Τελικά το ρητό ότι η φύση απεχθάνεται τα κενά μπορεί να βρει και εφαρμογή στις διεθνείς σχέσεις. Αν κάτι μας μπορεί να μας διδάξει η εισβολή της Τουρκίας στην Συρία, πέρα από την εφαρμογή πολιτικών και δράσεων από την Αγκυρα που είχαν μπει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας και της διαχείρισης κρίσεων εδώ και δεκαετίες από την γειτονική μας χώρα, είναι ότι οι ΗΠΑ παρέδωσαν επισήμως τα κλειδιά της διαχείρισης των ζητημάτων που αναφύονται στην Μέση Ανατολή στη Ρωσία.
Η αποχώρηση των ΗΠΑ από την συγκεκριμένη περιοχή δεν αποτελεί καπρίτσιο του Τραμπ ή στρατηγική που βρήκε την εφαρμογή της με την εκλογή του αμερικάνου προέδρου, άλλα είχε ξεκινήσει ήδη από την εποχή Ομπάμα στον Λευκό Οίκο. Ενδεικτικά αξίζει να θυμηθούμε, κυρίως για να μην βρισκόμαστε συνεχώς προς εκπλήξεως για γεγονότα που ούτε έκτακτα είναι, ούτε καινοφανή, την απουσία των ΗΠΑ από την περιοχή την περίοδο που οι κοινωνίες της αραβικής χερσονήσου απαιτούσαν κοινωνική και πολιτική αλλαγή όπως και την περίοδο που ανέκυψε αρχικά το Συριακό και γεννήθηκε και το Ισλαμικό Κράτος.
Το γιατί ο τότε αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα επέτρεψε σε μια «περιφερειακής κλίμακας δύναμη» όπως χαρακτήριζε σαρκαστικά την Ρωσία να εισέλθει σε μια περιοχή που ήλεγχε η ΗΠΑ για δεκαετίες και έστρωσε το χαλί στον αμοραλιστή και απολιτικό διάδοχο του να εφαρμόσει με περισσή ευκολία μια τακτική απομονωτισμού που θέτει την μεγαλύτερη υπερδύναμη της σύγχρονης ιστορίας σε ρόλο κομπάρσου αλλά και αναξιόπιστου συνομιλητή για μια περιοχή νευραλγικής σημασίας για την γεωπολιτική σταθερότητα.
Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει η Ρωσία που πλέον έχει καταστεί ο βασικός γεωπολιτικός παράγοντας στην ευρύτερη περιοχή που απολαμβάνει εκτός από επιρροή και σεβασμό από όλους τους βασικούς παίκτες της περιοχής ως ένα επιτυχημένος διεκπεραιωτής επίλυσης κρίσεων και γόρδιων δεσμών που μαστίζουν την περιοχή εδώ και χρόνια. Η ανάγκη για αξιοπιστία, δυναμισμό στην επίλυση συγκρούσεων και κυρίως αποφυγής πολεμικών συρράξεων είμαι αμφίβολο αν μπορούν να επιτευχθούν από μια δύναμη όπως η Ρωσία που διαχρονικά επένδυε στην στρατιωτική της πυγμή και στο εμπόριο στρατιωτικού εξοπλισμού για να επεκτείνει τις σφαίρες επιρροής της που ξεκινούν από το πρώην ανατολικό μπλοκ επεκτείνονται στην Μέση Ανατολή και προσπαθούν να καταλήξουν στην Αφρική, όπως έδειξε και η τελευταία συνάντηση του ρώσου προέδρου Πούτιν με ηγέτες αφρικανικών χωρών στο Σότσι.
Για αυτούς τους λόγους η επάνοδος των Ρώσων στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι, απόρροια της ηθελημένης απουσίας της Ουάσιγκτον από την περιοχή, μπορεί να απέδωσε καρπούς δημιουργώντας την ψευδαίσθηση της επίλυσης μιας κρίσης που κόστιζε σε αθώες ζωές αλλά δεν επιλύει τα διαχρονικά προβλήματα που μαστίζουν την περιοχή της Μέσης Ανατολής και έχουν ιστορικές και πολιτισμικές ρίζες που φτάνουν στα βάθη των αιώνων, με κυριότερο το κουρδικό ζήτημα που αποτελεί και ηθικό στίγμα στο σώμα της Δύσης που εργαλειοποιεί τους Κούρδους προς ίδιον όφελος μέχρι να τους πετάξει στην αρένα όταν πλέον δεν τους είναι χρήσιμοι.
Τη μοίρα των Κούρδων, ως αντικείμενα προς διαπραγμάτευση ανάμεσα σε αντιμαχόμενες πλευρές, ενδέχεται να έχουν και άλλες χώρες της περιοχής όπως ο Λίβανος που αποτελεί διαχρονικά χωνευτήρι πολιτισμών, θρησκειών και κοινωνικών τάξεων που δυνάμεις της ευρύτερης περιοχής εξασκούνται πάνω του ως πεδίο βολής. Αυτή η αγωνία και αυτή η πραγματικότητα οδήγησε και χιλιάδες κόσμου να διαδηλώσει στην Βηρυτό τις τελευταίες ημέρες