Έχει ξαναγίνει. Και «Εθνικός» και «Διάλογος». Και «για την Παιδεία». Θυμάστε συμπεράσματα; Αποτελέσματα; Αν δεν είστε επαγγελματίες του χώρου ή απλώς, κολλημένοι (εγώ είμαι και τα δύο), δεν θυμάστε απολύτως τίποτα. Μην ανησυχείτε, δεν φταίει η μνήμη σας. Δεν θυμάστε τίποτα, γιατί δεν υπήρξε τίποτα άξιο θύμησης. Κάποιοι άνθρωποι συναντήθηκαν, κάποιες φορές, σε κάποια μέρη, κάποια πράγματα ειπώθηκαν, κάποια κείμενα γράφτηκαν… Και μετά… τίποτα. Άκρα, του τάφου, σιωπή. Μια απ` τα ίδια, δηλαδή.
Ο Έλληνας πολίτης, πριν απαλλαγεί από τη δέσμευση της συμμετοχής του στην εκπαίδευση, οφείλει να έχει διδαχθεί και να αφομοιώσει το βασικό περιεχόμενο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Υπάρχουν τρεις σημαντικές αιτίες:
- Μας αρέσουν τα παραμύθια. Ιδιαιτέρως όταν αυτά λέγονται με μεγάλα λόγια. Σε τέτοιες διαβουλεύσεις, το θέμα δεν μπορεί να είναι – και δεν είναι – η Παιδεία. Είναι ένα θεμελιώδες συστατικό της, μια αναγκαία προϋπόθεσή της, μια σπουδαία μορφωτική διαδικασία: η εκπαίδευση. Η οποία έχει αυστηρούς κανόνες. Προαπαιτούμενα. «Μη» και «πρέπει». Μόνο που αυτά, μπροστά στον μεγαλοϊδεατισμό μας, φαντάζουν φθηνά, μικρά και λίγα. Σιγά μην ασχοληθούμε…
- Η σύσταση των επιτροπών. Οι πανεπιστημιακοί, είναι γνώστες της θεωρίας, της ιστορίας και της φιλοσοφίας. Οι συνδικαλιστές, ξέρουν καλά τι θέλει το κόμμα από αυτούς και τι θέλουν εκείνοι από το κόμμα. Αλλά οι δυναμικές ανάγκες του σχολείου και των μαθητών, οι υποδομές τους και η καθημερινή σχέση τους με τη διδασκαλία, τη μελέτη και τη μάθηση, ξεπερνούν κατά πολύ, τόσο τα θεωρητικά μοντέλα, όσο και τα συνδικαλιστικά συμφέροντα…
- Η απέχθεια και η υποκρισία, με την οποία αντιμετωπίζουμε κάθε «υποχρέωση». Σε ένα μεγάλο μέρος της, η τυπική εκπαίδευση είναι «υποχρεωτική». Όμως, επ` αυτού υπάρχουν δύο οπτικές, με τεράστιες διαφορές. Γιατί με τον όρο «υποχρεωτική εκπαίδευση» μπορεί να εννοούμε ότι… α) Ο Έλληνας πολίτης, πριν απαλλαγεί από τη δέσμευση της συμμετοχής του στην εκπαίδευση, οφείλει να έχει διδαχθεί και να αφομοιώσει το βασικό περιεχόμενο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Με αυτήν τη θεώρηση, εννοούμε ότι αυτές οι γνώσεις είναι απολύτως αναγκαίες, προκειμένου να μπορέσει ο νεοέλληνας να ενταχθεί στην κοινωνία, ως σκεπτόμενο, ενεργό, δημιουργικό μέλος της. (Αυτό είναι απαιτητικό και δύσκολο – άρα απορρίπτεται). β) Το ελληνικό σχολείο, πριν αποδεσμεύσει τον μαθητή του, οφείλει να τον προάγει από τη μία τάξη στην άλλη και, εντέλει, να τον εφοδιάσει με βεβαιώσεις «επιτυχημένων» σπουδών. Με αυτήν τη θεώρηση, εννοούμε ότι το σχολείο υποχρεούται να το κάνει αυτό, εντελώς ανεξάρτητα από τη συνέπεια της συμμετοχής, τον πλούτο και την ποιότητα της γνώσης και της εμπειρίας που ο μαθητής αποκόμισε, από τη συμμετοχή του στην εκπαιδευτική διαδικασία. (Αυτό είναι άεργο και εύκολο – άρα εγκρίνεται και προωθείται).
Οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν καλά όλα τα κρίσιμα εκπαιδευτικά ζητήματα. Μόνο που, αυτό που συμβαίνει, κανένας θεσμικός παράγοντας – διαχειριστής μικρής, μεσαίας ή μεγάλης εξουσίας, δεν θέλει να το αλλάξει. Γιατί αυτό που πρέπει να γίνει είναι κουραστικό για όλους τους μετόχους της εκπαίδευσης – άρα, ελάχιστα λαοφιλές…
Το κακό είναι ότι, κάποτε, το πράγμα σαπίζει και βρωμάει… Έτσι, κάθε λίγο και λιγάκι, στρώνουμε το βαρύ και πολύτιμο χαλί του «Εθνικού Διαλόγου», μια στιγμή που δεν μας βλέπουν το ανασηκώνουμε λιγάκι, σπρώχνουμε από κάτω τα σκουπίδια μας και συνεχίζουμε, «καθαροί», απτόητοι κι αμετανόητοι…
Όμως, φτάνουν οι διαμαρτυρίες. Ας κάνουμε ησυχία. Μπορεί η εκπαίδευση (μόνο η εκπαίδευση;) να βασανίζεται, ίσως και να ψυχορραγεί, αλλά οι ανίδεοι και ανυποψίαστοι πελάτες της διαχρονικής «προοδευτικής» ευκολίας, δεν πρέπει να ταραχτούν ή να ανησυχήσουν… Αλλιώς, πώς θα παραμείνουν φρέσκοι, αδαείς, ξεκούραστοι και πεισμένοι – έτοιμοι να ψηφίσουν;
*Ο Μιχάλης Αμοιραδάκης είναι μαθηματικός.