Τώρα που ‘φυγες απ’ τον καταραμένο τόπο που σε γέννησε, σε ανέδειξε, σε πλούτισε, σε δόξασε και μετά σε αποκαθήλωσε, σε φυλάκισε, σε περιφρόνησε, σε ξέχασε… για ρίξε από κει πάνω μια τελευταία ματιά σε αυτό που άφησες πίσω σου. Μια κατάμαυρη τρύπα. Αξιζε; Για τα λεφτά Ακη; Πόσα ήθελες, διάολε, για να περνάς καλά; Τα ‘χες. Πόσα ήθελες για να μην έχεις καμιά οικονομική ανασφάλεια για το μέλλον σου; Επίσης τα ‘χες. Πόσα ήθελες για να εξασφαλίσεις και τα παιδιά σου; Κι εκείνα τα ‘χες. Νόμιμα, καθαρά, έντιμα. Τριάντα τρία χρόνια βουλευτής, είκοσι χρόνια υπουργός ήσουνα, τα ‘βγαλες. Δεν σου έφταναν έτσι; Ήθελες κι άλλα. Άτιμη βουλιμία.
Αλήθεια, περί της βουλιμίας σκέφτηκες; Οχι να σκεφτείς τον καιρό της παντοδυναμίας σου, δεν είχες χρόνο για τέτοιες σκέψεις. Τώρα τελευταία όμως, τα χρόνια που ήσουν φυλακή ή αφότου βγήκες απ’ τον Κορυδαλλό και περνούσες τις μέρες και τις νύχτες μοναχός σου, μήπως σκέφτηκες; Κατάλαβες πόσο μάταιο και διαβρωτικό συναίσθημα είναι; Μάταιο, γιατί αν έχεις πέντε εκατομμύρια θέλεις δέκα κι αν έχεις πενήντα θέλεις εκατό. Διαβρωτικό γιατί κάνει κάθε άλλη επιδίωξη ή απόλαυση τούτης της ζωής να φαίνονται ασήμαντες και ανούσιες.
Εφτασες έντεκα μόλις ψήφους από την θέση του πρωθυπουργού. Χρημάτισες αναπληρωτής πρωθυπουργός. Μόνιμος υπουργός στα μεγαλύτερα υπουργεία. Είχες κατά καιρούς στα χέρια σου την άμυνα της χώρας, τα δημόσια έργα της, την αυτοδιοίκηση της, την ανάπτυξη της, τη δημόσια τάξη της, τις μεταφορές της, τους δημοσίους υπαλλήλους της… όλοι και όλα πέρασαν απ’ τα χέρια σου. Διάολε, δεν σου ‘φταναν; Δεν ήταν αρκετά για να νιώσεις τα χέρια σου γεμάτα;
Αναρωτήθηκες καμιά φορά, «ρε συ, τα άξιζα όλα αυτά»; Αξιώθηκες γεμάτες πλατείες, σημαίες να κυματίζουν, ιαχές νίκης και θριάμβων, χιλιάδες στόματα να σε αποθεώνουν μαζί με τον αρχηγό ή μόνον σου εξ αιτίας του αρχηγού, αξιώθηκες τιμές, ταξίδια, παρελάσεις, συζητήσεις με τους σπουδαιότερους του πλανήτη, ταρατατζούμ και πολυτέλειες… ούτε αυτά ήταν αρκετά τα άτιμα; Αμ οι σοσιαλισμοί, οι εθνικές ανεξαρτησίες, οι λαϊκές κυριαρχίες και οι κοινωνικές δικαιοσύνες που υποσχέθηκες; Αντάλλαξες όλα όσα αξιώθηκες και έζησες και επαγγέλθηκες, με έναν καβγά με τον Σμπώκο για μια μίζα από την Ferrostaal και τους TOR M1;
Ταλαίπωρε Ακη, άφησες πίσω σου μια μαύρη τρύπα, μια ντροπή και τίποτα άλλο. Κι ένα νεοκλασικό στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου που στέκει εκεί ως κρατικό λάφυρο απ’ τις κλεψιές σου, που υπενθυμίζει πόσο χαμηλά είναι ικανός να πέσει ο άνθρωπος που τα ‘χει όλα και δεν του φτάνουν. Έγινες το παράδειγμα προς αποφυγήν, αυτός ήταν ο στόχος σου τελικά; Α ρε Άκη, «καλύτερα να σ’ έλεγαν Μαρία και να σουν ράφτρα μεσ’ την Κοκκινιά», που έγραψε και ο Μάνος Ελευθερίου. Κάτι καλύτερο θα ‘χες αφήσει πίσω σου.