Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το καλοκαίρι του 2015 είναι το πιο περιπετειώδες μετά την περίοδο της μεταπολίτευσης. Τα πολιτικά δρώμενα εξελίσσονται τόσο ραγδαία που οι καλοκαιρινές μέρες έχουν μετατραπεί σε κλεψύδρα, το τέλος της οποίας σηματοδοτεί την καταστροφή της μικρής, καταπονημένης αλλά περήφανης Ελλάδας. Ζούμε έναν οικονομικό πόλεμο με μόνο σύμμαχό μας την ελπίδα για μία αξιοπρεπέστερη ζωή και την περηφάνια του Έλληνα που συνεχίζει να περιμένει αγωνιωδώς μία καλύτερη τροπή στο πολιτικό προσκήνιο.
Ίσως δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι το θέμα έχει πάψει εδώ και καιρό να είναι οικονομικό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στα πρόθυρα της ολικής εξαφάνισης και η άναρχη, μικρή επανάσταση της Ελλάδας θα μπορούσε να γίνει η θρυαλλίδα που θα οδηγούσε ταχύτατα σε αυτό το αποτέλεσμα. Ως θεσμός έχει πάψει να ανταποκρίνεται στις καταστατικές της αρχές για ισότιμη ανάπτυξη και αξιοπρεπή διαβίωση των Ευρωπαίων πολιτών, ενώ η ρήξη με την Ελλάδα θα ταυτιζόταν με ανικανότητα διαχείρισης των χωρών που έχει στην αγκαλιά της. Με λίγα λόγια, όλεθρος. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο αντέδρασε τόσο εκδικητικά και ανελέητα στην υπογραφόμενη συμφωνία, αφού μία διαφορετική αντιμετώπιση δεν θα λειτουργούσε παραδειγματικά για τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά παιδιά της.
Πρέπει να παραδεχτούμε, όμως, ότι ήταν αντικειμενικώς σχεδόν αδύνατο να βγούμε νικητές από αυτή τη σκληρή οικονομική μάχη. Η κυβερνητική πολιτική απέδειξε ότι δεν είχε ένα συγκροτημένο πρόγραμμα και σχέδιο δράσης, έτσι ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί όλα τα πιθανά σενάρια, όπως αυτό του Grexit. Έτσι, αφού χρησιμοποίησε διάφορα μέσα εκβιασμού, όπως το 62% του δημοψηφίσματος, την εσωτερική συμφωνία που έκτακτα προέκυψε από το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, και δήθεν εκβιασμούς για συνεργασία με τους Ρώσους, έχασε πανηγυρικά και ολοκληρωτικά.
Το παράδοξο της ιστορίας, όμως, βρίσκεται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση που μιλούσε για αξιοπρέπεια, πούλησε η ίδια την εθνική και κομματική της αξιοπρέπεια γιατί έφασκε και αντέφασκε. Απέδειξε έμπρακτα ότι υποχώρησε μόνο και μόνο γιατί ήταν αδύνατο να εφαρμοστούν οι πολιτικές που υποσχόταν. Τι πιο υποτιμητικό για ένα πολιτικό κόμμα, όταν δείχνει ότι πουλάει μόνο ιδέες; Εφάρμοσε τακτικές που ήταν πασιφανώς αντίθετες στις ριζοσπαστικές ιδέες της αριστεράς και στις αξεπέραστες αρχές της δημοκρατίας, αποδεικνύοντας τις προ εκλογών φήμες για ενσωμάτωση του παλαιού μνημονιακού κατεστημένου -βλ.ΠΑΣΟΚ και ΝΔ- στην πολλά υποσχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η στάση της κυβέρνησης στις πιέσεις των εταίρων ήταν άστοχη και άναρχη. Το δημοψήφισμα που οργάνωσε θα οδηγούσε όντως στον ενδεχόμενο σκοπό μόνο αν το ΣΥΡΙΖΑ σεβόταν την απόφαση του λαού, διατηρούσε τη ρήξη με το κεφάλαιο μέχρι τέλους (παρόλο που κάτι τέτοιο αντίκειται στην αρχή της συνέχειας του κράτους, με τη στάση που κράτησε έδειξε ότι ήταν διατεθειμένο να το κάνει), μαχόταν για τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων και ισοστάθμιζε τα μέτρα με βάση τις οικονομικές δυνατότητες κάθε κοινωνικού στρώματος. Με αυτόν τον τρόπο,θα εξασφάλιζε τη διατήρηση σταθερής κομματικής γραμμής και μόνο για αυτό του το πολιτικό θάρρος θα ήταν υπεύθυνος. Εξάλλου, σε μια διαπραγμάτευση είναι εξαιρετικά πολιτικά ανορθολογικό αυτός που είναι σε μειονεκτική θέση να απαιτεί να παραμερίσουν οι υπόλοιπες χώρες τα συμφέροντά τους και να αποδεχτούν μία πιο ευνοϊκή μεταχείριση με κυρίαρχο επιχείρημα την καταδικαστική απόφαση του λαού του.
Δεν ξέρω αν η Ελλάδα σε πέντε χρόνια από τώρα θα έχει ανεξαρτητοποιηθεί εθνικά και οικονομικά, αν θα μπορεί να θρέφει τα παιδιά της παρέχοντάς τους θέσεις εργασίας, αν θα έχει ξεφύγει από τον ιστό της διαφθοράς και της πολιτικής δειλίας. Το μόνο που ξέρω είναι ότι την «επόμενη μέρα» ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποδείξει με πολύ κόπο ότι υπηρετεί τη διαχρονική, αριστερή ιδεολογία ή να αναγκαστεί να αποβάλλει την αριστερή ετικέτα. Ειδάλλως, θα μπορούμε να μιλάμε και επίσημα για βύθισμα του ΣΥΡΙΖΑ στο βαθύ βούρκο των αποτυχημένων.
*Η Βαΐα Παπαθανασίου, 19 ετών, είναι φοιτήτρια Νομικής