Ο πάπας Φραγκίσκος της καθολικής εκκλησίας και ο προκαθήμενος της Αγγλικανικής, είχαν πρόσφατα μια συνάντηση σε πολύ φιλικό κλίμα. Tο Βατικανό έδωσε στη δημοσιότητα ένα μικρό βίντεο όπου ο Πάπας γελάει με την ψυχή του στο ανέκδοτο που του λέει ο αρχιεπίσκοπος του Καντένμπουρι, Τζάστιν Γουέλμπι: «Ξέρεις ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενός ιερέα και ενός τρομοκράτη; Με τον τρομοκράτη μπορείς να διαπραγματευτείς…».
Εκπλήσσει θετικά ένα τέτοιο επίπεδο αυτοσαρκασμού από δύο εκπροσώπους δογμάτων, προπάντων αν συγκρίνεις τη στάση τους με αυτά που εξελίσσονται λίγα χιλιόμετρα πιο ανατολικά, στη δική μας χώρα, για το θέμα της διδασκαλίας των θρησκευτικών και του διαχωρισμού κράτους – εκκλησίας γενικότερα.
Είναι γνωστή η αντιπαράθεση Φίλη και εκκλησίας, με ιστορικίστικα / ιδεολογικά επιχειρήματα, διεκδικούν αντιπροσώπευση / χειραγώγηση του συνόλου του λαού / πιστών, ενώ στην ουσία είναι θέμα διάκρισης ρόλων. Μεταφέρω αποσπασματικά δύο φράσεις από δήλωση του Αρχιεπισκόπου: «Τα κόμματα της Αριστεράς με τη γνωστή φιλοσοφικο-κοινωνική βιοκοσμοθεωρία του κομμουνιστικού κοσμοειδώλου […] μιλούν για χωρισμό εκκλησίας και κράτους επικαλούμενοι δήθεν προοδευτικά συνθήματα. Οι αντιλήψεις, όμως, περί χωρισμού είναι του περασμένου αιώνα που γεννήθηκαν κάτω από μισαλλόδοξο αντιθρησκευτικό και αντικληρικαλιστικό λαϊκιστικό πνεύμα…».
Φαντάζομαι πως το μισαλλόδοξο πνεύμα στο οποίο αναφέρεται ο Αρχιεπίσκοπος ήταν αυτό της Γαλλικής Επανάστασης και των ιδεών του διαφωτισμού, πνεύμα που ποτέ σαν χώρα δεν καταφέραμε να οικειοποιηθούμε σε βάθος. Το γεγονός αυτό δεν καθιστά τις ιδέες αυτές αναχρονιστικές, αντίθετα, δείχνει με πόση καθυστέρηση καλούμαστε σαν κοινωνία να αναμετρηθούμε με τις κατακτήσεις του δυτικού πολιτισμού, ενός πολιτισμού, που με περίσσια και δικαιολογημένη αυταρέσκεια καυχιόμαστε ότι υπήρξαμε πρωτοπόροι σε πολύ παλιότερες εποχές.
Φυσικά, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι και σε εκείνες τις πρωτοποριακές, για την ελευθερία του πνεύματος εποχές, ο Σωκράτης, καταδικάστηκε σε θάνατο με κατηγορία «την ασέβειά του προς τους θεούς». Για πολλούς αιώνες αργότερα η εξουσία εκφραζόταν από τη στενή σχέση θρόνος – βωμός (κράτος – εκκλησία). Η γοητεία της απόλυτης αλήθειας υπήρξε ακαταμάχητη για τον λαό και λειτούργησε ενωτικά για τη στενή έννοια του έθνους, ακόμα και σε εποχές μεταγενέστερες της αρχής του φυσικού δικαιώματος της ελευθερίας της συνείδησης του Τζον Λοκ, του διαφωτισμού και της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Επικράτησε ένα είδος κρατικού προσηλυτισμού με αποτέλεσμα αν γεννιέσαι Έλληνας να βαπτίζεσαι Ορθόδοξος Χριστιανός, αν είσαι Ιταλός, Καθολικός, κ.ο.κ. Και αυτό βέβαια να θεωρείται κεκτημένο δικαίωμα (πελατεία) της κάθε εκκλησίας και καθόλου να μην προβληματίζει για την αυθεντικότητα της πίστης και την ελευθερία συνείδησης του κάθε πολίτη.
Θα ήταν λάθος όμως να συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα με ιδεολογικά κριτήρια τα οποία αναπόφευκτα οδηγούν στο αδιέξοδο μιας δογματικής αντιπαράθεσης. Στη σημερινή εποχή όπου οι πληθυσμοί και οι πολιτισμοί έχουν de facto συναντηθεί σε όλη τη γεωγραφία των εθνών, αλλοιώνοντας κατά πολύ την παλιά έννοια του έθνους, η αναγκαιότητα διαχωρισμού κράτους και εκκλησίας γίνεται καθαρά θέμα αναγνώρισης αυτής της νέας πραγματικότητας.
Το όλο θέμα θα κριθεί σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, όπως έγινε κατά καιρούς στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και πολύ πιθανόν να χρειαστεί πολύς χρόνος ακόμα για να τολμήσουμε την πολυεδρικότητα ενός σύγχρονου κράτους. Εκτός αν γίνει ένα θαύμα: αν μια ικανή πλειοψηφία φωτισμένων πιστών αντιληφθεί ότι η πίστη στον θεό είναι ένα καθαρά πνευματικό/υπαρξιακό ζήτημα και δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτό να σχετίζεται με τις εγκόσμιες λειτουργείες του κράτους.
Άλλο πολιτική, οικονομία, επιστημονική παιδεία, υγεία και άλλο θρησκεία ή γενική κουλτούρα που ο καθένας μπορεί και πρέπει να επιλέγει με ελεύθερη συνείδηση χωρίς υποβολείς, προστάτες και χορηγούς.