Μετά από την αρχική ανακοίνωση της διεξαγωγής δημοψηφίσματος, υπήρξε αναμονή, επιβεβαίωση, διάψευση, δηλώσεις επί δηλώσεων και τελικά δημοψήφισμα.
Τις πρώτες ημέρες δεν το πίστεψα. Τόσο από νομική άποψη όσο και για καθαρά πρακτικούς λόγους θεωρούσα τη λύση του δημοψηφίσματος ως μη λύση. Ακόμη και το ίδιο το ερώτημα δεν με κάλυπτε/καλύπτει. Καταρχήν, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων είναι ζήτημα αν γνωρίζει επακριβώς έστω και ένα σημείο του σχεδίου συμφωνίας την οποία πρόκειται να υπέρ/καταψηφίσουν.
Δεύτερον, ούτε από την κυβέρνηση ούτε από πουθενά αλλού δεν έχει γίνει γνωστό σε τακτικό επίπεδο τι θα ακολουθήσει αν υπερισχύσει το «ΟΧΙ». Φανταστείτε ο λαός να πει ΟΧΙ στη συγκεκριμένη συμφωνία και να έρθει μια τυπικά αλλαγμένη αλλά ουσιαστικά ίδια συμφωνία. Αυτή θα ισχύσει; Υπάρχουν και άλλα μελανά σημεία που έχουν τονιστεί πολλάκις αυτές τις ημέρες, οπότε ας μην επεκταθούμε.
Συνεπώς, αρχικά ήμουν ενάντια στην ιδέα του δημοψηφίσματος. Συν τοις άλλοις, θεωρούσα πως η κυβέρνηση τοιουτοτρόπως μετέφερε λανθασμένα το βάρος αποκλειστικά στις πλάτες της Ελλάδας, απαλλάσσοντας τους εταίρους για ό,τι επακολουθούσε (μεγάλη ηθικοπολιτική ανακούφιση για εκείνους).
Αργότερα, ωστόσο, αναθεώρησα. Σε πολιτικό-τακτικό τουλάχιστον επίπεδο το δημοψήφισμα έμοιαζε πλέον αναπόφευκτο. Πιο συγκεκριμένα, σε επίπεδο κυβέρνησης, ο Τσίπρας με το δημοψήφισμα κάνει πράξη την κύρια προεκλογική του δέσμευση, την αναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Βάζει τον λαό να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την αναδιαπραγμάτευση.
Εκτός αυτού, είθισται στον χώρο της πολιτικής επιστήμης και της στρατηγικής να λέμε πως όποιος εξαπολύει πολλές απειλές-μπλόφες, κάποια στιγμή καλό είναι να πραγματοποιήσει μια από αυτές ακόμη κι αν δεν σκόπευε, ειδάλλως κινδυνεύει να καταστεί τελείως ανίσχυρος διαπραγματευτικά. Έτσι και ο Τσίπρας. Ακόμη κι αν αρχικά έριξε την ιδέα του δημοψηφίσματος μόνο ως μπλόφα ευελπιστώντας σε ηπιότερη στάση των εταίρων, όπως ήρθαν τα πράγματα, ήταν αναγκασμένος να την διεξάγει. Σε διαφορετική περίπτωση διαπραγματευτικά θα ήταν καμένο χαρτί.
Φτάσαμε λοιπόν μια ανάσα πριν την κρίσιμη στιγμή. Έστω και με αυτή την πρωτόγονη μέθοδο δημοκρατίας που ονομάζεται δημοψήφισμα, προσπαθούμε να διατηρήσουμε μια υποτυπώδη δημοκρατικότητα. Σε μια περίοδο που έχουμε χάσει πολλά προσπαθούμε να διατηρήσουμε έστω τα στοιχειώδη. Αυτό είναι θετικό. Υπάρχει ωστόσο κάτι ακόμη σημαντικότερο: να μην διχαστούμε, να μην πολωθεί περαιτέρω η ελληνική κοινωνία.
Υπάρχουν τρεις επιλογές την Κυριακή. Η πρώτη είναι ξεκάθαρη, OXI. Η δεύτερη είναι το ΝΑΙ. Η τρίτη επιλογή είναι η ΑΠΟΧΗ. Ουσιαστικά αν κανείς από όσους προτίθενται να ψηφίσουν ΝΑΙ δεν προσέλθει στην κάλπη, τότε αυτόματα το δημοψήφισμα θα καταστεί μη έγκυρο, επιλογή που ουσιαστικά είναι ίδια με το ΝΑΙ. Ελάχιστα όμως πρέπει να μας ενδιαφέρει τι θα ψηφίσει ο καθένας. Είναι δεδομένο πως ο κάθε ψηφοφόρος θα επιλέξει βάσει συνείδησης, συμφέροντος και πεποίθησης πως πράττει το σωστό, το καλύτερο και πιο ωφέλιμο για το μέλλον της χώρας. Για μερικούς η λύση είναι το ΟΧΙ άλλο, το φτάνει πια! Για άλλους το ΝΑΙ στην Ευρώπη φαντάζει σημαντικό για το μέλλον. Προσωπικά στο ερώτημα αν θα μείνουμε Ευρώπη ή όχι, θα απαντούσα «να μείνουμε ενωμένοι» και να αντιμετωπίσουμε ώριμα και ψύχραιμα αυτό που η πλειοψηφία εν τέλει θα επιλέξει. Κι αυτό ίσως αποδειχτεί χρησιμότερο από οποιοδήποτε ΝΑΙ ή ΟΧΙ.
Καλή φώτιση εύχομαι στον καθένα.