Από την αρχή της ανακήρυξης της πανδημίας του SARS-CoV-2 και της ασθένειας Covid-19 που προκαλεί, όλοι έχουμε μάθει πως το να κρατάμε τις κοινωνικές αποστάσεις είναι το καλύτερο και απλούστερο που μπορούμε να κάνουμε – υπό αυτές τις συνθήκες – για να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού.
Ενώ ο πλανήτης παλεύει να νικήσει την έξαρση που εμφανίζει ο κορονοϊός παγκοσμίως, η φράση «κοινωνική αποστασιοποίηση» κατάφερε να γίνει «καραμέλα» στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Πολλές φορές έχουμε δει, ειδικότερα στις αρχές, ανθρώπους να πραγματοποιούν «μάχες σώμα με σώμα» για να καταφέρουν να αρπάξουν ό,τι προμήθειες φαγητού μπορούν στα σουπερμάρκετ – μη γνωρίζοντας πόσο θα διαρκέσει η καραντίνα – και επιπλέον έτρεχαν με το παραμικρό σύμπτωμα στο νοσοκομείο, φοβούμενοι μήπως ο κορονοϊός είναι ο υπαίτιος αυτών των συμπτωμάτων. Δυστυχώς, τέτοιες εικόνες και αντίστοιχα οι πράξεις που απεικονίζουν δεν έχουν κανένα όφελος στην κοινότητα. Ουδόλως, παρά μόνο περισσότερα προβλήματα μπορούν – ευλόγως – να ανακύψουν με αυτόν τον τρόπο συμπεριφοράς. Συνειδητά, η αύξηση του φυσικού χώρου ανάμεσα στους ανθρώπους αποτελεί ίσως την καλύτερη οδό ώστε ο κοινός λαός να βοηθήσει στην «επιπέδωση της καμπύλης», και έτσι να επιτευχθεί η μείωση διασποράς του ιού.
Έχουμε δει να δημοσιεύονται πληθώρα άρθρων που αναφέρονται σε προηγούμενες ιστορικές πανδημίες τους τελευταίους μήνες, από τότε που η Covid-19 έφερε τα πάνω-κάτω στις ζωές των ανθρώπων της παγκόσμιας κοινότητας. Οι ενδιαφέρουσες ιστορικές αναδρομές προηγούμενων αιώνων και εποχών μας δίνουν πληροφορίες για το πώς αντιμετωπίζονταν τέτοιες – απρόβλεπτες για την εποχή – «θεομηνίες».
Πέραν της κοινωνικής αποστασιοποίησης, ως μία εκ των στρατηγικών απομόνωσης, έχουν υπάρξει και άλλες πρακτικές που συνείσφεραν με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο στην υγειονομική αυτοπροστασία.
Η μόδα ίσως να μην αποτελεί ένα από τα πρώτα πράγματα που μπορούν να έρθουν στο μυαλό όταν σκεφτόμαστε περί στρατηγικών απομόνωσης. Όμως η ιστορικός Εϊνάβ Ραμπίνοβιτς-Φόξ του Πανεπιστημίου Case Western Reserve των ΗΠΑ, όντας η ίδια γνώστης της πολιτικής και πολιτισμικής σημειολογίας του ρουχισμού, αναγνωρίζει πως η μόδα μπορεί να έχει κεντρικό ρόλο στο πλαίσιο της κοινωνικής αποστασιοποίησης. Ο χώρος που δημιουργείται λόγω της ενδεδειγμένης για την χρονική περίοδο ενδυμασίας βοηθάει είτε να λυθεί μία υγειονομική κρίση είτε να κρατήσει μακριά τους ενοχλητικούς μνηστήρες.
Τα ρούχα, αιώνες τώρα κατάφεραν να υπηρετήσουν τον σκοπό τους, ο οποίος δεν ήταν άλλος πέραν του περιορισμού της στενής επαφής και της αχρείαστης έκθεσης του σώματος προς κοινή θέα. Για παράδειγμα, στην τρέχουσα κρίση, οι μάσκες προσώπου έχουν καταντήσει να είναι αξεσουάρ μόδας που αντανακλά –κατά μία έννοια– το μήνυμα «μείνε μακριά μου».
Η μόδα απέδειξε πως ήταν χρήσιμη κατά τη διάρκεια επιδημιών του παρελθόντος, όπως παραδείγματος χάριν στην περίοδο της βουβωνικής πανώλης, όταν εκείνη την εποχή οι γιατροί φορούσαν μυτερές μάσκες, με όψη πουλιού, που εξυπηρετούσαν την διατήρηση της απόστασης αυτών από τους άρρωστους ασθενείς. Παράλληλα, κάποιοι λεπροί είχαν υποχρεωθεί να φοράνε ρούχα που πάνω τους έφεραν ένα σχέδιο σε σχήμα καρδιάς και κουδουνάκια ή κλακέτες που προειδοποιούσαν τους άλλους για την παρουσία τους.
Ωστόσο, συνήθως, δεν χρειάζεται μία παγκόσμια πανδημία για να θέλουν οι άνθρωποι να διατηρήσουν τους άλλους σε απόσταση ίση με αυτήν των χεριών τους.
Στο παρελθόν, η διατήρηση αποστάσεων – ειδικά μεταξύ διαφορετικών φύλων, κοινωνικών τάξεων και φυλών – ήταν μια πολύ σημαντική άποψη που επικρατούσε στις κοινωνικές συναθροίσεις και στη δημόσια ζωή. Παλαιότερα η κοινωνική αποστασιοποίηση δεν είχε να κάνει με την απομόνωση η την υγεία. Είχε όμως σχέση με το καθημερινό εθιμοτυπικό και την κοινωνική τάξη του ατόμου. Έτσι η μόδα αποτέλεσε το τέλειο εργαλείο που πάνω σε αυτήν στηρίχτηκαν οι επιλογές ρουχισμού.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα το κρινολίνο της Βικτοριανής εποχής. Αυτήν η μεγάλη και ογκώδης φούστα είχε γίνει σημείο αναφοράς της μόδας εκείνης της εποχής, συγκεκριμένα στα μέσα του 19ου αιώνα, και χρησιμοποιούνταν για την δημιουργία ορίων μεταξύ των φύλων, σε χώρους κοινωνικής συνάθροισης.
Οι ρίζες αυτής της τάσης μπορούν να εντοπιστούν τον 15ο αιώνα στα ισπανικά δικαστήρια. Οι φουσκωτές και ογκώδεις φούστες έγιναν σημάδι κοινωνικής τάξης τον 18ο αιώνα. Μόνο οι αρκετά προνομιούχες που μπορούσαν να αποφύγουν τις δουλειές του σπιτιού είχαν τη δυνατότητα να τις φορέσουν, μιας και χρειαζόταν ένα σπίτι με άπλετο χώρο για να είναι άνετη η μετακίνηση από δωμάτιο σε δωμάτιο, καθώς επίσης και ένας προσωπικός υπηρέτης που θα βοηθούσε στο να φορεθεί το κρινολίνο.
Γνωστό ήταν πως όσο μεγαλύτερη ήταν η φούστα σε μέγεθος, τόσο υψηλότερο ήταν το κοινωνικό πρεστίζ αυτής που την φορούσε.
Τις δεκαετίες του 1850 και 1860, οι περισσότερες γυναίκες της μεσαίας τάξης ξεκίνησαν να φοράνε το κρινολίνο μιας και οι φούστες που έφεραν το σχήμα κλουβο-στεφάνης είχαν ξεκινήσει να παράγονται μαζικά. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, η «Κρινολινομανία» ξεσήκωσε το χώρο της μόδας.
Φυσικά, δεν έλειψαν και οι αντιδράσεις. Πολλές κριτικές έγιναν από αναμορφωτές φορεμάτων, οι οποίοι έβλεπαν το κρινολίνο ως ένα ακόμη εργαλείο για να καταπιεστεί η κινητικότητα και ελευθερία των γυναικών. Παρ’όλ’αυτά, η μεγάλη φουσκωτή φούστα ήταν ένας εκλεπτυσμένος τρόπος που κατάφερνε να διατηρήσει την κοινωνική ασφάλεια των γυναικών. Το κρινολίνο περνούσε το μήνυμα σε έναν πιθανό μνηστήρα – ή, ακόμη χειρότερα, σε ένα ξένο – πως έπρεπε να κρατάει ασφαλή απόσταση από το σώμα και το ντεκολτέ της γυναίκας.
Εντούτοις, αυτές οι φούστες πιθανώς αθέλητα βοηθούσαν στην μείωση των κινδύνων που προέκυψαν εκείνη την εποχή, μια εποχή που την χαρακτηριζόταν από εξάρσεις ευλογιάς και χολέρας.
Τα κρινολίνα, όμως, μπορούσαν να γίνουν κίνδυνος για την υγεία.
Πολλές γυναίκες πέθαναν αφότου οι φούστες τους έπιασαν φωτιά και κάηκαν μέχρι θανάτου. Ως τη δεκαετία του 1870, το κρινολίνο έδωσε τη θέση του στην τουρνούρα, η οποία έδινε έμφαση στο πίσω μέρος της φούστας.
Οι γυναίκες πάραυτα συνέχισαν να χρησιμοποιούν την μόδα ως ένα «όπλο» κατά της ανεπιθύμητης προσοχής των αντρών. Στη δεκαετία του 1890 και στις αρχές του 1900, οι φούστες γινόταν όλο και πιο στενές, και εκεί είναι που ήρθαν τα μεγάλα καπέλα – και πιο σημαντικά η ευρεία χρήση των μεταλλικών καρφιτσών που βοηθούσαν στην στήριξη των καπέλων – τα οποία προσέφεραν στις γυναίκες προστασία που κάποτε έδιναν τα κρινολίνα.
Όσον αφορά τη διατήρηση της υγείας, η μικροβιακή θεωρία και η καλύτερη κατανόηση της αποτελεσματικής υγιεινής οδήγησε στο να γίνουν οι μάσκες προσώπου πολύ δημοφιλείς – πολύ παρόμοια με αυτές που χρησιμοποιούμε σήμερα – κατά τη διάρκεια της Ισπανικής γρίπης. Και ενώ η ανάγκη των γυναικών να διατηρούν τις αποστάσεις από τους επίδοξους και ενοχλητικούς μνηστήρες παρέμενε, τα καπέλα χρησιμοποιούνταν περισσότερο για να κρατούν τις μάσκες ακέραιες από το να απωθούν τους αγνώστους μακριά.
Σήμερα, αναφέρει η δρ. Εϊνάβ Ραμπίνοβιτς-Φόξ, πως δεν είναι ξεκάθαρο εάν ο κορονοϊός θα οδηγήσει σε νέα στυλ και αξεσουάρ. Ίσως, βέβαια, δούμε την αύξηση καινοτόμων μορφών προστατευτικού εξωτερικού ρουχισμού, όπως είναι η «φορετή ασπίδα» όπου μία Κινέζικη εταιρεία δημιούργησε.
Για την ώρα όμως, οι μάσκες φαίνονται να είναι αυτές που θα μας κρατήσουν συντροφιά για αρκετό καιρό ακόμη, μέχρι να έρθει η ώρα – στο προβλεπόμενο από τους επιστήμονες δεύτερο κύμα του ιού – να γίνουν ξανά οι πιτζάμες μας ο απαραίτητος καθημερινός ρουχισμός απομόνωσης στα σπίτια μας.