Θαρρώ πως υπάρχει μια συνομοταξία ανεμβολίαστων που περνά κάτω από τα ραντάρ τόσο των καλοπροαίρετων παρατηρητών όσο και των υποψιασμένων αναλυτών. Περνά φυσικά κάτω από τα ραντάρ των σχεδιαστών της εμβολιαστικής εκστρατείας. Είναι οι τύποι που κάποια στιγμή στην αρχή της πανδημίας είπαν (αβασάνιστα και δίχως ιδιαίτερη ζέση) ένα «εντάξει μωρέ, νομίζω ότι τα παραλένε με τον κορονοϊό».
Το είπαν έτσι, στις πρώτες κουβέντες που έγιναν σε παρεΐστικα σαλόνια ή σε εργασιακούς χώρους, χωρίς να έχουν πολυψάξει το θέμα. Κανένας άλλωστε δεν το είχε πολυψάξει τότε, ο καθένας έλεγε ό,τι του κατέβαινε, μόλις που μπαίναμε σ’ αυτό το τούνελ που θα σφράγιζε την ζωή μας. Πέταξαν μια γνώμη για να πάρουν μέρος στην κουβέντα, δίχως να έχουν κανέναν ειδικό φόβο ή φανατισμό. Απλώς αντί να μείνουν σιωπηλοί και αμέτοχοι στην συζήτηση, υιοθέτησαν την μια από τις δυο πρωτόλειες αντιλήψεις που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στον δημόσιο διάλογο. Ισως την πιο extreme και εξυπνακίστικη απ’ τις δυο.
Εκτοτε κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι, πολλή ανησυχία στις ψυχές, πολύ οξυγόνο στις ΜΕΘ και πολλά φέρετρα στους τάφους. Η γύρω πραγματικότητα αγρίεψε, τα στρατόπεδα σχηματοποιήθηκαν, οι αντιπαραθέσεις οξύνθηκαν. Τους έσφιξε ελαφρώς ο φόβος, έλα όμως που οι δέκα φίλοι και οι δεκαπέντε συνάδελφοι στην δουλειά τους είχαν ακούσει να λένε «εντάξει μωρέ, εγώ πιστεύω ότι τα παραλένε». Κοντολογίς την είπαν την μπούρδα τους στην αρχή-αρχή και τώρα διστάζουν να εμφανιστούν στην παρέα ή στο γραφείο και να πουν ότι άλλαξαν άποψη. Ας όψονται και οι ευθύς εξ αρχής φοβικοί, που μόλις τους άκουσαν να εκφράζουν λίγες επιφανειακές αμφιβολίες τους έκραξαν κατ’ ευθείαν, με αποτέλεσμα να υψώσουν κι αυτοί λίγο το τείχος των αρνήσεων τους δίχως να το πολυπιστεύουν. Το ‘καναν έτσι για τον εγωισμό τους.
Και τώρα πια φοβούνται πολύ μην κολλήσουν ή μην πεθάνουν, αλλά πως θα πάνε στον κύκλο τους να πουν τα ανάποδα από κείνα που υποστήριζαν τόσο καιρό; Κι όσο πληθαίνουν οι αγριότητες ένθεν κακείθεν, όσο το πράγμα γίνεται Θύρα-7 με Θύρα-13, τόσο η αλλαγή στρατοπέδου γίνεται δυσκολότερη. Αν το αποτολμήσουν, κανείς δεν θα τους αντιμετωπίσει με κατανόηση. Οι πρώην δικοί τους θα τους κράξουν άγρια ως αποστάτες, ενώ οι εμβολιασμένοι είτε θα τους χλευάσουν ως κότες που τρόμαξαν, είτε θα θριαμβολογήσουν πάνω τους. Οπότε το αφήνουν να πάει στον διάολο κι ό,τι γίνει. Κατά βάθος ξέρουν τι θα γίνει, ξέρουν ότι θα κολλήσουν, αλλά ελπίζουν να είναι η εξαίρεση. Αν όχι από την μόλυνση, τουλάχιστον απ’ τον θάνατο.
Και πως τους αντιμετωπίζουμε αυτούς παρακαλώ; Ανάθεμα και ξέρω. Ξέρω ότι υπάρχουν, αλλά πως μεταπείθονται δεν έχω ιδέα. Θαρρώ πως μόνο μια σκληρή υποχρεωτικότητα θα τους έδινε το επαρκές άλλοθι για να εμβολιαστούν δίχως να χρεία δικαιολογίας απέναντι τους άλλους και στον εαυτό τους. Αλλά θαρρώ, δεν είμαι βέβαιος.