝΔ; Το έχουν σκεφτεί καλά αυτοί που το προτείνουν την αλλαγή; Μήπως καταστρατηγούν το πνεύμα του Συντάγματος;

Τρίτον, οι εκλογικοί νόμοι έχουν ενίοτε τη δύναμη να εκδικούνται αυτούς που παίζουν μαζί τους. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τι συνέβη με τον περίφημο νόμο Κουτσόγιωργα επί ΠΑΣΟΚ. Ο νόμος αυτός, που παρέπεμπε στην «ανόθευτη αναλογική» φτιάχτηκε για να εμποδίσει τη διαφαινόμενη άνοδο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην εξουσία, στις εκλογές του 1989. Η πεποίθηση που οδήγησε στην κατασκευή του ήταν ότι η Αριστερά θα συμμαχεί πάντοτε και μόνο με το ΠΑΣΟΚ. Άρα, ο Μητσοτάκης θα ήταν καταδικασμένος – αν και η ΝΔ θα ήταν το πρώτο κόμμα – να μην κυβερνήσει ποτέ. Τελικά, πέραν του γεγονότος ότι η Αριστερά διέψευσε τις θεωρίες του ΠΑΣΟΚ και συμμάχησε με την Κεντροδεξιά, ο εκλογικός νόμος Κουτσόγιωργα, μετά από αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, οδήγησε τον Μητσοτάκη στο ιλιγγιώδες 48%! Είπαμε, οι εκλογικοί νόμοι ενίοτε εκδικούνται. Πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι αν σήμερα μειώσεις το ποσοστό για την επίτευξη της αυτοδυναμίας μπορεί τελικά να περάσεις το μήνυμα στην κοινή γνώμη ότι απλά δεν μπορείς να το πιάσεις. Και να γίνει η αλλαγή του νόμου κάτι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία!

Τελευταία αλλά όχι έσχατη παρατήρηση: ανεξάρτητα από το αν η αλλαγή του εκλογικού νόμου μπορεί να δείξει ηττοπάθεια ή αντιθεσμική συμπεριφορά από την κυβέρνηση, για την αντιπολίτευση ισχύει το γνωστό «κοίτα ποιος μιλάει»! Ο ΣΥΡΙΖΑ, που υποτίθεται ότι έχει την απλή αναλογική στο DNA του, την ψήφισε μόνο όταν άρχισε να βγαίνει δεύτερος και καταϊδρωμένος στα γκάλοπ. Μέχρι τότε ωραιότατα βολεύτηκε με το νόμο Παυλόπουλου της σούπερ ενισχυμένης αναλογικής, χάρη στον οποίο σχημάτισε δυο φορές κυβέρνηση συνεργασίας με τους ΑΝΕΛ. Όσο για το στερεότυπο που λέει ότι με την σούπερ ενισχυμένη αναλογική εξασφαλίζεις αυτοδυναμία, ας προβληματιστούν αυτοί που το καταπίνουν αμάσητο. Με τον νόμο Παυλόπουλου εξελέγησαν μεν τρεις αυτοδύναμες κυβερνήσεις (Κώστα Καραμανλή, Γιώργου Παπανδρέου και Κυριάκου Μητσοτάκη) αλλά εξελέγησαν επίσης οι συμμαχικές κυβερνήσεις Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη και σε δυο αλλεπάλληλες εκλογές οι κυβερνήσεις Τσίπρα – Καμένου.

Και κάτι ακόμη στο κεφάλαιο «Κοίτα ποιος μιλάει»! Τα κόμματα της αντιπολίτευσης που ετοιμάζονται να καταγγείλουν την κυβέρνηση αν επιχειρήσει αλλαγή του εκλογικού νόμου για να διευκολύνει την αυτοδυναμία της, στην πραγματικότητα εύχονται να γίνει αυτή η αλλαγή. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ γιατί, αν έχει μια πιθανότητα να είναι πρώτο κόμμα προτιμά να εξασφαλίζει περισσότερες έδρες με χαμηλότερο ποσοστό. Το δε ΚΙΝΑΛ, γιατί η αυτοδυναμία της ΝΔ του λύνει το πρόβλημα απελευθερώνοντάς το από τις ευθύνες σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Επιπροσθέτως, αν η ΝΔ αλλάξει τον εκλογικό νόμο για να διευκολύνει την αυτοδυναμία της, το ΚΙΝΑΛ μπορεί πολύ πειστικά να υποστηρίζει ότι δεν τίθεται θέμα καν συνεργασίας, όχι πια με δική του ευθύνη.

Για όλους αυτούς τους λόγους, όσο ελκυστική και αν φαίνεται για κάποιους στην κυβέρνηση η αλλαγή του εκλογικού νόμου, δύσκολα θα συμβεί!