Αναχωρώντας από το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος | Menelaos Myrillas / SOOC
Αναγνώστες

«Μένω ή φεύγω;» και «Soft Skills»

Είμαστε, με διαφορά, η πιο τυπικά μορφωμένη γενιά που γέννησε το νέο ελληνικό κράτος. Οι θάλασσες που μας περιμένουν υπάρχουν...
Tο δικό σας Protagon

«Να μείνω ή να φύγω;», «τώρα ή αργότερα;». Ένα ερώτημα που ταλανίζει πολλούς συνομηλίκους μου, ανθρώπους κάτω των 30, που έχουν ολοκληρώσει τις βασικές πανεπιστημιακές τους σπουδές ή έχουν κάνει ήδη και ένα παραπάνω βήμα, αποκτώντας μεταπτυχιακό δίπλωμα. Οι πιο απογοητευμένοι λένε: «Πτυχία χωρίς αντίκρυσμα». Και είναι εν πολλοίς έτσι. Το θέμα του περιβόητου brain drain στριφογύριζε στο μυαλό όλων μας ήδη πολύ πριν «ντυθεί» με τον συγκεκριμένο σέξυ όρο.

Ο υποφαινόμενος αποφάσισε, σε πρώτη φάση, να μείνει και να κάνει κάτι αρκετά «επαναστατικό»: Διδακτορικές σπουδές στην Ελλάδα. Σημειώνεται ότι το «επαναστατικόν» του πράγματος έγκειται στην ύπαρξη ενός εξαιρετικά καυτού κοκτέιλ παραγόντων που κάνουν ακόμη πιο προκλητικό το εγχείρημα: Έλλειψη βασικής χρηματοδότησης της έρευνας, έλλειψη πολιτικών διασυνδέσεων (ναι, παραμένει αρνητικό στη σημερινή Ελλάδα) και η γνωστή νεανική αβεβαιότητα για το μετά. Προφανώς ο γράφων δεν είναι ο μόνος που αντιμετωπίζει τα συγκεκριμένα ζητήματα. Γνωρίζω από πρώτο χέρι περιπτώσεις ανθρώπων που με μόνα όπλα το πάθος για το αντικείμενο της έρευνάς τους και την υποστήριξη 2-3 αληθινά δικών τους ανθρώπων (όχι μόνο ή απαραίτητα γονέων) κατόρθωσαν να κατακτήσουν το υψηλότερο επιστημονικό επίπεδο που αναγνωρίζει η εποχή μας. Γιατί, ποιος ξέρει; Ίσως σε 50 χρόνια ο διδάκτορας ελληνικού πανεπιστημίου να θεωρείται ό,τι θεωρείται σε όρους εγγραμματισμού ο σημερινός πτυχιούχος: Απόφοιτος Λυκείου με πάπυρο.

Πριν από πολλούς μήνες έπεσε το μάτι μου σε μια πολύ διαυγή ανάλυση του οικονομολόγου Αρίστου Δοξιάδη στο Facebook σχετικά με το brain drain. Η ανάρτησή του ξεκινούσε από ερώτηση που του είχαν απευθύνει φοιτητές του σχετικά με το να μείνουν ή να φύγουν από τη χώρα. Η απάντησή του σε γενικές γραμμές ήταν: «Ούτε να φύγεις, ούτε να μείνεις. Κάποιοι θα φύγουν και κάποιοι πρέπει να μείνουν» και στη συνέχεια της ανάλυσής του εκείνο που περισσότερο υπογράμμιζε ήταν η ανάγκη ενίσχυσης των ατομικών δεξιοτήτων, προσόντων και δυνατοτήτων εξέλιξης. Των γνωστών soft skills. Ο ίδιος είχε ήδη από το 2010 διατυπώσει σε ανοικτή ομιλία του τη σκέψη ότι για να βγούμε από την κρίση έπρεπε «μισό εκατομμύριο άνθρωποι να αλλάξουν δουλειά». Φυσικά, αυτό δεν έγινε ή άρχισε να γίνεται με αργούς ρυθμούς και όρους εργασίας συχνά μη συμφέροντες. Κάποια trolls έσπευσαν να πουν ότι «θέλει να μας κάνει όλους καφετζήδες» και άλλα τέτοια δροσερά.

Στην πραγματικότητα, διαβάζοντας πίσω από τις γραμμές, δυο λέξεις κρύβονται στα συμφραζόμενα. Αυτές που κάνουν όλο τον κόσμο να κινείται σήμερα: Soft skills. Ελληνιστί, σε ελεύθερη μετάφραση, ατομικές δεξιότητες. Δυνατότητα πλασαρίσματος στην αγορά εργασίας, αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που ένας άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει και που φυσικά κανένα πτυχίο δεν είναι ικανό να αποτυπώσει. Συγγραφή, μουσική, επικοινωνία με πηγαία ευγένεια, καλλιτεχνικές ανησυχίες, ανάπτυξη δυνατότητας ενασχόλησης με περισσότερα του ενός αντικείμενα σε μια δεδομένη περίοδο, προσπάθεια επίλυσης μικρών προβλημάτων (αργότερα θα έρθουν και τα μεγάλα).

Το δίλημμα «μένω ή φεύγω» για όσους δεν σκέπτονται τι ουσιαστικά θα πάνε να κάνουν στο εξωτερικό – και είναι πολλοί – είναι ουσιαστικά ψευτοδίλημμα. Διότι, ναι η χώρα αυτή είναι χάλια, είναι ανοργάνωτη, επιβραβεύει σταθερά τους μέτριους – ενίοτε τους εκλέγει και πρωθυπουργούς. Αλλά είναι η αφετηρία μας, έστω κι αν αυτό συνέβη ως αποτέλεσμα παραγόντων βιολογικής τυχαιότητας.

Είμαστε, με διαφορά, η πιο τυπικά μορφωμένη γενιά που γέννησε το νέο ελληνικό κράτος. Οι θάλασσες που μας περιμένουν υπάρχουν. Αρκεί να αντιληφθούμε ότι μπορούμε να μπούμε σε πολλά διαφορετικά πλοία. Όσο υπάρχει καιρός.

* Ο Γιώργος Θεοδωρίδης είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο