«Δεν πάει άλλο και δεν βγάζει πουθενά», είναι η πρώτη απάντηση που προέκυψε αβίαστα στο «πάμε κι όπου βγει» που είπε ο μηχανοδηγός πριν το δυστύχημα.
Όσοι έχουν εργαστεί σε χώρους εργασίας υψηλής επικινδυνότητας, είναι εξοικειωμένοι με φράσεις όπως «ο θεός είχε βάρδια απόψε», «με τον άη-Νικόλα (ή την παναγία, ή οποιονδήποτε άγιο) πάμε», «πάλι η μαυρόγατα ήταν βάρδια και είχαμε ατύχημα», κοκ. Όλα ανάγονται στο μεταφυσικό, λες και όλα εξαρτώνται από μια ανώτερη δύναμη και τίποτα δεν είναι στο χέρι μας.
Κανείς δεν θέλει νεκρούς, ελάχιστοι, όμως, έχουν συναίσθηση των πράξεων και κυρίως των παραλείψεών τους. Από τον σταθμάρχη μέχρι τον υπουργό που παραιτήθηκε. Κι οι προβολείς στρέφονται τεχνηέντως στην ανεπάρκεια του σταθμάρχη, παραβλέποντας την ανεπάρκεια του πρώην υπουργού και νυν υποψήφιου βουλευτή, ο οποίος μάλλον θα ξαναψηφιστεί, μ’ έναν κατά πολλούς εξίσου μεταφυσικό, ή νομοτελειακό τρόπο. Μια επαγγελματική ανεπάρκεια που έχει επιβληθεί στον δημόσιο, και όχι μόνο, βίο. Το «δικό μας παιδί», του κόμματος, της οικογένειας, ο συντοπίτης, που μπορεί να μην έχει τα προσόντα, αλλά είναι άνθρωπος εμπιστοσύνης και δεν θα φέρει αντιρρήσεις. Και κυρίως δεν θα μιλήσει. Δεν θα τολμήσει ποτέ να δαγκώσει το χέρι που το ταΐζει.
Κι αυτό αφορά και το σινάφι των τηλεπαρουσιαστών-προπαγανδιστών, που αναλαμβάνουν την προστασία των κυβερνώντων, τραβώντας πάνω τους την προσοχή με τις αισχρότητες που ξεστομίζουν.
Και κάπως έτσι έχει εδραιωθεί εδώ και δεκαετίες η αναξιοκρατία που έχει καθηλώσει την χώρα στο χάλι που όλοι διαπιστώνουμε, συχνά με τον πιο μακάβριο τρόπο, αλλά και όλοι ανεχόμαστε, επειδή όλοι ξέρουμε ότι «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της». Η χώρα λαμβάνει ιδιότητες του μυθολογικού τέρατος, χωρίς καμιά ευθύνη των κατοίκων της γι’ αυτόν τον κανιβαλισμό.
Ό,τι πιο εύστοχο διάβασα αυτές τις μέρες ήταν ότι μ’ αυτό το θλιβερό δυστύχημα «εκτροχιάστηκε η κανονικότητα». Τα δύο τρένα που παρέσυραν στον θάνατο 57 ανθρώπους συνέθλιψαν τις όποιες ψευδαισθήσεις «μιας Ελλάδας που ηγείται της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης» και μας έφεραν αντιμέτωπους με το αδιέξοδο που χρόνια φωνάζει ότι δεν πάει άλλο και δεν βγάζει πουθενά.
Το δυστύχημα αυτό δεν πρέπει να το ξεχάσουμε και δεν πρέπει να ησυχάσουμε μέχρι να λογοδοτήσουν και να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονται, όπως θα γινόταν σε μια κανονική χώρα.
Και για την προσδοκία ν’ αλλάξουν όλα, ας έχουμε στο μυαλό μας ότι δεν αλλάζουν σε μια μέρα. Μια που πλησιάζουν, όμως οι εκλογές, ας κάνουμε το πρώτο βήμα. Ας φροντίσουμε, ψηφίζοντας ο καθένας όποιο κόμμα πιστεύει, ν’ ανανεώσουμε το κοινοβούλιο με τις επιλογές μας, εστιάζοντας στα βιογραφικά νέων υποψηφίων, με την ελπίδα ότι ίσως στο μέλλον θα παρακινηθούν και πραγματικά άξιοι άνθρωποι ν’ ασχοληθούν με την πολιτική, ώστε να ξεφορτωθούμε τα «πολιτικά τζάκια» και τα «παιδιά του κομματικού σωλήνα» μια ώρα αρχύτερα.
Ας κατεβαίνουμε στον δρόμο αφού πρώτα έχουμε εξαντλήσει κάθε περιθώριο διαλόγου κι ας δείχνουμε κατανόηση και συμπαράσταση σ’ εκείνους που κατέβηκαν στον δρόμο έχοντας εξαντλήσει κάθε περιθώριο διαλόγου. Ας αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, ας μην ξανακουστεί ποτέ το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», ας μην ξαναχρησιμοποιήσουμε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να κόψουμε την εξέλιξη κάποιου αξιότερου από εμάς και κυρίως, ας κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας για να μεγαλώσουν τα σημερινά παιδιά ως ελεύθεροι άνθρωποι, με την ελπίδα ότι σε 30-40 χρόνια από σήμερα η Ελλάδα ίσως γίνει μια πραγματικά «κανονική χώρα».