Δεν τη συμπάθησα ποτέ. Δεν ανήκω καν στον ίδιο ιδεολογικό χώρο με εκείνη. Για πολιτικούς, αλλά και επιστημονικούς λόγους, έχω πολλά να της προσάψω. Πολλές φορές με απογοητεύει. Σταματώ να ασχολούμαι μαζί της και κοιτώ αλλού. Βλέπω έναν καταιγισμό από εύκολα επιχειρήματα, ψέματα, απόκρυψη της αλήθειας, συνωμοσιολογία, με λίγα λόγια δημαγωγία ή λαϊκισμό. Κι όμως, η καγκελάριος Μέρκελ δεν ήταν ποτέ δημαγωγός. Για το λόγο αυτόν, μετά από τα γεγονότα του προηγούμενου έτους, τη θεωρώ ως την τελευταία ελπίδα της αστικής δημοκρατίας και της αλήθειας. Η ίδια το ξέρει ότι έχει επωμιστεί ένα τεράστιο προσωπικό βάρος για τις επιλογές της. Το είδε με την κρίση, το ένιωσε στο πετσί της με το προσφυγικό, γενικά η στάση της την έφερε πολλάκις απέναντι στο ίδιο της το κόμμα.
Στην Ελλάδα θα μείνει για πάντα αντιπαθέστατη. Ακόμα και η στήριξή της στη χώρα μας στο ζήτημα του προσφυγικού ερμηνεύεται ως «ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τους μετανάστες ως φτηνά εργατικά χέρια για τη βιομηχανία της Γερμανίας». Ήταν αυτή η πρόθεσή της; Μου φαίνεται δύσκολο, ότι προσβάλλει τον πυρήνα της γερμανικής πολιτικής ψήφου, τη μεσαία τάξη της.
Κι αν αυτό δεν πείθει, αν η ίδια ακολουθούσε την πολιτική που προωθούν παραδοσιακά τα λαϊκά κόμματα, όπως το CDU/CSU, θα κοιμόταν τα βράδια ήσυχη, όταν χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία (ιδίως η πρώτη) θα έπνιγαν πρόσφυγες και μετανάστες για να μην πνιγούν οι ίδιες. Γιατί αυτό θα γινόταν, είναι σίγουρο. Είσαι άνθρωπος μέχρι το νερό να φτάσει στη μύτη, λένε άλλωστε.
Γιατί ξαφνικά προέκυψε τέτοια αγάπη της παγκόσμιας κοινότητας για τη Μέρκελ; Η απάντηση είναι απλή. Θεωρείται η τελευταία ελπίδα απέναντι στον λαϊκισμό, στον οποίο, από τις δυτικές χώρες, πρώτη η Ελλάδα υπέκυψε, κι ας βαφτίζει διαχρονικά τον λαϊκισμό «όψη του δεξιού φασισμού». Γιατί ο λαϊκισμός δεν έχει ιδεολογία, αλλά λογική. Αν ένας δημοκρατικός καθοδηγητής στηρίζεται στην αλήθεια προκειμένου να εξηγήσει το άγνωστο στον ψηφοφόρο, ένας δημαγωγός στηρίζεται στην έλξη του ανθρώπου από το άγνωστο, την εκμεταλλεύεται, παρουσιάζοντας μία δική του όχι καλά τεκμηριωμένη, πιστευτή όμως, οπτική γωνία. Για έναν δημαγωγό ο ψηφοφόρος είναι απλά ένας «χρήσιμος ηλίθιος».
Παρά τις δοκιμασίες που έχει υποβάλει στο γερμανικό λαό, παραμένει ακόμα η «Mutti». Με την εκλογή Τραμπ, τα φιλελεύθερα ΜΜΕ παγκοσμίως επιχειρούν διακαώς να τη χρίσουν Mutti όλου του δυτικού κόσμου. Η ερώτηση είναι, θέλει η Μέρκελ να αναλάβει αυτήν την ευθύνη; Η απάντηση είναι ένα κοφτό «όχι».
Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημα της Μέρκελ και της Γερμανίας γενικότερα. Κανένας ηγέτης της Γερμανίας, από το 1947, δεν ήθελε να αναλαμβάνει ούτε καν τις ευθύνες που αναλογούν στη χώρα του, οι ίδιοι οι πολίτες της προτιμούν να δουλεύουν σιωπηλοί. Η ευθυνοφοβία των Γερμανών έχει πάρα πολλές εκφάνσεις. Από τις πιο πρόσφατες, εντοπίζουμε στην κρίση της Ευρωζώνης, όπου στην ουσία επέβαλαν τη δική τους ατζέντα στην ΕΕ, η οποία καλείται να επωμιστεί όλες τις συνέπειες, και την οργή, από την εφαρμογή της.
Το προσφυγικό αντίθετα είναι μια εξαίρεση, ένα παράδειγμα μιας Γερμανίας που ανέλαβε περισσότερες ευθύνες. Είναι όμως πρόθυμη η καγκελάριος να δεχτεί τον ρόλο του προστάτη της ορθολογικής δημοκρατίας; Χλωμό. Ομως γίνεται παγκόσμια αποδεκτό, ότι η στάση Μέρκελ είναι η τελευταία στο τρένο της λογικής. Μετά ακολουθεί το τούνελ.
*Ο Σταύρος Ν. Σκαρτούλης είναι δικηγόρος στην Καβάλα και μεταπτυχιακός φοιτητής Διεθνούς Δικαίου ΔΠΘ.