Τις τελευταίες ώρες, ένα βίντεο από την παρέλαση στη Νέα Φιλαδέλφεια-Νέα Χαλκηδόνα, έχει μονοπωλήσει τη διαδικτυακή προσοχή. Μια ομάδα κοριτσιών, που υπογράφουν σαν τα «10 στρατιωτάκια της υπό-κριτικής τέχνης», φαίνεται σαν να έχουν παρεισφρήσει στην παρέλαση και περπατούν με βηματισμό που παραπέμπει στο «The Ministry of Silly Walks», ένα από τα πιο γνωστά σκετς της θρυλικής ομάδας των Μόντι Πάιθον.
Το στιγμιότυπο έχει ξεσηκώσει αντιδράσεις, όπως ήταν φυσικό, και οι απόψεις διίστανται. Από τη μια είναι εκείνοι που οργίζονται, θεωρώντας ότι δεν ήταν καθόλου αστείο και ότι τα κορίτσια πρέπει να τιμωρηθούν. Μεταξύ τους, υπάρχουν και κάποιοι που θα ήθελαν να δουν τα ονόματα και τις φάτσες τους επί πινάκι, για να τα φτύσουν παραδειγματικά.
Από την άλλη, κάποιοι το χάρηκαν. Εκείνοι θεώρησαν ότι αυτά τα κορίτσια έδωσαν ένα γερό χαστούκι στο σύστημα, στον παρωχημένο θεσμό της παρέλασης και στο γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις, ο θεσμός ντύνεται με τα χρώματα του εθνικισμού.
Καταρχάς, ας συμφωνήσουμε ότι τα νιάτα αντιδρούν απέναντι στο σύστημα και ότι είναι κάτι φυσιολογικό, αν όχι και θεμιτό να συμβαίνει. Οι νέοι αμφισβητούν, επαναστατούν και προκαλούν – αλίμονο αν δεν το έκαναν. Από αυτή την άποψη, και με δεδομένο ότι πρόκειται όντως για μαθήτριες ή έστω, κορίτσια κοντά σε αυτήν την ηλικία, θα πρέπει και όσοι εξοργίστηκαν με το περιστατικό, να δείξουν κατανόηση και να μην εκφράζουν ακραίες απόψεις τύπου «να τις τιμωρήσουμε παραδειγματικά στο Σύνταγμα».
Ας εκτιμήσουμε επίσης το γεγονός, ότι νέοι, εν έτει 2019, ξέρουν τους Μόντι Πάιθον και έχουν εμπνευστεί απ’ αυτούς. Δεν έχουν εμπνευστεί, ας πούμε, απ’ τη Λένα Ζευγαρά, ούτε απ’ το «Next To Model».
Από την άλλη, η αντίδραση της νεότητας απέναντι στο σύστημα, είναι πολλές φορές υπερβολική και άστοχη. Οσο παρωχημένος και αν είναι ο θεσμός των εθνικών παρελάσεων, όσο και αν έχουν εισχωρήσει μέσα του εθνικιστικά στοιχεία που σε αρκετές περιπτώσεις, όντως, δίνουν τον ρυθμό, δεν παύει να είναι ένας θεσμός που πρέπει να σεβαστείς. Η παρέλαση κουβαλά μνήμες και τιμά την προσπάθεια κάποιων ανθρώπων, τα βάσανα που πέρασαν και τη ζωή που έχασαν ορισμένοι εξ’ αυτών, προκειμένου εμείς να είμαστε εδώ, τώρα, ελεύθεροι.
Κατεβαίνοντας τα τελευταία χρόνια στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου (για χάρη των παιδιών και χωρίς να είμαι ένθερμος οπαδός του θεσμού των παρελάσεων), πάντα συγκινούμαι με τους μεγάλους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ζωντανές μνήμες από τα τότε γεγονότα, και παρακολουθούν βουρκωμένοι, με δέος, ρουφώντας κυριολεκτικά κάθε στιγμή.
Αν αυτά τα κορίτσια άκουγαν τις ιστορίες τους από τη ζοφερή εκείνη εποχή, το τι πέρασαν και πόσους έχασαν κατά τη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής, ίσως δεν θα τους έκανε καρδιά να περάσουν μπροστά τους βηματίζοντας όπως οι Μόντι Πάιθον, στο «Υπουργείο Ανόητων Βηματισμών». Και ίσως, η αντίδρασή τους τότε, να εκφραζόταν με ένα διαφορετικό τρόπο, που να χαρακτηριζόταν από περισσότερη ευαισθησία απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους, και στο παρελθόν ενός λαού.
ΥΓ. Τα κορίτσια έστειλαν μήνυμα-μανιφέστο στην «Εφημερίδα των Συντακτών», όπου εξηγούν τους λόγους που το έκαναν: «Στρατιωτάκια ακούνητα, μέρα ή νύχτα; Στρατιωτάκια ακούρδιστα, μέρα ή νύχτα; Πώς στα παιδικά παιχνίδια εμπλέκονται οι αρχηγοί, οι στρατοί και τα στρατιωτάκια τους; Στρατοί που κάνουν πολέμους, βομβαρδισμούς, επεμβάσεις. Και εμείς επέμβαση εκτάκτου ανάγκης κάναμε, αλλά χωρίς την παραμικρή άσκηση βίας. Καλλιτεχνική επέμβαση, κάτι σαν παιχνίδι. Υπήρξαμε για λίγο στρατιωτάκια που αρχίζουν να ξεκουρδίζονται, να βραχυκυκλώνουν απέναντι στις διαταγές, τα παραγγέλματα, τα εμβατήρια. ίσως γιατί πλέον δεν μας πείθουν οι ιδέες που ενσαρκώνονται σε όλα αυτά. Τι κοινό μπορεί να’χει ο μιλιταρισμός με την ελευθερία; Τι σχέση μπορεί να’χει η υπεράσπιση της ελευθερίας ενός λαού με τον πατριωτισμό που διδασκόμαστε από μικρά παιδιά; Στα σχολεία, στις παρελάσεις, παντού. Ο πόλεμος του ανθρώπου για την ελευθερία του δεν είναι έπος ούτε τραγωδία. Είναι η ίδια η ζωή εν κινήσει. Κίνηση που δεν μπορεί να ελεγχθεί και να μπει σε καλούπια. Γι’ αυτό και εμείς μπήκαμε στην παρέλαση ακαλούπωτοι… Υπό την πνευματική μπαγκέτα του μεγάλου στρατάρχη της αγγλικής κωμωδίας, Τζον Γκλιζ και όσων μας έχουν διδάξει οι Μόντι Πάιθον. Με το δικό μας «silly walk» και ρυθμό. Στα μάτια των επισήμων και πολλών θεατών, είδαμε την περιέργεια, την έκπληξη αλλά και την υποτίμηση. Άλλοι μας γιούχαραν, άλλοι μας πέρασαν για «προβληματικά παιδιά». Αυτά ακριβώς είναι τα όρια του πατριωτισμού τους. Η πατρίδα των κανονικών, των προβλέψιμων, των άριστων. Εμείς ήρθαμε από άλλες πατρίδες. Τις πατρίδες των περιττών, των απρόβλεπτων, των ζωντανών. Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί ελευθερίας, λοιπόν.
Υ.Γ.
Επιλέξαμε να πάμε στο δήμο της Ν. Φιλαδέλφειας- Ν. Χαλκηδόνας σε μια γειτονιά χτισμένη από πρόσφυγες, τους κατεξοχήν περιττούς και απόβλητους της ελληνικής κοινωνίας και τότε και τώρα».