Ο τρόπος που τα κόμματα αναμετρώνται στην εκλογική μάχη προσβάλλει τη νοημοσύνη μας. Ένας πολίτης που αυτοπροσδιορίζεται ως κεντρώος και όπως λένε είναι κρίσιμος παράγοντας στο κατά πού θα γείρει η πλάστιγγα, φλερτάρει ακόμα και με το λευκό ή την αποχή όταν βλέπει τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα να πολιτεύονται σαν να μην «πέρασε» από πάνω τους η Τραγωδία των Τεμπών που συμπυκνώνει όλες τις παθογένειες του ελληνικού κράτους.
Ο πολίτης αυτός πίστευε ότι η μόνη Κάθαρση που θα επέβαλε αυτονόητα αυτή η Τραγωδία θα ήταν η Συνεννόηση, το χαμήλωμα και η ειλικρινής επιδαψήλευση των χρόνιων καθυστερήσεων και ευθυνών τους. Τίποτα από αυτά δεν γίνεται. Κάτι που θα μπορούσε να αποτυπωθεί ως «αλλαγή πλεύσης» εξαιτίας του συνταρακτικού γεγονότος δεν βλέπουμε να μπαίνει στην αισθητηριακή αντίληψη των αρχηγών τους.
Ας πάρουμε τον κ. Μητσοτάκη. Επιμένει στην αυτοδυναμία. Ένας μετριοπαθής πολιτικός όπως απέδειξε ότι είναι θα μπορούσε να αποφεύγει τους ισχυρισμούς περί αυτοδυναμίας και να επιμένει σε άλλα αφηγήματα λιγότερο υψηπετή και περισσότερο χειροπιαστά. Ο μόνος αρχηγός που πιστεύει στην αλλαγή της Διοίκησης και στην αποπολιτικοποίηση της κρατικής μηχανής δεν πρόλαβε ή δεν τόλμησε να την επιχειρήσει. Κατάφερε αρκετά σε άλλα πεδία. Δεν κατάφερε όμως αυτό που περισσότερο από όλους πίστευε ότι ήταν ταγμένος να το κάνει καλύτερα. Όπως επίσης σκόνταψε σοβαρά στο θέμα των παρακολουθήσεων, του ενέλεγκτου των υπηρεσιών της ΕΥΠ και της απρόσκοπτης λειτουργίας των Ανεξάρτητων Αρχών.
Με τον κ. Τσίπρα συμφωνούν στον σκοπό της πολιτικής και υπηρετούν πιστά το ίδιο πολιτικό σύστημα. Διαφέρουν ως προς το κοινωνικό τους ακροατήριο. Φαινομενικά τουλάχιστον. Μόνο που ο κ. Τσίπρας δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να άρει ή να διορθώσει τα αίτια των κακοδαιμονιών που έφεραν τα μνημόνια και εξακολουθούν να μένουν «ανέπαφα». Μια τέτοια Αριστερά που εγκλιματίστηκε μια χαρά στη νομή της εξουσίας και δείχνει πειναλέα να την ξανακερδίσει, δεν πείθει τον μέσο πολίτη που αγωνιά για το μέλλον της χώρας.
Για τον κ. Ανδρουλάκη τα πράγματα είναι πιο σοβαρά. Εαν ήθελε να συμβάλλει στην κυβερνησιμότητα της χώρας δεν θα μιλούσε για ποσοστά. Κάλλιστα μπορεί ακόμα και με λιγότερο από 10% να συνεργαστεί στη βάση δεσμεύσεων (αρχών και όχι προσώπων)με τη ΝΔ και να δώσουν βιώσιμη κυβέρνηση. Αν αυτό νομίζει ότι θα οδηγούσε σε συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ όπως συνέβη παλαιότερα, δεν ευσταθεί. Διότι η συνεργασία θα βασιζόταν σε προγραμματικές συγκλίσεις και θέσεις. Ίσα ίσα, θα δυνάμωνε το ΠΑΣΟΚ μια τέτοια υπεύθυνη στάση που αποβλέπει σε δύο πράγματα. Πρώτον να περιφρουρήσει την τήρηση των δεσμεύσεων σαν ένας εσωτερικός εγγυητής της κυβέρνησης συνεργασίας και δεύτερον να μην δώσει στην κοινωνία την αφορμή μιας αδιάλλακτης αντιπολίτευσης που θα φέρει πανηγυρικά την αριθμητική του συρρίκνωση την επόμενη μέρα. Όσο για το ότι θα εκχωρήσει το πεδίο της αριστερής αντιπολίτευσης στον ΣΥΡΙΖΑ επίσης είναι ισχνό επιχείρημα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αλλάξει από μόνος του και συνεχίσει να είναι στα «χαρακώματα» δεν θα ανακάμψει ως σοβαρή κυβερνητική πρόταση. Το ΠΑΣΟΚ με την εμπειρία και την μεταγνώση που απέκτησε από τα λάθη του μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί η πιο υπολογίσιμη δύναμη. Αν δεν επικρατήσουν ο μαξιμαλισμός και η ενοχική φοβία που βλέπουμε σήμερα.
Τα μικρότερα κόμματα που είναι στη σημερινή Βουλή δεν αποτελούν απάντηση στο αδιέξοδο του σημερινού αναποφάσιστου κεντρώου ψηφοφόρου. Είτε γιατί παραμένουν αδιάλλακτα είτε γιατί συστηματικά δημαγωγούν. Όπως ειπώθηκε στην αρχή, το λευκό ή η αποχή θα ήταν μια κάποια «λύσις». Όμως δεν είναι η λύση που πραγματικά επιθυμεί ο εν λόγω αναποφάσιστος. Υπάρχουν μερικές εβδομάδες μέχρι τις πρώτες εκλογές. Δυστυχώς η αισθητική του πολιτεύεσθαι βαίνει επιδεινούμενη. Εκβιαστικά διλήμματα, φαντασιακές κυβερνήσεις που ονομάζονται δήθεν προοδευτικές, αδάπανες υποσχέσεις που στην πρώτη στροφή ξέρεις ότι θα γίνουν έπεα πτερόεντα.
Και αναρωτιέσαι. Μπορούν τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα και έφτιαξαν ένα κράτος που δεν προάγει πολιτικές δημοσίου συμφέροντος να ανατάξουν τη χώρα; Μπορούν να μας πείσουν ότι θα επιχειρήσουν την αποσύνδεση της Διοίκησης και του Κράτους από το Κόμμα; Μπορούν να κουβεντιάζουν για το περιεχόμενο της πολιτικής και όχι για το ποιος ή ποιοι θα νέμονται την εξουσία; Αυτό θα έκανε τη διαφορά. Ένα κόμμα, ένας αρχηγός που θα αναμόχλευε τα κακώς κείμενα πρώτα στον εαυτό του και στον χώρο του. Μπορείς να αλλάξεις νοοτροπίες όταν εσύ ο ίδιος έγινες το όχημα που αυτές επικράτησαν; Θα σε βλέπουμε να κουνάς το δάκτυλο στην κοινωνία και να ζητάς να μάθεις που κρύβονται οι εχέφρονες πολίτες, οι σκεπτόμενοι άνθρωποι όταν ένα περιστατικό ακραίας συμπεριφοράς ξεμυτίσει στα «καλά καθούμενα».
Όποιος υποσχεθεί αυτοδιόρθωση όχι στα λόγια αλλά με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες έχει μια ελπίδα να προκριθεί. Μπορεί στην αρχή να χάσει την κομματική στήριξη από το ίδιο του το κόμμα αλλά μακροπρόθεσμα θα κερδίσει τους πολλούς και τη χώρα. Τι σημαίνει αυτοδιόρθωση ας κάτσουν να το δούν. Να διαλέγεσαι σε ανταλλακτική βάση με τους δικούς σου ψηφοφόρους, να μοιράζεις εύνοια, να διατηρείς ανέγγιχτα τα θηριώδη προνόμιά σου, να θεωρείς ότι η λεγόμενη πολιτική ευθύνη ισοδυναμεί με τιμωρία, να μην υπόκεισαι στη δικαιοσύνη όπως ένας απλός πολίτης και πολλά άλλα που συνιστούν την προκλητική ατιμωρησία του πολιτικού προσωπικού. Αυτά πρέπει να αλλάξεις για να πείσεις ότι θέλεις να αλλάξεις το Κράτος. Κράτα στο προσκέφαλό σου «Τα εις εαυτόν» του Μάρκου Αυρήλιου για να καταλάβεις τι εννοώ. Μήπως όμως χωρίς να το θέλω περιγράφω τον Θεό;
* Η Βούλα Αντωνιάδου είναι Md Βιολόγος, συνταξιούχος εκπαιδευτικός Δ/θμιας Εκπ/σης