Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο μοναδικός Πρωθυπουργός στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης (με εξαίρεση τον Ανδρέα Παπανδρέου λόγω ειδικών συνθηκών το 1989, αλλά ας μην το χοντρύνουμε) που έχασε εκλογές και έμεινε στην ηγεσία του κόμματός του. Παρότι όμως δεν υπάρχει ισχυρός εσωκομματικός αντίπαλος που θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει, η αμφισβήτηση στο πρόσωπό του είναι πλέον έντονη. Η γκρίνια που υπάρχει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για τον προσανατολισμό του κόμματος, αφορά έναν – και ευθέως τις επιλογές του ίδιου του προέδρου.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να βρει αντιπολιτευτικό βηματισμό. Στην πραγματικότητα συγκρούεται ο βαθύτερος παλαιοαριστερός εαυτός του, με τον σοσιαλδημοκρατικό ρόλο που του υπαγορεύουν οι πολιτικές συνθήκες, αλλά του είναι εξαιρετικά δύσκολο να τον υποδυθεί.
Βλέπετε, το 2020 δεν είναι 2012, όταν ο κόσμος αναζητούσε κάποιον να εκφράσει τον θυμό του μετά τη μνημονιακή στροφή της ΝΔ. Το αμφιθέατρο, ο δρόμος και η πλατεία είναι προνομιακός χώρος για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Τον ξέρει καλά από μαθητής και από φοιτητής όταν πρωταγωνιστούσε σε πορείες και καταλήψεις. Και εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο την ευκαιρία. Καβάλησε στο (εθνολαϊκιστικό) ρεύμα και τον πήγε. Οι πλατείες τον έφεραν στην εξουσία. Και μη μου πείτε ότι αυτά τα κινηματικά έχει η Αριστερά. Διότι η εξουσία αποδείχθηκε πιο γλυκιά από την ιδεολογία: συμμάχησε με τον Πάνο Καμμένο που ερχόταν από τα δεξιά της ΝΔ, αντί να σκίσει τα μνημόνια, υπέγραψε κι άλλο ένα και δεν δίστασε να ξεφορτωθεί τους παλιούς συντρόφους του, όταν έκρινε ότι έχουν γίνει πλέον αγκάθια στη διακυβέρνησή του.
Τώρα όμως όλα αυτά είναι πολύ μακρινά. Ο κόσμος δεν είναι στις πλατείες, αλλά στο σπίτι του και κοιτάζει πώς θα ξαναστήσει τη ζωή του ύστερα από 10 χρόνια δραματικών αλλαγών. Ο θυμός, που υπήρξε ζωογόνο στοιχείο για τον κ. Τσίπρα, έχει αντικατασταθεί από την ελπίδα και η πλειοψηφία πιστεύει ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Ναι, εντάξει, μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να κατέβηκε το 2015 με σύνθημα «Η ελπίδα έρχεται», αλλά οργή εξέφρασε. Ασε που είδαμε και ποια ελπίδα ήρθε τελικά…
Αλλά ακόμα και για τους πιο ρεαλιστές, τους κυνικούς της πολιτικής, που εκτιμούν ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε εν τέλει το κατάλληλο πρόσωπο για να διαχειριστεί και να αδρανοποιήσει την «εθνικολαϊκιστική βόμβα» που απειλούσε να θέσει την Ελλάδα εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, ούτε ως τέτοιος έχει να προσφέρει τίποτα πια. Το σκηνικό έχει αλλάξει. Η εποχή έχει αλλάξει.
Και το πρόβλημα είναι ότι η άνοδος στην εξουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη κάνει τον κ. Τσίπρα να φαίνεται εκτός εποχής: με θετική ατζέντα, μεταρρυθμιστικό κυβερνητικό σχέδιο και άνεση να κινείται στη διεθνή σκηνή, όπως καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, ο διάδοχος του κ. Τσίπρα στο Μαξίμου είναι το πρόσωπο που εκπροσωπεί τις προσδοκίες των πολιτών. Και αυτό κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη δουλειά του αντιπάλου του, ο οποίος μάλιστα είχε προσπαθήσει να κατασκευάσει μια εικόνα για τον κ. Μητσοτάκη, την οποία οι πολίτες βλέπουν ότι δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα: αντί για έναν ακραίο, ανάλγητο, απόμακρο που έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ ότι θα είναι ο κ. Μητσοτάκης, βλέπουν έναν κεντρώο, φιλελεύθερο, κοινωνικά ευαίσθητο άνθρωπο.
Πιο απλά. Ο κ. Τσίπρας δεν μπορεί να γυρίσει στο πεζοδρόμιο, γιατί το πεζοδρόμιο έχει αδειάσει. Ακόμα και εκεί όπου υπάρχει κόσμος, «δεν τον παίρνει», κατά το κοινώς λεγόμενο, να εμφανιστεί – η συμμετοχή του στην πορεία του Πολυτεχνείου, όταν ξεκίνησε για την πρεσβεία αλλά έφυγε στο Σύνταγμα, μόνο γέλιο έβγαλε. Αντιλαμβάνεται ότι ως ριζοσπάστης αριστερός δεν μπορεί να διεκδικήσει ξανά εξουσία. Το 2015 δεν ξανάρχεται, όσο και αν φωνάζει και πάλι για παιδάκια που λιποθυμούν από την πείνα.
Στο πεζοδρόμιο, λοιπόν, δεν υπάρχει χώρος για αυτόν και η προγραμματική αντιπολίτευση δεν του πάει. Είναι εκτός κλίματος σε ένα σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Την ίδια ώρα, η απώλεια της εξουσίας περιορίζει και τις πρωτοβουλίες σε εσωκομματικό επίπεδο. Οι κινήσεις διεύρυνσης το μόνο που έχουν «αποδώσει» είναι κάποια πρόσωπα του ΠΑΣΟΚ, που όμως μάλλον αφαιρούν, παρά προσθέτουν στην εικόνα του νέου και προοδευτικού που θέλει να φιλοτεχνήσει. Οι αντιδράσεις παραδοσιακών αριστερών στελεχών στην προσπάθεια μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ βυθίζει το κόμμα σε εσωστρέφεια. Προκειμένου να αποφευχθεί η σύγκρουση, μετατέθηκε η προγραμματισμένη γι’ αυτό το Σαββατοκύριακο συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Η επιστολή 21 βουλευτών προς τη Γραμματεία Οργανωτικού, με την οποία ζητούν αναλυτικό κατάλογο των εκδηλώσεων και των ομιλητών, είναι απολύτως χαρακτηριστική του συγκρουσιακού κλίματος και της καχυποψίας στο εσωτερικό του κόμματος.
Ολα τα παραπάνω καταγράφονται στα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων. Σε έρευνα της Metron Analysis τον Ιανουάριο, στο ερώτημα «πώς αξιολογείτε τον τρόπο με τον οποίο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ασκεί τα καθήκοντά του», μόνο το 50% εκείνων που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ απαντά θετικά, ενώ ένα υψηλότατο 42% κρίνει αρνητικά τον τρόπο που αντιπολιτεύεται ο κ. Τσίπρας. Ακόμη πιο ανησυχητικά για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ είναι τα ευρήματα στο ερώτημα «ποιος είναι καταλληλότερος Πρωθυπουργός» όπου η απάντηση «ο Αλέξης Τσίπρας» συγκεντρώνει σχεδόν τον 1 στους 2 (το 57%) των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ (το 16% απαντά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το 22% κανένας από τους δύο).
Ο κ. Τσίπρας μπορεί να μην έχει ισχυρό διεκδικητή στην αρχηγία, αλλά «έχει πάψει να αρέσει», για να θυμηθούμε μια φράση της αείμνηστης Μελίνας. Ξέρει, λοιπόν, ότι στις επόμενες εκλογές παίζει την τελευταία ζαριά του. Γι’ αυτό και το πρόσθετο άγχος. Αν ηττηθεί και δεύτερη φορά, φεύγει. Κι από νεότερος Πρωθυπουργός στην Ελλάδα, θα γίνει ο νεότερος τέως αρχηγός κόμματος εξουσίας.