Κι όμως όλα πάνε σκατά. Και να μην πηγαίνουν όλα σκατά, τι σημασία έχει όταν αισθάνεσαι σκατένια; Στο κάτω κάτω το μόνο που μετράει είναι τι γίνεται στο μυαλό και την καρδιά και αυτή τη στιγμή στο μυαλό και στη καρδιά μου όλα έχουν χρώμα σκατί. Βαθύ καφέ σκατί. Τι νόημα έχει να έχεις θετική ενέργεια, να χαμογελάς και να αισιοδοξείς; Μερικές φορές θες απλά να βυθιστείς στη θλίψη σου. Να αισθανθείς ηρωίδα δραματικής ταινίας, όσο γελοίο κι αν ακούγεται αυτό. Θες να γυρνάνε όλα γύρω από σένα και το χάλι σου. Έλα που όμως δεν γυρνάνε όλα γύρω από σένα. Ο κόσμος συνεχίζει να γυρίζει όσο κι αν θέλω αυτή τη στιγμή να σταματήσουν όλα.
Δεν μου φταίει κανείς, μόνο ο εαυτός μου. Ο εαυτός μου που νόμιζα ότι είναι τόσο σπουδαίος και ξεχωριστός. Δεν είναι όμως ή τουλάχιστον δεν τον άφησα να είναι. Τι και αν ήξερα στα 11 ποια είναι η οικονομική κατάσταση της Αργεντινής και γιατί βγαίνουν με τις κατσαρόλες στο Μπουένος Άιρες; Τι κι αν διάβασα Κούντερα και Μαρκές και τους κατάλαβα κιόλας; Πάλι κατέληξα ταμίας, να εξυπηρετώ γέρους και να πατάω τα ίδια πλήκτρα κάθε μέρα. Εγώ που ήθελα να δω τον κόσμο, να μιλάω 10 γλώσσες και να πάρω Πούλιτζερ. Δεν είναι καλό τελικά τα δεκάχρονα να έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Γιατί μπορεί να καταλήξουν και αυτά ταμίες και να κόβουν δόσεις σε συνταξιούχους. Ξέρω ένα δεκάχρονο που είχε αυτήν την κατάληξη. Είναι το ίδιο δεκάχρονο που γράφει τώρα αυτές τις γραμμές. Εγώ.
Δεν ξέρω από που μου είχε έρθει η ιδέα πως θα καταφέρω να γίνω μεγάλη και τρανή, την είχα όμως. Ακόμα την έχω. Σκέφτομαι πως όταν μεγαλώσω θα γίνω διάσημη σε κάτι και θα βγάζω πολλά χρήματα. Βέβαια, μεγάλωσα και δεν έχω καν αρχίσει. Λογικά όπου να ‘ναι θα μου χτυπήσει το καμπανάκι. Το περιμένω με ανυπομονησία, για να μπορέσω επιτέλους να αποδεχτώ τη μετριότητά μου και να πέσω και επίσημα με τα μούτρα στο φαγητό.
Θα ρωτήσει κάποιος που με ξέρει πώς μου προέκυψε όλη αυτή η μαυρίλα, αφού εγώ δεν είμαι έτσι. Ε, αυτή τη στιγμή είμαι. Οι φίλοι μου θα πάνε τριήμερο και εγώ θα κάτσω σαν τη μαγκούφα σπίτι μου. Είκοσι έξι χρονών γαϊδάρα, να δουλεύω και να μην έχω 50 ευρώ να πάω ένα τριήμερο, στο οποίο θα περάσω εγγυημένα καλά. Βέβαια, θα γυρίσουν όλοι να πουν πως δεν πειράζει, επενδύεις τα λεφτά σου στο όνειρό σου. Αξίζει να θυσιάσεις ένα τριήμερο. Τί να κάνω όμως που εγώ νομίζω ότι δεν αξίζει και τόσο και δεν ξέρω και τελικά αν είναι το όνειρό μου;
Πριν δέκα χρόνια ήμουν σίγουρη για το πώς θα ήταν το μέλλον μου. Ε, τώρα που το μέλλον έγινε παρόν δεν έχει καμία μα καμία σχέση με αυτό που θεωρούσα τόσο βέβαιο. Για όλο αυτό το χάλι βέβαια φταίω εγώ, μόνο εγώ που είμαι τεμπέλα και φυγόπονη. Όσο ήμουν μικρή το γεγονός ότι ήμουν έξυπνη με ξελάσπωνε από πολλά. Δεν διάβαζα σχεδόν ποτέ για το σχολείο αλλά τα έπιανα γρήγορα. Δεν πατούσα ποτέ το πόδι μου στα γαλλικά αλλά είχα έφεση στις ξένες γλώσσες. Δεν έγραψα καλά στις Πανελλήνιες αλλά στάθηκα τυχερή και πέρασα σχεδόν εκεί που ήθελα. Στον πραγματικό κόσμο όμως, δεν μετράει να είσαι απλά έξυπνος, πρέπει και να χρησιμοποιείς το μυαλό σου και κυρίως να δουλεύεις σκληρά. Εκεί έξω υπάρχουν και άλλοι έξυπνοι, ίσως πιο έξυπνοι από σένα όσο και αν αρνείσαι να το παραδεχτείς.
Το χειρότερο όλων είναι ότι παρότι συνειδητοποιώ την κατάσταση αυτή, τώρα που είμαι ευάλωτη και παραδέχομαι πως είμαι κι εγώ μια από τον σωρό, αύριο που θα ξυπνήσω και θα ξεχαστώ θα συνεχίσω να κάνω μεγαλεπήβολα αλλά άμορφα όνειρα και θα έχω την ίδια σιγουριά που είχα στα δεκάξι. Οτι θα τα πραγματοποιήσω και ας μην κουνήσω ποτέ ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι.
Θα μεγαλώσω κι άλλο και θα συνεχίσω να είμαι μια τεμπέλα με προγούλι που νομίζει ότι είναι καλύτερη απ’ όλους τους άλλους.
*Η Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι σπουδάζει δημοσιογραφία και εργάζεται ως ταμίας σε κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών.